TSM: Εμπόδια για τα τσιπάκια στον δρόμο προς τις ΗΠΑ
Shutterstock
Shutterstock

TSM: Εμπόδια για τα τσιπάκια στον δρόμο προς τις ΗΠΑ

Η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (2330 TAIPEI, TSM NASDAQ) θεωρείται δίκαια η μεγαλύτερη παγκόσμια δύναμη στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών, ειδικά των πιο τεχνολογικά προηγμένων.

Κάτω από τη σταθερή καθοδήγηση του ιδρυτή της Morris Chang, η εταιρεία κατάφερε να γίνει ο πολυτιμότερος συνεργάτης μεγάλων εταιρειών του κλάδου των μικροεπεξεργαστών και πολλών μεγάλων τεχνολογικών επιχειρήσεων.

Κατασκευάζει microchips για μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου όπως η Nvidia (NVDA NASDAQ) και η AMD (AMD NASDAQ) οι οποίες έχουν εγκαταλείψει τις κατασκευαστικές τους δραστηριότητες και έχουν επικεντρωθεί στη σχεδίαση των μοντέλων τους, αφήνοντας την TSM να κάνει όλα τα υπόλοιπα.

Κατασκευάζει όμως και μικροεπεξεργαστές για τους τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Apple (AAPL NASDAQ) και η Alphabet (GOOGL NASDAQ), οι οποίοι δεν απευθύνονται πλέον σε εταιρείες όπως η Intel (INTC NASDAQ) και πηγαίνουν απ’ ευθείας στην TSM. Η εταιρεία από την Ταϊβάν τα κατασκευάζει πιο γρήγορα και πιο φθηνά, ενώ έχει καταφέρει εδώ και χρόνια να γίνει και η πιο προηγμένη τεχνολογικά εταιρεία κατασκευής μικροεπεξεργαστών, αφήνοντας πίσω της την Intel.

Δεν είναι λοιπόν έκπληξη το γεγονός πως οι διεθνείς αγορές έχουν ανταμείψει την εταιρεία δίνοντας της χρηματιστηριακή αξία της τάξης των 500 δισ. δολ., σχεδόν πενταπλάσια αυτής της Intel, της οποίας ο ετήσιος κύκλος εργασιών είναι της ίδιας τάξης μεγέθους (60 με 70 δισ. δολ. ΗΠΑ).

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως η TSM δεν αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Προφανώς, και αντιμετωπίζει πολλές, βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες. Δύο είναι οι πιο σημαντικές: σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα η σχετική ύφεση στην οποίαν βρίσκονται οι περισσότεροι τομείς του κλάδου των μικροεπεξεργαστών παγκοσμίως και σε πιο μακροπρόθεσμο οι γεωπολιτικές προκλήσεις που σχετίζονται με την αντιπαλότητα των ΗΠΑ με την Κίνα.

Για το πρώτο η εταιρεία δεν ανησυχεί πολύ και θεωρεί πως μέσα στο 2023 η κατάσταση θα εξομαλυνθεί, τα αποθέματα θα αρχίσουν να μειώνονται και οι παραγγελίες θα ξαναπάρουν ανοδική πορεία. Παρά το γεγονός πως πολλοί αναλυτές της αγοράς εκτιμούν πως η διοίκηση της εταιρείας είναι πιο αισιόδοξη απ’ όσο θα έπρεπε, η αλήθεια είναι πως αργά ή γρήγορα η κατάσταση θα βελτιωθεί.

Ούτως ή άλλως, οι προοπτικές του κλάδου είναι χωρίς αμφιβολία εξαιρετικά θετικές και θα παραμείνουν θετικές για πολλά ακόμα χρόνια.

Το θέμα των γεωπολιτικών προκλήσεων είναι όμως πολύ πιο σοβαρό, όχι μόνο λόγω των φόβων για μελλοντική επίθεση της Κίνας στην Ταϊβάν αλλά και λόγω των συστηματικών προσπαθειών των ΗΠΑ να πείσουν (ή και να αναγκάσουν) τις μεγάλες διεθνείς επιχειρήσεις του κλάδου να μεταφέρουν το βάρος της μελλοντικής επέκτασης της παραγωγικής τους βάσης προς τη Βόρεια Αμερική και γενικότερα προς τις χώρες της δυτικής συμμαχίας και να εγκαταλείψουν σταδιακά τις, εξαιρετικά εκτεταμένες αυτή τη στιγμή, δραστηριότητές τους στην Κίνα.

