Η συζήτηση για πλαφόν στο φυσικό αέριο αφορά την τιθάσευση της άκρατης κερδοσκοπίας, δηλαδή να μην επαναληφθούν ξανά οι τρομακτικές αποκλίσεις του περασμένου Αυγούστου, όταν οι τιμές των παραγώγων στο ολλανδικό χρηματιστήριο είχαν φτάσει 30% και πλέον υψηλότερα από εκείνες του LNG.
Αφορά μελλοντικές κρίσεις, όπως αυτή που προέβλεψε ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, μην αποκλείοντας μια νέα άνοδο τιμών στον TTF την Άνοιξη, και όχι τις παρούσες τιμές των 110 ευρώ, την επίπτωση των οποίων στο ρεύμα, οι κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να διαχειρίζονται μέσω επιδοτήσεων.
Αυτή είναι η σωστή διάσταση της συζήτησης γύρω από το πλαφόν, πέρα από την πρόταση - παρωδία της Κομισιόν για 275 ευρώ, τις συμμαχίες, τις κόντρες ανάμεσα στα δύο «στρατόπεδα» και τα άκαρπα συμβούλια υπουργών, όπως το χθεσινό.
Ακόμη και να καταφέρουν κάποια στιγμή οι «27» να υιοθετήσουν πλαφόν από 1η Ιανουαρίου, κάτω των 200 ευρώ η μεγαβατώρα, όπως ζητούν επίμονα Ελλάδα, Ιταλία, Βέλγιο και άλλοι, αυτό δεν θα έχει καμία επίπτωση στις τιμές, για όσο αυτές παραμένουν στα τρέχοντα επίπεδα.
Ο μοναδικός λόγος που η Αθήνα και άλλες κυβερνήσεις, επιμένουν στην επιβολή του, είναι γιατί εκτιμούν ότι ένα πλαφόν στα 160 και 190 ευρώ η μεγαβατώρα, θα μπορούσε ενδεχομένως να στείλει σήμα στις αγορές και να αποθαρρύνει την κερδοσκοπία. Ρεαλιστικό ή ευσεβείς πόθοι; Θα το δείξει η πράξη όταν και εφόσον, οι «27» συμφωνήσουν. Το πραγματικό πάντως διακύβευμα είναι να αποφευχθεί μια νέα έκρηξη στο φυσικό αέριο, όπως αυτή που προβλέπουν ότι θα συμβεί γύρω στο Μάρτιο του 2023 μεγάλοι διεθνείς χρηματοοικονομικοί οίκοι, ενώ θα έχει προηγηθεί ένας χειμώνας με αυξημένη ζήτηση, μετά το τέλος του οποίου, οι χώρες θα πρέπει να εφοδιαστούν ξανά και να γεμίσουν τις αποθήκες τους για το 2023.
Και οι προμηθευτές;
Ένα πάντως είναι βέβαιο. Δεν υπάρχει γυρισμός στις προ κρίσης τιμές, των 20 και 40 ευρώ, όπως μαρτυρούν εμμέσως και οι προτάσεις σειράς χωρών, όπως η Ελλάδα, για επιβολή πλαφόν στα 150- 200 ευρώ. H ενεργειακή κρίση που ζούμε είναι η πρώτη εκ των πολλών που θα ακολουθήσουν στο μέλλον, θυμίζουν οι ειδικοί, και όσο πιο γρήγορα απαλλαγεί η ΕΕ από το φυσικό αέριο, τόσο μικρότερες θα είναι οι πιθανότητες μιας επόμενης κρίσης, παρόμοιας ή χειρότερης, με την τωρινή.
Από εκεί και πέρα, παραμένει εντελώς αβέβαιο κατά πόσο θα βγει λευκός καπνός στην επόμενη συνάντηση των υπουργών Ενέργειας (13 Δεκεμβρίου) ή ακόμη και αν αυτό συμβεί και οριστεί μια «λογική» ανώτατη τιμή, κατά πόσο οι προμηθευτές αερίου θα την αποδεχθούν. Δεν αναφερόμαστε στην Gazprom, οι πωλήσεις της οποίας αντιπροσωπεύουν πλέον το 9% των συνολικών εισαγωγών της Ευρώπης από 40% τον Ιανουάριο, παρά στους μεγάλους παρόχους αερίου και LNG, όπως οι εταιρείες των ΗΠΑ και της Νορβηγίας, οι οποίες δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θέλουν να πωλούν αέριο στους Ευρωπαίους πελάτες τους σε κάποια ανώτατη, προκαθορισμένη τιμή.
