Η επίσημη γραμμή της Ευρώπης είναι ότι κατάφερε να απεξαρτηθεί ενεργειακά από τη Ρωσία και ότι τα χειρότερα βρίσκονται πίσω μας. Την σιγουριά της ενισχύουν η βουτιά του φυσικού αερίου σε χαμηλό διετίας, οι κατά 60% γεμάτες αποθήκες, οι συνεχείς ροές αμερικανικού LNG και η μειωμένη ακόμη ζήτηση από τη βιομηχανία καθώς οι οικονομίες παλεύουν να ανακάμψουν. Στην κατεύθυνση αυτή κινείται και η χθεσινή γραμμή της Κομισιόν προς τις κυβερνήσεις να δώσουν τέλος στις ενεργειακές επιδοτήσεις ως τα τέλη του 2023, γεγονός που υπαγορεύει η επιστροφή στην δημοσιονομική πειθαρχία.
Και αν ο ενεργειακός κίνδυνος δεν έχει εντελώς παρέλθει; Αν δηλαδή τα χαμηλά υδάτινα αποθέματα λόγω ξηρασίας σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αυξήσουν την ζήτηση για φυσικό αέριο και αυτό ανεβάσει τις τιμές, σε συνδυασμό με την σταδιακή ανάκαμψη της Κίνας; Τι άμυνες έχει η Ευρώπη απέναντι σε ένα φυσιολογικό και όχι ζεστό χειμώνα, όπως του 2023, όπου οι οικονομίες θα επιστρέψουν σε κανονικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η κατανάλωση και οι τιμές θα αυξηθούν, δυσκολεύοντας τον έλεγχο του πληθωρισμού;
Και κυρίως τι θα συμβεί αν ο Πούτιν επιχειρήσει ένα νέο εκβιασμό; Το σενάριο κήρυξης από το Κρεμλίνο ενός νέου ενεργειακού πολέμου είναι ακραίο, αλλά όχι απίθανο. Ενώ οι εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγών έχουν μειωθεί κοντά στο 90%, η Ευρώπη παραμένει υπό μια έννοια «όμηρος» της Μόσχας, καθώς οι εξαγωγές ρωσικού LNG προς αυτήν αυξήθηκαν πέρυσι κατά 39%. Όγκοι, ίσοι με 22 δισ. κυβικά μέτρα, σαφώς μικρότεροι από τα 155 δισ. που εισήγαγε κάθε χρόνο η Ευρώπη πριν τον πόλεμο, όχι όμως αμελητέοι.
Το 2022, οι ρωσικές εισαγωγές ρωσικού LNG κατέγραψαν σημαντική αύξηση, όπως δείχνουν (έκθεση της ICIS)
Ενώ η μετάβαση στο LNG έγινε, υποτίθεται, για να τερματιστεί η εξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, εντούτοις η Ευρώπη είναι εκτεθειμένη με τη στάση που ακολουθεί να κρατά ανοιχτό «παράθυρο» στο ρωσικό LNG, καθώς αρκετοί από τους «27» αρνούνται να διακόψουν τις συναλλαγές με τη Ρωσία. Έτσι πέρυσι, η Μόσχα ήταν ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές υγροποιημένου αερίου της Ευρώπης (με μερίδιο 16%), τακτική που συνεχίζεται και φέτος, με την ΕΕ να αποστέλλει δισ. δολάρια στις ρωσικές εταιρείες Gazprom και Novatek, χρηματοδοτώντας στην ουσία η ίδια τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Οι ρωσικές απειλές
Κάποιοι εκτιμούν ότι ο Πούτιν που βολεύεται προφανώς από αυτή τη κατάσταση και έχει δει τα ρωσικά ταμεία να υφίστανται σοβαρή ζημιά από τη διακοπή των ρωσικών ροών μέσω αγωγών, δεν πρόκειται να επιχειρήσει νέο εκβιασμό. Και εκλαμβάνουν το πρόσφατο tweet της Gazprom, ότι «η Ευρώπη κατάφερε να βγάλει τον χειμώνα λόγω των ήπιων θερμοκρασιών, αλλά δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η φύση θα σας ξανακάνει τέτοιο δώρο», περισσότερο ως κούφια λόγια ενός ηγέτη, χωρίς αφήγημα, αυτοεγκλωβισμένου στην αυτοκρατορική του φαντασίωση, παρά ως υπαρκτό κίνδυνο. Καθώς όμως αυξάνονται οι πολιτικές πιέσεις εντός ΕΕ, προκειμένου να κλείσει το ρωσικό «παραθυράκι» όσον αφορά την εξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Η αλήθεια είναι ότι ο Πούτιν δεν έχει τα ίδια όπλα με πέρυσι για να κηρύξει ένα νέο ενεργειακό πόλεμο. Οι ευρωπαϊκές αποθήκες είναι γεμάτες κατά 60% και πάνω, περίπου είκοσι ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας 5ετίας και αν η ζήτηση παραμείνει τόσο χαμηλή, μπορεί να φτάσουν ακόμη και το 100% μέχρι τα τέλη Αυγούστου, σύμφωνα με την Morgan Stanley.