Η TSM δεν έχει μείνει αδιάφορη απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις. Έχει ήδη ξεκινήσει την ανέγερση εργοστασίου στην Ιαπωνία, το οποίο αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του αργότερα φέτος και όπως φαίνεται σύντομα θα ανακοινώσει την απόφασή της για ανέγερση ενός άλλου, το οποίο θα κοστίσει κοντά στα 7,5 δισ. δολ. ΗΠΑ, με το μισό κόστος να καλύπτεται από τις Ιαπωνικές αρχές. Η μεγάλη όμως επένδυση γίνεται στην πολιτεία της Αριζόνα των ΗΠΑ.

Όταν ανακοινώθηκε η απόφαση ανέγερσης εργοστασίου την άνοιξη του 2020, το κόστος του υπολογίστηκε στα 12 δισ. δολ. Πριν μερικούς μήνες ξεκίνησε η κατασκευή του εργοστασίου, το κόστος του όμως εκτιμάται πλέον πως θα ανέλθει στα 40 δισ. δολ.

Αυτό οφείλεται στην απόφαση της διοίκησης να κινηθεί πιο επιθετικά στις ΗΠΑ και να μεγαλώσει την παραγωγική της βάση έχοντας στο νου της την κινεζική απειλή προς την Ταϊβάν και τον περίφημο πλέον νόμο IRA των ΗΠΑ ο οποίος προβλέπει την παροχή γενναίων κινήτρων για την ανάπτυξη της βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών εντός των ΗΠΑ. 

Η διοίκηση της εταιρείας δηλώνει πως με αυτή την κίνηση διασφαλίζει το μέλλον της και θωρακίζεται πιο αποτελεσματικά απέναντι στις γεωπολιτικές προκλήσεις. Είναι όμως τα πράγματα τόσο απλά; Μάλλον όχι. Ένα εκτεταμένο πολύ πρόσφατο άρθρο των New York Times μας δίνει μία ενδιαφέρουσα εικόνα της κατάστασης, βασισμένο σε συζητήσεις με στελέχη της TSM, πρώην και νυν και γνώστες της αγοράς μικροεπεξεργαστών.

Το βασικό συμπέρασμα του άρθρου είναι πως η επιτυχία του εγχειρήματος δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη, για διάφορους λόγους. Πρώτα από όλα, υπάρχει σοβαρό θέμα με το κόστος της κατασκευής αλλά και της λειτουργίας του εργοστασίου. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών που μνημονεύονται, το κόστος κατασκευής είναι πολλαπλάσιο του αντίστοιχου στην Ταϊβάν.

Ο ιδιοκτήτης ταϊβανέζικης χημικής εταιρείας που έφτιαξε εργοστάσιο στην Αριζόνα ανέφερε πως το κόστος κατασκευής ήταν δεκαπλάσιο του αντίστοιχου στην Ταϊβάν, ενώ εκπρόσωπος κατασκευαστικής εταιρείας που συνεργάζεται με την TSM ανέφερε πως οι εκτιμήσεις που έκανε προς τους αξιωματούχους της για το κόστος ανέγερσης του εργοστασίου ήταν πέρα από κάθε φαντασία και σόκαραν τη διοίκηση της TSM.

Η μεγάλη διαφορά στο κόστος κατασκευής έχει σχέση με το πόσο πιο ακριβά είναι τα υλικά και πόσο υψηλότερες οι αμοιβές των εργαζομένων στην ανέγερση του εργοστασίου αλλά και με την πολυπλοκότητα των πολεοδομικών και άλλων κανονισμών.

Μεγάλο όμως είναι και το πρόβλημα εύρεσης του κατάλληλου προσωπικού για τη στελέχωση του εργοστασίου, όχι μόνο λόγω των υψηλότερων σε σχέση με την Ταϊβάν αμοιβών τους αλλά και λόγω του ότι την ίδια στιγμή τους ίδιους «κυνηγά» και η Intel που έχει ξεκινήσει την ανέγερση δύο δικών της εργοστασίων στην ίδια πολιτεία των ΗΠΑ.

