Κατεπείγουσα αγωγή κατέθεσε η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως κατά της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών (ΔΟΕ), της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής (ΠΟΣΕΕΠΕΑ) και της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ζητώντας να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η «απεργία-αποχή» εναντίον του νόμου που ψηφίστηκε πρόσφατα για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Η αγωγή θα εκδικαστεί σήμερα λόγω του επείγοντος στο πλαίσιο των θεσμοθετημένων προθεσμιών των σταδίων της αξιολόγησης.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας, οι Ομοσπονδίες τάχθηκαν έναντι κάθε έννοιας αξιολόγησης εξ αρχής, πριν ακόμη την ψήφιση του νόμου 4692/2020 για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και του νόμου 4823/2021 για αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, των εκπαιδευτικών και των μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού. Και μετά την ψήφιση των σχετικών νόμων, η συνδικαλιστική ηγεσία των εκπαιδευτικών καλεί τους συναδέλφους τους να τους παραβούν και μάλιστα σε απεργία-αποχή αόριστης διάρκειας, από κάθε ενέργεια που σχετίζεται με μία βελτιωτική διαδικασία αξιολόγησης, που στοχεύει στη συνολική αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, συνιστά πάγια πρακτική των οργανώσεων αυτών να κηρύσσουν «απεργία-αποχή» από κάθε νομοθετημένη – από το Ελληνικό Κοινοβούλιο – διαδικασία που απλά δεν είναι της αρεσκείας τους, όπως π.χ. η μόλις χθεσινή εξαγγελία της ΟΛΜΕ για απεργία-αποχή και από την τηλεκπαίδευση σε περιπτώσεις όπου για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η δια ζώσης εκπαίδευση (π.χ. σε περίπτωση παρεμπόδισης της πρόσβασης μαθητών στο χώρο του σχολείου).
Το υπουργείο Παιδείας ζητά να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η «απεργία-αποχή» διαρκείας (η οποία εξαγγέλθηκε χωρίς καν την πλήρωση των απαραίτητων προϋποθέσεων προηγούμενου δημόσιου διαλόγου και ελάχιστου προσωπικού ασφαλείας) και να εφαρμοστεί ο νόμος του Κράτους.
«Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι αποφάσεις αυτές της συνδικαλιστικής ηγεσίας των εκπαιδευτικών δεν εκπροσωπούν το σώμα των εκπαιδευτικών, οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειονότητα επιτελούν το λειτούργημά τους με συνέπεια και ειλικρινή επιθυμία διαρκούς βελτίωσης, προς όφελος ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας», τονίζεται στην ανακοίνωση.