Ευρωπαϊκή απάντηση στην ενεργειακή κρίση ή επιμονή στο αυστηρό δημοσιονομικό δόγμα των Γερμανών, των οποίων η συμβολή ήταν καθοριστική για την κυριαρχία της Gazprom στην Ευρώπη; Η κριτική στο Βερολίνο για το εθνικό πακέτο των 200 δισ. μαζί με τις πιέσεις να δεχτεί, κοινή έκδοση χρέους, για δεύτερη φορά μετά τη πανδημία, αυξάνονται συνεχώς.
Και ακόμη κι αν στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής της Πράγας τη Παρασκευή, δεν υπάρξει ουσιαστική πρόοδος, δύσκολα η Γερμανία θα μπορέσει να συνεχίσει να δικαιολογεί την άρνησή της σε μια ευρωπαϊκή δημοσιονομική απάντηση. Πόσο μάλλον όταν είναι η ίδια η τεράστια γερμανική ζήτηση για προμήθειες LNG ένας από τους λόγους για την τόσο μεγάλη άνοδο τιμών, την οποία πληρώνουμε οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι.
Ο φόβος των Γερμανών είναι ότι μια έκτακτη κατάσταση, όπως ο κοινός δανεισμός για το Ταμείο Ανάκαμψης θα γίνει κοινή πρακτική στο μέλλον, οπότε σε κάθε κρίση, το εύκολο θα είναι η έκδοση ευρωομολόγου χωρίς να τηρείται η δημοσιονομική πειθαρχία. Η φιλοσοφία όμως αυτή είναι κόντρα στην αλληλεγγύη, που οι ίδιοι οι Γερμανοί ζητούν από τον Ιούλιο, καλώντας τις ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και όσες δεν έχουν σοβαρό πρόβλημα, να υιοθετήσουν μείωση 15% της κατανάλωσης στο φυσικό αέριο, όπως και τελικά συνέβη.
Το γεγονός ότι δύο αξιωματούχοι των Βρυξελλών, οι Επίτροποι Τζεντιλόνι και Μπρετόν, έφτασαν χθες να ζητήσουν δημόσια με κοινό τους άρθρο μια ευρωπαϊκή έκδοση χρέους, κάτι δείχνει. Το ίδιο και οι συνεχείς βολές κατά του Βερολίνου από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η στάση του στην ενεργειακή κρίση κάνει όλο και περισσότερους στην Ευρώπη να συνειδητοποιούν πως η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη από τη γνωστή συζήτηση που αντιπαραθέτει τους καλούς μαθητές με τους κακούς, τους ενάρετους με τους σπάταλους.
Αμέλησε για την ασφάλεια του
Τα μηνύματα που έρχονται από πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι ότι μπροστά στην έκτακτη αυτή κατάσταση δεν μπορεί το χρέος να αποτελεί τον ακούνητο ακρογωνιαίο λίθο της Ευρώπης. Το δόγμα της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας δεν λαμβάνει υπόψη τις άνισες προσπάθειες που καταβάλλουν για την άμυνα της Ηπείρου χώρες, όπως η Ελλάδα ή τις ελλιπείς επενδύσεις της Γερμανίας σε τερματικούς σταθμούς LNG και την απουσία στρατηγικής στην ασφάλεια εφοδιασμού. «Καλά έκανε η Γερμανία κι έπαιρνε φυσικό αέριο φθηνά, αλλά γιατί δεν φρόντισε εγκαίρως για την ασφάλεια της; Γιατί δεν κατασκεύασε 5 - 6 FSRU;», διερωτήθηκε χθες ο Ευ. Μυτιληναίος, από το βήμα του Κύκλου Ιδεών, κοινό ερώτημα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Έχοντας ηγηθεί πριν από μια δεκαετία της αυστηρής δημοσιονομικής ορθότητας και πειθαρχίας στην Ευρώπη, το Βερολίνο δυσκολεύεται να πείσει για το εντυπωσιακό πακέτο δαπανών, ύψους 200 δισ, όσο ένα ελληνικό ΑΕΠ, που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα. «Το μέτρο της επιβολής ανωτάτου ορίου στο φυσικό αέριο είναι ανάλογο με το μέγεθος της γερμανικής οικονομίας», επιχείρησε να δικαιολογηθεί χθες ο Γερμανός υπ. Οικονομικών Κρ. Λίντνερ, χωρίς όμως να απαντά πώς την ίδια ώρα που το πλαφόν κρίνεται απαραίτητο σε εθνικό επίπεδο, το Βερολίνο το μποϊκοτάρει σε πανευρωπαϊκό.
Δυσκολεύεται να πείσει
Από τον απερχόμενο Ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι που έκανε λόγο για διαχωρισμό ανάλογα με το δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών κάθε χώρας, μέχρι το Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρούνο Λεμερ, ο οποίος μίλησε για απουσία σεβασμού στους ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών-μελών της ευρωζώνης, η δυσαρέσκεια πλειάδας χωρών απέναντι στη Γερμανία είναι έκδηλη. «Ήταν ως η Γερμανία να ύψωσε το μεσαίο δάχτυλο στην υπόλοιπη Ευρώπη με αυτό το πακέτο», όπως δήλωσε Ευρωπαίος αξιωματούχος τον οποίο επικαλείται το Politico.
Ρίχνοντας στην ουσία λάδι στην φωτιά, το Βερολίνο θύμισε σε πολλούς τη στάση που είχε ακολουθήσει στις αρχές του 2020, με την έναρξη της πανδημίας, όταν η η τότε καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ ήθελε να βάλει μπροστά τη τεράστια οικονομική γερμανική δύναμη για τη στήριξη της οικονομίας, προχωρώντας αυτόνομα από την υπόλοιπη ΕΕ.
Κάπως έτσι είχε ξεκινήσει και το 2020 η συζήτηση για την έκδοση ευρωομολόγου. Έπειτα από κατηγορίες πως το Βερολίνο στρεβλώνει τον ανταγωνισμό καθώς τα φτωχότερα κράτη αδυνατούν να ακολουθήσουν, η ΕΕ αντέδρασε, προχωρώντας στην σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης των 750 δισ ευρώ. Κάποιοι εκτιμούν ότι έτσι θα γίνει τελικά και τώρα, αφού η τεράστια πίεση που ασκεί η ενεργειακή κρίση, θα αναγκάσει αναπόφευκτα Γερμανούς, Αυστριακούς, Σουηδούς και άλλους φειδωλούς να συναινέσουν σε μια ευρωπαϊκή δημοσιονομική απάντηση. Σε ένα μοντέλο κοινού δανεισμού με προνομιακούς όρους στο όνομα της Ευρώπης, που μπορεί να δανείζεται φθηνά από τις αγορές. Μια ευρωπαϊκή έκδοση κοινού χρέους τύπου Sure, όπως αυτή που επιστρατεύτηκε στην πανδημία, για να μη καταρρεύσουν οι ευρωπαϊκοί προϋπολογισμοί, να γλιτώσουμε ακραίες κοινωνικές εντάσεις και να ηρεμήσουν οι αγορές.