Απειλή όχι μόνο για τη βραχυχρόνια μίσθωση αλλά για ολόκληρο τον θεσμό της οικονομίας διαμοιρασμού, ο οποίος κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια και αποτελεί την επιτομή της ελεύθερης οικονομίας, αποτελούν οι προτάσεις του θεσμικού οργάνου των ξενοδόχων, οι οποίες υπερβαίνουν σε αυστηρότητα ακόμη και αυτές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις οποίες είναι ήδη εναρμονισμένοι οι ιδιοκτήτες των Airbnb.
Το βασικότερο πρόβλημα είναι η αμφισβήτηση της οικονομικής ελευθερίας, καθώς ορισμένες από τις προτάσεις των ξενοδόχων που έχουν υποβληθεί στην κυβέρνηση είναι όχι μόνο αυστηρές αλλά αντιτίθενται και προς την ελεύθερη οικονομία, καθώς περιλαμβάνουν επιβολή «πλαφόν» στον αριθμό των ημερών που θα νοικιάζονται τα σπίτια με βραχυχρόνια μίσθωση, έγκριση των άλλων ιδιοκτητών όταν πρόκειται για πολυκατοικία, «πλαφόν» στον αριθμό διαμερισμάτων ανά πολυκατοικία που θα μπορούν να νοικιαστουν, καθώς και θέσπιση ελέγχου καταγγελιών από συνιδιοκτήτες.
Εδώ, βέβαια, υπεισέρχεται και το θέμα του περιορισμού της διαχείρισης της περιουσίας του κάθε ενός, κάτι που φυσικά είναι αδιανόητο σε καθεστώς ελεύθερης οικονομίας.
Σημειωτέον ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοικιών που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση δεν είναι ανταγωνιστική προς τα ξενοδοχεία, καθώς δεν περιλαμβάνει υπηρεσίες όπως σίτιση, room service, πισίνες, τζακούζι, γυμναστήρια, μπαρ κλπ. Επιπρόσθετα δε, αποτελεί μια λογική, οικονομική λύση για τον φοιτητή, τον επαγγελματία, τον ψηφιακό νομά ή οποιονδήποτε άλλον πρόκειται να μείνει σε μία άλλη πόλη και πιθανότατα να εργαστεί από εκεί για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Από την άλλη πλευρά, οι αριθμοί που έχουν δώσει στη δημοσιότητα οι ξενοδόχοι δεν είναι αληθινοί. Συνολικά τα ακίνητα που προσφέρονται για βραχυχρόνια μίσθωση στη χώρα δεν είναι πάνω από 90.000, όταν οι ξενοδόχοι μιλούν για 179.000. Ο πραγματικός ωστόσο αριθμός είναι ο μισός και μάλιστα σε αυτόν συμπεριλαμβάνονται και τα ενοικιαζόμενα τουριστικά καταλύματα, καθώς και κάποια τουριστικά καταλύματα που ανήκουν σε ξενοδόχους. Επιπρόσθετα, ένα σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από τη μελέτη των αριθμών είναι ότι στον Δήμο Αθηναίων υπάρχουν συνολικά μόνο 6.000 σπίτια, διαθέσιμα όλο τον χρόνο για βραχυχρόνια μίσθωση.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει στο Liberal η Θεοδώρα Δήμα, πρόεδρος Συλλόγου Οικονομίας Διαμοιρασμού «η βραχυχρόνια μίσθωση στην Ελλάδα λειτουργεί κάτω από συγκεκριμένο ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο προβλέπει και την κατάρτιση Μητρώου, το οποίο, ήδη, λειτουργεί. Σε ό,τι αφορά τους περιορισμούς που θέτουν οι προτάσεις των ξενοδόχων για πλαφόν σε ημέρες βραχυχρόνιας ενοικίασης και στον αριθμό διαμερισμάτων ανά πολυκατοικία, η κυρία Δήμα απαντά ότι «κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύσει καθώς η διαχείριση της περιουσίας του κάθε ενός είναι κατοχυρωμένο συνταγματικά δικαίωμα.
