Ο χειμώνας έρχεται, στέλνει ξανά το φυσικό αέριο πάνω από τα 120 ευρώ και μας θυμίζει πόσο ευάλωτη είναι η Ευρώπη και πόσο βλάπτει ο εφησυχασμός, όταν ο πόλεμος βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, όπως δείχνουν οι χθεσινές εξελίξεις στην Πολωνία.
Δίχως αυτές να έχουν ακόμη αποτιμηθεί από την αγορά αερίου, τις τελευταίες 48 ώρες, λόγω της πρόβλεψης για πτώση της θερμοκρασίας στην ΒΔ Ευρώπη, και συνδυαστικά με κάποια προβλήματα στις εξαγωγές αμερικανικού LNG, οι τιμές εκτινάχθηκαν από τα 97 στα 127 ευρώ. Τι θα συμβεί αν ξαφνικά κλιμακωθεί ο πόλεμος; Τι τιμές θα δούμε τον Δεκέμβριο όταν οι χαμηλές θερμοκρασίες συνδυαστούν με την αυξημένη ζήτηση από Κίνα; Μπορεί το φυσικό αέριο να φτάσει πάλι στα 200 ευρώ; Ίσως, όχι τόσο ψηλά, απαντούν οι ειδικοί, χωρίς να αποκλείουν όμως τιμές 140-150 ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση θα επιστρατευτούν ξανά οι εθνικοί προϋπολογισμοί και τα δοκιμασμένα μοντέλα επιδοτήσεων, αφού μόνιμη ευρωπαϊκή λύση δεν υπάρχει ακόμη.
Στις Βρυξέλλες η κρατούσα άποψη, βοηθούμενη από τη μέχρι πρότινος βουτιά των τιμών, είναι ότι η ενεργειακή κρίση αποκλιμακώνεται, ιδιαίτερη διάθεση για δράση δεν φαίνεται να υπάρχει και αρκετοί ελπίζουν ότι ο πόλεμος θα μπορούσε κάποια στιγμή και να τελειώσει. Οκτώ ημέρες πριν το συμβούλιο των υπουργών Ενέργειας της 24ης Νοεμβρίου, η εικόνα παραπέμπει περισσότερο στο ότι μπορούμε να κατεβάσουμε ταχύτητες, παρά σε μια συνεχή κατάσταση συναγερμού.
Η διακύμανση της χθεσινής πορείας της τιμής για τα συμβόλαια Δεκεμβρίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο παραγώγων TTF. Η αγορά έκλεισε πριν το περιστατικό με τον πύραυλο στην Πολωνία και άρα δεν πρόλαβε να το αποτιμήσει.
To κλίμα χαλάρωσης αποτυπώνεται στις χθεσινές δηλώσεις της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάινεν από τη G20 (κατήγγειλε ξανά τη Ρωσία ότι προτιμά να «καίει» το αέριό της αντί να το πουλά, χωρίς να μιλήσει για μέτρα), αλλά και στις συζητήσεις στους διαδρόμους των Βρυξελλών, όπου τίποτα δεν προδιαθέτει πως κινούμαστε στην κατεύθυνση να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα στους 27.
Αν και η Κομισιόν φέρεται να επισπεύδει τις διαδικασίες για ενα μηχανισμό προσωρινού πλαφόν στο αέριο, μετά και την προειδοποίηση πλειάδας χωρών, (Βέλγιο, Ελλάδα, Ιταλία, Πολωνία), για βέτο στο συνολικό ενεργειακό πακέτο, εντούτοις οι πιθανότητες να είναι έτοιμη η πρόταση ως το συμβούλιο των υπ. Ενέργειας, είναι μικρές.
Σε αυτό το περιβάλλον εφησυχασμού προβάλει το εξής ερώτημα: Τι θα συμβεί αν τελικά ο φετινός χειμώνας αποδειχθεί πιο βαρύς που συνεπάγεται μεγάλη αύξηση της τελικής κατανάλωσης; Αν έχουμε στην Ευρώπη θερμοκρασίες 0,3 βαθμούς Κελσίου χαμηλότερες από το συνηθισμένο, που σημαίνει ότι τα αποθέματα θα μειωθούν σε κρίσιμα επίπεδα, απαιτώντας την περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 4%, όπως εκτιμά η Oxford Economics;
Στις Βρυξέλλες επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία, βλέπουν ότι οι αρχικοί φόβοι δεν δείχνουν να επιβεβαιώνονται, ότι η Ευρώπη θα αποφύγει την επιβολή δελτίου στη χρήση φυσικού αερίου κατά τους χειμερινούς μήνες, ωστόσο δεν συμμερίζονται όλοι την ίδια άποψη.
Στην Γερμανία, μπορεί οι αρχές να υποστηρίζουν ότι η πιθανότητα διακοπών ρεύματος έχει απομακρυνθεί, ωστόσο το ενδεχόμενο ενός μπλακ άουτ συνεχίζει να συζητείται. Σχέδιο εκτάκτου ανάγκης που αποκάλυψε το Reuters προβλέπει ακόμη και την πιθανότητα επιβολής capital controls με όριο στις αναλήψεις, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ρευστότητα σε περίπτωση μεγάλων ενεργειακών ελλείψεων, οι οποίες θα θέσουν σε κίνδυνο την ίδια τη λειτουργία της οικονομίας, καθώς και ότι αν χρειαστεί η γερμανική Κεντρική Τράπεζα θα ρίξει επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ στην αγορά.
Αν και η ενεργειακή κρίση δεν έχει τελειώσει, και κυρίως, παρ' ότι μπορεί να είναι η πρώτη από τις πολλές που θα έρθουν, όπως λένε οι ειδικοί, αφού τα δομικά προβλήματα είναι πολλά και η απανθρακοποίηση εξελίσσεται χωρίς ουσιαστικό στρατηγικό σχέδιο, η κρατούσα εικόνα σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ότι οι ρυθμοί για την εξεύρεση των μόνιμων λύσεων μπορούν να περιμένουν.
Επικρατεί μια αίσθηση ανακούφισης ότι η Ευρώπη μπορεί ενδεχομένως να επιβιώσει τον φετινό χειμώνα με μερικές μόνο μελανιές, και η εύρεση λύσης στα δομικά ζητήματα, με βασικότερο, την ανάγκη αποσύνδεσης των τιμών ρεύματος από αυτές του φυσικού αερίου, παραπέμπεται για τους πρώτους μήνες του 2023. Οταν δηλαδή τα αποθέματα φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες θα έχουν ξανά μειωθεί, ο αγώνας δρόμου για την αναπλήρωσή τους θα αρχίσει εκ νέου και κατά συνέπεια, οι τιμές του ρεύματος, που θα παραμένει συνδεδεμένο με τις διακυμάνσεις του αερίου, θα ξαναπάρουν φωτιά.