«Αν η Ευρώπη περιορίσει την τιμή του φυσικού αερίου, θα της γυρίσει μπούμερανγκ», έχει δηλώσει πρόσφατα στην γαλλική Les Echos ο Γιόνας Γκαρ Στέρε, πρωθυπουργός της Νορβηγίας, του κορυφαίου προμηθευτή αερίου της Ευρώπης, απορρίπτοντας τις κατηγορίες κατά της χώρας του, περί «πολεμικής κερδοσκοπίας», και καλώντας την ΕΕ, εάν επιθυμεί, να συνάψει μακροπρόθεσμα συμβόλαια με τη κρατική Equinor.
Το σκεπτικό του; Οτι η Ευρώπη θα παραμείνει εξαρτημένη για πολλές ακόμη δεκαετίες από το αέριο μέχρι να πετύχει τη πλήρη ενεργειακή μετάβαση σε μηδενικούς ρύπους.
Τα υπερκέρδη
H Νορβηγία προσδοκά φέτος έσοδα -ρεκόρ ύψους 113 δισ. δολαρίων από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι οποίες του χρόνου αναμένεται να εκτιναχθούν στα 132 δισ δολάρια, πέντε φορές υψηλότερα από εκείνα του 2021, επιδόσεις που αρκετοί Ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν επικρίνει δημόσια.
Εκτός των Νορβηγών, κατηγορίες ότι αποκομίζουν υπερκέρδη, πουλώντας ακριβά στους Ευρωπαίους, είχε εξαπολύσει προ μηνός ο πρόεδρος Μακρόν και στους Αμερικάνους, με τη διαφορά πως δεν είναι οι μόνοι που επωφελούνται. Εξαιτίας του LNG trading, στο γ' τρίμηνο του 2022, η γαλλική TotalEnergies ανακοίνωσε κέρδη ρεκόρ στα 6,7 δισ. δολάρια (+40% από πέρυσι), η Shell εμφάνισε κέρδη 9,5 δισ. δολ, η Eni, 16,2 δισ στο εννεάμηνο και η Exxon Mobil, 42,9 δισ. (206%). Οι παραπάνω εταιρείες, όπως και όλοι όσοι πωλούν φυσικό αέριο δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα συμφωνήσουν να πωλούν από το 2023 αέριο στην Ευρώπη με τιμές πλαφόν.
Τι καθορίζει τις τιμές
Έπειτα, τις τιμές τις καθορίζει η ζήτηση, όχι τα πλαφόν. Όσο αυτή παραμένει ψηλά και η προσφορά LNG δεν είναι απεριόριστη, αυτές θα αυξάνονται. Αν ο χειμώνας αποδειχθεί βαρύτερος του αναμενόμενου κατά 0,3 βαθμούς, τα αποθέματα θα τελειώσουν νωρίτερα και θα χρειαστεί επιπλέον μείωση κατανάλωσης, σύμφωνα με την Oxford Economics. Αν η Κίνα άρει νωρίτερα όλους τους περιορισμούς λόγω Covid, επίσης θα αυξηθούν ζήτηση και τιμές.
Υπό αυτή την έννοια, η συζήτηση ότι με την επιβολή πλαφόν θα μειωθεί σημαντικά η τιμή του αερίου, είναι παραπλανητική. Ούτε αυτό πρόκειται να συμβεί, ούτε πολύ περισσότερο έχουν πάρει διαβεβαιώσεις οι Ευρωπαίοι από τους προμηθευτές LNG ότι θα συνεχίσουν να τους πωλούν στις τιμές που θα επιλέξουν να βάλουν πλαφόν. Ο μόνος τρόπος να υποχωρήσουν οι τιμές είναι να υποχωρήσει η ζήτηση για αέριο. Όταν τελειώσει ο πόλεμος και μειωθεί η αβεβαιότητα, επίσης θα υπάρξει μείωση, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψουν στα 20 και 40 ευρώ του 2019. Το αμερικανικό LNG θα παραμείνει ένα παγκόσμιο commodity, όπως ο σίδηρος και το αλουμίνιο και ακριβώς επειδή δεν υπάρχει υπερπροσφορά και η ζήτηση γι' αυτό είναι τεράστια, οι τιμές θα διαμορφώνονται από τη σπανιότητα του προϊόντος. Είναι όπως με τα διαμάντια...
Θα χρειαστούν 3-4 χρόνια μέχρι να γίνουν οι κατάλληλες επενδύσεις και να αυξηθεί η παραγωγική δυναμικότητα LNG στις ΗΠΑ, αλλά και να κατασκευαστούν οι πρόσθετες υποδομές στην Ευρώπη, προκειμένου να δούμε πως θα διαμορφωθεί αυτή η νέα πραγματικότητα.