Photo by Reuters/Carlos Barria/File Photo
Δεν υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορούν να αλλάξουν τους συσχετισμούς μέσα σ'' αυτή τη χώρα της Μέσης Ανατολής: ο Ανώτατος Ηγέτης, ο Ali Khamenei, ο Πρόεδρος Hassan Rouhani, η Εθνοφρουρά και ο λαϊκός παράγοντας. Η Ισλαμική Επαναστατική Εθνοφρουρά του Ιράν βρίσκεται μπροστά σε μια μοναδική ευκαιρία για να ανακτήσει την οικονομική και πολιτική εξουσία που της είχαν στερήσει.
Μετά τις τελευταίες εκλογές του 2009, ο H. Rouhani έγινε πρόεδρος και ανέδειξε τη μεταρρυθμιστική στροφή της χώρας. Μία από τις νίκες που απέσπασε το μπλοκ των μεταρρυθμιστών ήταν η συμφωνία με τις ΗΠΑ για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας και την άρση των κυρώσεων για το Ιράν. Απέναντί τους βρίσκεται η Εθνοφρουρά, η οποία και διατηρεί το συντηρητικό κλίμα μέσα στο κοινοβούλιο.
Η πολιτική κατάσταση στο Ιράν απέχει πολύ από αυτήν που πέρασε η χώρα μετά την επανάσταση του 1979, ωστόσο αυτό που έχει παραμείνει είναι το καθεστώς θεοκρατίας και η καταστολή των ανθρώπινων δικαιωμάτων που συνεπάγεται.
Ο ρόλος της Ισλαμικής Επαναστατικής Εθνοφρουράς
“Πνευματικό παιδί” του Ανώτατου Ηγέτη, η Ισλαμική Επαναστατική Εθνοφρουρά ιδρύθηκε από Ayatollah Ruhollah Khomeini, ηγέτη της ισλαμικής επανάστασης του 1979. Η Εθνοφρουρά για πρώτη φορά απέσπασε μια θέση στην οικονομία της χώρας μετά τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ το 1980 με 1988, όταν το θρησκευτικό κατεστημένο τους επέτρεψε να επενδύσουν σε μεγάλες ιρανικές βιομηχανίες.
Η Εθνοφρουρά συμμετέχει σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων, από την ενέργεια και τον τουρισμό μέχρι την παραγωγή αυτοκινήτων, τις τηλεπικοινωνίες και τις κατασκευές, ενώ η αυτοκρατορία χτίστηκε πάνω σε συμφωνίες για έργα δισεκατομμυρίων δολαρίων που δεν μπορούσαν να αναλάβουν δυτικές πετρελαϊκές εταιρείες λόγω των οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στο Ιράν.
Προσπαθώντας να περιορίσει την επιρροή της Εθνοφρουράς, η κυβέρνηση του Hassan Rouhani, καθυστέρησε ή ακύρωσε μεγάλα έργα, μεταξύ των οποίων μια συμφωνία 1,3 δισ. δολαρίων με την Εθνική Ιρανική Gas Co. το 2014. Ειδικότερα, με την άρση των κυρώσεων, η ιρανική οικονομία “κλείνει το μάτι” στις δυτικές επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα αποδυναμώνεται η εξουσία – οικονομική και πολιτική – της Εθνοφρουράς.
Photo by Reuters/Stringer/File Photo
Η συμφωνία ΗΠΑ – Ιράν για τα πυρηνικά
Η συμφωνία της Βιένης, που επιτεύχθηκε ύστερα από διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας και των ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία, Ρωσία, Κίνα και Γερμανία, θεωρείται μεγάλη διπλωματική επιτυχία για τον Barack Obama και τον μετριοπαθή ομόλογό του, H. Rouhani.
Η συμφωνία διασφαλίζει ότι το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει ατομική βόμβα, με αντάλλαγμα τη σταδιακή και ελεγχόμενη άρση των διεθνών κυρώσεων. Κατά τη διαδικασία αυτή, η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ΗΠΑ και ο ΟΗΕ θα πρέπει να προχωρήσουν σε μια ελεγχόμενη άρση των διεθνών κυρώσεων που πλήττουν την οικονομία του Ιράν. Η άρση όλων των κυρώσεων θα γίνει σε περίοδο δέκα ετών και επί 15 χρόνια τα μέτρα θα μπορούν αυτόματα να τεθούν σε ισχύ, αν το Ιράν παραβιάσει τη συμφωνία.
Ο παράγοντας Trump
Προσπερνώντας τη διάθεση “συνεργασίας” του προέδρου Obama, ο D. Trump είχε δηλώσει προεκλογικά πως θα ακύρωνε τη συμφωνία ΗΠΑ- Ιράν για τα πυρηνικά, γεγονός που τροφοδοτεί τη “σκληρή” γραμμή - εντός κι εκτός του Ιράν – για μια “κλειστή” οικονομία. Ο ίδιος ο Trump έχει επικρίνει τη συμφωνία με το Ιράν, χαρακτηρίζοντάς την “λίγη” για τα αμερικάνικα συμφέροντα και στα σχέδιά του δήλωσε πως είναι η επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας, μιας και ένα από τα “ατού” του νέου προέδρου των ΗΠΑ είναι οι διαπραγματευτικές του ικανότητες.
Σύμφωνα με κυβερνητικό στέλεχος του Ιράν που μίλησε στο Reuters, "ο Trump και οι μαχητές του Ισλαμικού Κράτους ήταν θεόσταλτα δώρα για την Εθνοφρουρά". "Αν ο Trump υιοθετήσει μια εχθρική πολιτική απέναντι στο Ιράν ή αποσύρει τη συμφωνία για τα πυρηνικά, το σκληροπυρηνικό μπλοκ και ιδιαίτερα η Εθνοφρουρά θα επωφεληθούν", δήλωσε ένας πρώην αξιωματούχος από το στρατόπεδο των μεταρρυθμιστών. Πρόσθεσε πως “η Εθνοφρουρά θα αποκτήσει μια πιο επιθετική και σκληρή στάση το επόμενο διάστημα”.
Πέρα από τις εξαγγελίες Trump, αυτό που μένει για να “φανεί” η γραμμή εξωτερικής πολιτικής που θα ακολουθήσουν οι ΗΠΑ, είναι η επιλογή προσώπων στα ηγετικά κλιμάκια του υπουργείου Εξωτερικών.