Και εξηγεί ότι συμφωνεί με την κοινωνική πολιτική στέγασης που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ, στο πλαίσιο της οποίας θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλα τα αναξιοποίητα κτίρια αλλά και τα οικόπεδα. Όπως λέει, η πρόταση σχετικά με τη λήψη άδειας από τους συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας για κάποιον ιδιοκτήτη που επιθυμεί να διαθέσει το διαμέρισμα του για βραχυχρόνια μίσθωση, εκτός του ότι είναι παρανοϊκή, αναμένεται να δημιουργήσει και δικαστικές διαμάχες μεταξύ των ιδιοκτητών. Είναι κάτι που δεν έχει συμβεί πουθενά.
Ο πίνακας είναι από στοιχεία του κ. Χρήστου Μωρίκη, εκπροσώπου εταιρείας διαχείρισης ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης. Ενημέρωση στοιχείων τον Οκτώβριο του 2022.
Το στεγαστικό πρόβλημα εντοπίζεται στα κλειστά διαμερίσματα
O κ. Κώστας Κιάμος, διευθύνων σύμβουλος της Upstreet, σχολιάζοντας τις προτάσεις του ΣΕΤΕ αναφέρει στο Liberal ότι «είναι σαν να λέμε ότι δεν θέλουμε να υπάρχει βραχυχρόνια μίσθωση».
Εξηγεί ότι η πρόταση για πλαφόν βραχυχρόνιας μίσθωσης στις 90 ημέρες το χρόνο μπορεί για ένα διαμέρισμα που νοικιάζεται με βραχυχρόνια μίσθωση σε κάποιο νησί να είναι εφαρμόσιμη. Όμως για τα αστικά κέντρα είναι δύσκολο να εφαρμοστεί καθώς στερείται λογικής. Εφόσον υπάρχει πρόβλημα θα πρέπει να παρέμβει η πολιτεία.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Upstreet, ενώ έχουμε πολλούς τουριστικούς προορισμούς με στεγαστικά προβλήματα δεν ισχύει το ίδιο στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου εκεί υπάρχουν «κλειστά» διαμερίσματα. Επισημαίνει ότι η πολιτεία έχει τρόπους να παρέμβει, να δώσει κίνητρα, να «ανοίξει» τα «κλειστά» διαμερίσματα.
«Το ευρύτερο Δημόσιο είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης «κλειστών» διαμερισμάτων και θα πρέπει να λάβει μέτρα για το στεγαστικό πρόβλημα. Αν διαπιστωθεί πρόβλημα με τη βραχυχρόνια μίσθωση τότε μπορούμε να το συζητήσουμε. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, κάποιος ιδιώτης ιδιοκτήτης διαμερίσματος ο οποίος αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την περιουσία του, πιθανόν να έχει δανειοδοτηθεί για να κάνει ανακαίνιση να βλέπει την επένδυση του να αναιρείται. Ακόμη, η πρόταση για λήψη άδειας του ιδιοκτήτη διαμερίσματος για βραχυχρόνια μίσθωση από συνιδιοκτήτες στην πολυκατοικία δεν στέκει νομικά», λέει ο κ. Κιάμος.
Η Πολιτεία να μεριμνήσει για το στεγαστικό
Εξωπραγματικές θεωρεί από την πλευρά του, τις απαιτήσεις του ΣΕΤΕ ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της εταιρείας διαχείρισης ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης Sparrow, Νίκος Γεωργακόπουλος. Επισημαίνει ότι το ποσοστό των ακινήτων που προσφέρονται για βραχυχρόνια μίσθωση σε όλη την επικράτεια φθάνει μόλις το 1,2%, επομένως το στεγαστικό πρόβλημα δημιουργείται από τα «κλειστά» ή αχρησιμοποίητα ακίνητα.
Καλεί την πολιτεία να μεριμνήσει για το συγκεκριμένο πρόβλημα, καθώς υπάρχουν χιλιάδες ακίνητα ανεκμετάλλευτα που ανήκουν στο κράτος ή την Εκκλησία, αλλά και πολλά για τα οποία οι κληρονόμοι δεν έχουν κάνει αποδοχή κληρονομιάς λόγω οικονομικής στενότητας και έτσι παραμένουν αχρησιμοποίητα.