Το πρόβλημα πλέον δεν είναι τόσο η Ρωσία, όσο ότι η ΕΕ είναι αναγκασμένη να βασίζεται αποκλειστικά στο LNG. Η αποκλειστική εξάρτηση από ένα και μόνο παγκόσμιο εμπόρευμα συνιστά από μόνη της πρόβλημα. Εκθέτει την Ευρώπη σε απότομες διακυμάνσεις τιμών και αστάθεια που θα πυροδοτήσουν μια απότομη ανάκαμψη της κατανάλωσης παγκόσμια. Το δείχνει μια απλή σύγκριση των σημερινών χαμηλών τιμών διετίας στο φυσικό αέριο με εκείνες τις οποίες προμηθεύονται οι καταναλωτές σε ΗΠΑ και Καναδά. Δουλεύουν αμφότεροι με πάρα πολύ φθηνή ενέργεια, κοντά στο 20%-30% του μέσου ευρωπαϊκού κόστους. Και η σύγκριση αφορά τις χθεσινές τιμές των 28 ευρώ / Mwh (στο ολλανδικό χρηματιστήριο TTF), όχι τις περυσινές των 200 και 300 ευρώ. Δηλαδή παρ' ότι 90% χαμηλότερες απ' ότι πέρυσι, εξακολουθούν να παραμένουν διπλάσιες από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας, με την αγορά να εκτιμά ότι θα παραμείνουν υψηλές για μερικά ακόμη χρόνια, επηρεάζοντας προφανώς και τις τιμές στο ρεύμα.
Τέλος στις επιδοτήσεις, απουσία «Plan B»
Και κάπου εδώ μπαίνει στην συζήτηση το νέο ευρωπαϊκό καθεστώς. Επισήμως χθες η Κομισιόν ζήτησε από τις κυβερνήσεις να αποσύρουν μέχρι τα τέλη του έτους όλα τα μέτρα στήριξης, δηλαδή τις επιδοτήσεις, στο ηλεκτρικό ρεύμα. Σε περίπτωση νέου ράλι στα χρηματιστήρια ενέργειας, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι η στήριξη πρέπει να είναι στοχευμένη μόνο στους ευάλωτους καταναλωτές. Δεν υπάρχει όμως κάποια συγκεκριμένη πρόβλεψη για το τι θα συμβεί σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης. Η γραμμή της ΕΕ είναι ότι από το 2024 και μετά θα πρέπει τα κράτη μέλη να ακολουθούν μια συνετή δημοσιονομική στρατηγική, ωστόσο απουσιάζει από την έκθεση η παραμικρή αναφορά σε ένα «Plan B» εάν και εφόσον εμφανιστεί νέα κρίση στον ορίζοντα.
Εξαιτίας των επιδοτήσεων, η Ελλάδα είναι κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο όσον αφορά τις τιμές ρεύματος που πλήρωσαν τα νοικοκυριά (στοιχεία ΕΕ για το 4ο τρίμηνο 2022)
Ο εξορθολογισμός των επιδοτήσεων είναι απαραίτητος, ωστόσο χάρη σε αυτές διατηρήθηκε χαμηλό το κόστος για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα. Η χώρα φιγουράρει στις πρώτες θέσεις των ακριβότερων χονδρεμπορικών αγορών της Ευρώπης για το τέταρτο τρίμηνο του 2022, (υψηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο, χαμηλή συνεισφορά των ΑΠΕ, απουσία πολλών φθηνών πηγών ενέργειας όπως νερά και πυρηνικά, καθώς και λογής στρεβλώσεων), όταν όμως το ίδιο διάστημα βρίσκεται στη λίστα με τις φθηνότερες αγορές σε ό,τι αφορά την τιμή ηλεκτρικού ρεύματος που πλήρωσαν τα νοικοκυριά. Η Ελλάδα χρωστάει τη θέση της στον κατάλογο των φθηνών χωρών, με βάση την τιμή ρεύματος στη λιανική, αποκλειστικά στις κρατικές επιδοτήσεις, που κατά σημαντικό μέρος καλύφθηκαν από τα υπερέσοδα των παραγωγών στη χονδρεμπορική, με την επιβολή του πλαφόν. Καθεστώς που τελειώνει τον Σεπτέμβριο, με τις επιδοτήσεις να αποσύρονται οριστικά μέχρι τον Δεκέμβριο.
Σε πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν για την ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού, προκύπτει ότι ότι κατά το 4ο τρίμηνο του 2022, τα ελληνικά νοικοκυριά, εξαιτίας των επιδοτήσεων πλήρωσαν την κιλοβατώρα πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στα 17,07 λεπτά. Τις χαμηλότερες τιμές ρεύματος πλήρωσαν στην Ολλανδία (8,4 λεπτά/kWh), στην Βουλγαρία (11,3 λεπτά) και στην Ουγγαρία (12,2 λεπτά). Τις ακριβότερες χρεώθηκαν οι καταναλωτές στη Δανία (62,4 λεπτά), στην Ιταλία (61,2 λεπτά) και στο Βέλγιο (43,2 λεπτά).