Ακόμα όμως και αν βρεθεί το κατάλληλο προσωπικό, η διαχείρισή του, η σωστή οργάνωσή του και η αποτελεσματική λειτουργία του εργοστασίου δεν είναι εξασφαλισμένες λόγω της μεγάλης διαφοράς νοοτροπίας μεταξύ των Αμερικανών εργαζομένων και των Ταϊβανέζων αξιωματούχων.

Στέλεχος της TSM που αποχώρησε πρόσφατα ανέφερε πως οι Ταϊβανέζοι εργαζόμενοι δεν είναι και πολύ πρόθυμοι να πάνε να δουλέψουν στην Αριζόνα γιατί φοβούνται πως θα δουλεύουν τελικά περισσότερο από τους Αμερικανούς και δεν θα μπορούν να συνεννοηθούν εύκολα με αυτούς.

Εδώ αξίζει να πούμε πως στο τέλος της δεκαετίας του 1990 ο Morris Chang ξεκίνησε ένα φιλόδοξο σχέδιο ανέγερσης πολλών εργοστασίων στην πολιτεία της Ουάσινγκτον των ΗΠΑ, σχέδιο το οποίο απέτυχε για λόγους παρόμοιους με αυτούς που μόλις αναφέραμε.

Ένα άλλο πιθανό σοβαρό πρόβλημα έχει να κάνει με το πόσο αποτελεσματικά θα μπορέσουν να λειτουργήσουν τα τμήματα έρευνας και ανάπτυξης στο εργοστάσιο της Αριζόνα με την ταυτόχρονη παρουσία Αμερικανών και Ταϊβανέζων επιστημόνων. 

Αν πιστέψουμε τα όσα διαβάσαμε στους New York Times θα πρέπει να είμαστε αρκετά επιφυλακτικοί σχετικά με το πόσο επιτυχημένη θα αποδειχθεί η απόβαση της TSM στις ΗΠΑ. Η αλήθεια είναι πως ο ίδιος ο Morris Chang είχε πει το 2021 πως τα συστατικά που συντέλεσαν στην επιτυχία της TSM στην Ταϊβάν δεν υπάρχουν στις ΗΠΑ.

Ο ίδιος είχε πει το 2022 πως το πρόγραμμα ενίσχυσης της αμερικανικής βιομηχανίας microchips είναι μία «άσκηση ματαιότητας με μεγάλο κόστος». Τον Δεκέμβριο που μας πέρασε όμως, κατά την τελετή θεμελίωσης του εργοστασίου φάνηκε πιο αισιόδοξος και είπε πως η TSM είναι πολύ πιο έτοιμη από την προηγούμενη φορά για την αμερικανική της επέκταση.

Φανταζόμαστε πως στοιχειώδης επίδειξη διπλωματίας επέβαλε την αισιόδοξη στάση του Chang σε αμερικανικό έδαφος. Είναι όμως φανερό πως η μεγάλη επένδυση στην Αριζόνα εμπεριέχει σημαντικούς κινδύνους. Από τη μία είναι σίγουρο πως θα ανεβάσει το κόστος λειτουργίας και θα μειώσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της TSM και από την άλλη μπορεί να διαταράξει την ομαλή λειτουργία της επιχείρησης.

Και οι δύο είναι σοβαρότατοι κίνδυνοι τους οποίους προφανώς γνωρίζει η διοίκηση πολύ καλύτερα από εμάς. Δεδομένων όμως των γεωπολιτικών συνθηκών, πιθανολογούμε πως η κίνηση αυτή είναι κατά κάποιον τρόπο αναγκαστική και αναπόφευκτη. Δύσκολο να πούμε αν αυτοί οι προβληματισμοί πρέπει να κάνουν τους επενδυτές διστακτικούς απέναντι στη μετοχή της TSM, ούτε γνωρίζουμε αν η πρόσφατη πώληση μεγάλης ποσότητας μετοχών της από την Berkshire Hathaway Warren Buffett (BRK-B NYSE) έχει κάποια σχέση. Είναι όμως βέβαιο πως ο δρόμος προς την Αριζόνα δεν στερείται εμποδίων.