«Η πρόταση για πλαφόν στον αριθμό ημερών ενοικίασης, στον αριθμό διαμερισμάτων ανά πολυκατοικία που χρησιμοποιούνται για βραχυχρόνια μίσθωση καθώς και για συγκατάθεση των συνιδιοκτητών είναι παράλογη και ανεφάρμοστη, καθώς η βραχυχρόνια μίσθωση είναι μια αστική μίσθωση η οποία διέπεται από συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος ο κ. Γεωργακόπουλος στο θέμα της φορολόγησης επισημαίνει ότι «πολλά από αυτά που ακούγονται περί φοροδιαφυγής στη βραχυχρόνια μίσθωση είναι συκοφαντικά και δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες, καθώς ο τρόπος φορολόγησης είναι συγκεκριμένος». Ακόμη αναφέρεται και σε ένα τελευταίο φαινόμενο αυτό της παράνομης και καταχρηστικής είσπραξης δημοτικού τέλους 0,5% και μάλιστα αναδρομικά, από τις εταιρείες διαχείρισης βραχυπρόθεσμης μίσθωσης. Αυτό, όπως επισημαίνει, είναι παράνομο καθώς δεν μιλάμε για τουριστικές επιχειρήσεις αλλά αστικές μισθώσεις που διέπονται από πολύ συγκεκριμένο καθεστώς.
Εξωπραγματικές θεωρεί τις απαιτήσεις του ΣΕΤΕ ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της εταιρείας διαχείρισης ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης Sparrow κ. Νίκος Γεωργακόπουλος.
Όπως αναφέρει σχετικά προς το Liberal «το ποσοστό των ακινήτων που προσφέρονται για βραχυχρόνια μίσθωση σε όλη την επικράτεια φθάνει μόλις το 1,2%. Αυτό σημαίνει ότι το στεγαστικό πρόβλημα δημιουργείται από τα «κλειστά» ή αχρησιμοποίητα ακίνητα. Για το πρόβλημα αυτό θα πρέπει να μεριμνήσει το ίδιο το κράτος, η ίδια η Πολιτεία και να μην «βάζει χέρι» στην ιδιωτική περιουσία. Υπάρχουν χιλιάδες ακίνητα ανεκμετάλλευτα που ανήκουν στο κράτος ή την Εκκλησία, αλλά και πολλά ακίνητα για τα οποία οι κληρονόμοι δεν έχουν κάνει αποδοχή κληρονομιάς λόγω οικονομικής στενότητας και έτσι παραμένουν αχρησιμοποίητα.
Η πρόταση για πλαφόν στον αριθμό ημερών ενοικίασης, στον αριθμό διαμερισμάτων ανά πολυκατοικία που χρησιμοποιούνται για βραχυχρόνια μίσθωση καθώς και για συγκατάθεση των συνιδιοκτητών είναι παράλογη και ανεφάρμοστη, καθώς η βραχυχρόνια μίσθωση είναι μια αστική μίσθωση η οποία διέπεται από συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας».
Αναφερόμενος ο κ. Γεωργακόπουλος στο θέμα της φορολόγησης επισημαίνει ότι «πολλά από αυτά που ακούγονται περί φοροδιαφυγής στη βραχυχρόνια μίσθωση είναι συκοφαντικά και δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες, καθώς ο τρόπος φορολόγησης είναι συγκεκριμένος». Ακόμη αναφέρεται και σε ένα τελευταίο φαινόμενο αυτό της παράνομης και καταχρηστικής είσπραξης δημοτικού τέλους 0,5% και μάλιστα αναδρομικά, από τις εταιρείες διαχείρισης βραχυπρόθεσμης μίσθωσης. Αυτό, όπως επισημαίνει, είναι παράνομο καθώς δεν μιλάμε για τουριστικές επιχειρήσεις αλλά αστικές μισθώσεις που διέπονται από πολύ συγκεκριμένο καθεστώς.