ΔΕΗ: Λιγότερο ρίσκο, περισσότερη αξία
Shutterstock
Shutterstock

ΔΕΗ: Λιγότερο ρίσκο, περισσότερη αξία

Η ΔΕΗ είναι η μετοχή που είχε την υψηλότερη απόδοση μετεκλογικά με κέρδη 22% σε έξι συνεδριάσεις. Ο παράγοντας «πολιτικό ρίσκο» σαφώς και έχει πλέον τιμολογηθεί χαμηλότερα μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, γεγονός που επιτρέπει στην εταιρεία να συνεχίσει το επενδυτικό της πρόγραμμα και την προσπάθεια μείωσης του ανθρακικού αποτυπώματος, χωρίς το θόρυβο παρεμβάσεων ή άλλων καταστάσεων που γεννούν ανεπιθύμητες παρενέργειες στον ισολογισμό της (κίνημα «δεν πληρώνω», κλπ).

Η χρηματιστηριακή πορεία ωστόσο της ΔΕΗ δεν αποδίδεται αποκλειστικά στη μείωση του πολιτικού ρίσκου. Τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη έδειξαν μια πιο στιβαρή επίδοση καθώς οι μη επαναλαμβανόμενοι παράγοντες περιορίστηκαν, ενώ η εταιρία ανέβασε προσεκτικά την εκτίμησή της για την πορεία της χρήσης.  

Ο κύκλος εργασιών μειώθηκε, αποτέλεσμα της μείωσης της ζήτησης στο σύστημα (-11,9%) η οποία είχε ως επακόλουθο τη μείωση τόσο σε μερίδια αγοράς στην παραγωγή (39,2% από 44,7%) και τη λιανική (60,9% από 64%). Η εξέλιξη αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητική, αφού η ΔΕΗ κατάφερε να βελτιώσει τα περιθώρια κερδοφορίας της κρατώντας ένα πιο υγιές μερίδιο αγοράς που της έφερε 190 εκατ. ευρώ λειτουργικά κέρδη από παραγωγή και λιανική έναντι μόλις 64 εκατ. ευρώ πέρυσι. Το λειτουργικό κέρδος της διανομής επίσης επηρεάστηκε αρνητικά από τη μείωση της ζήτησης υποχωρώντας στα 83 εκατ. ευρώ από 100 εκατ. ευρώ πέρυσι, ενώ από τις ΑΠΕ η συνεισφορά ήταν 7 εκατ. ευρώ. Όλα μαζί αθροίζουν στα 280 εκατ. ευρώ. 

Στο α’ τρίμηνο η ΔΕΗ προαγόρασε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών της σε δικαιώματα εκπομπών δαπανώντας 561 εκατ. ευρώ, το οποίο εξηγεί την αύξηση κατά 642 εκατ. ευρώ του καθαρού δανεισμού. Με τα στοιχεία του τριμήνου για κάθε ένα MW η ΔΕΗ επιβαρύνεται με 0,65 δικαιώματα εκπομπής και σύμφωνα με την εκτίμηση της διοίκησης το ύψος της λιγνιτικής παραγωγής, που ευθύνεται κυρίως για τις δαπάνες σε CO2, αναμένεται να μείνει στα περυσινά επίπεδα.

Παρόλα αυτά η νέα μονάδα των 660 MW στην Πτολεμαΐδα που θα μπει σε κανονική λειτουργία τον Σεπτέμβριο έχει μικρότερο ανθρακικό αποτύπωμα, καθώς όπως φαίνεται από τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ στη δοκιμαστική λειτουργία συνεισφέρει το 21% της συνολικής λιγνιτικής παραγωγής (1.594GWh) με συνολική επιβάρυνση 307,6 χιλιάδων τόνων CO2. Επομένως, η ΔΕΗ ενδεχομένως να καταφέρει να βελτιώσει στην πορεία της χρονιάς το προφίλ της βάζοντας μια πιο καθαρή μονάδα σε λειτουργία και μειώνοντας την παραγωγή από άλλες πιο ρυπογόνες. 

Στις ΑΠΕ η προσθήκη νέων MW συνεχίζεται με το εγκατεστημένο δυναμικό πλέον να ανέρχεται σε 603 ΜW με προοπτική σε ένα χρόνο μόνο στην Ελλάδα η δυναμικότητα να φθάσει τα 1.500 ΜW καθιστώντας τη ΔΕΗ ως το μεγαλύτερο πάροχο ΑΠΕ στη χώρα. Επιπλέον, η ολοκλήρωση της συναλλαγής στη Ρουμανία το φθινόπωρο θα προσθέσει άλλα 534 πράσινα MW και ένα δυνητικό ανεκτέλεστο αδειών 5,4 GW. Στο τέλος του 2024 η ΔΕΗ μπορεί να έχει ξεπεράσει τα 2.000 MW αθροιστικά ενώ θα έχει σε εξέλιξη άλλα 1600 MW έως το τέλος του 2026.

Δεδομένης της μείωσης των τιμών στο φυσικό αέριο και τη μείωση των εισαγωγών η θετική αναθεώρηση του EBITDA ήρθε μάλλον αναμενόμενα. Από την άλλη πλευρά δεν παραγνωρίζεται η αύξηση των χρηματοοικονομικών εξόδων κατά 56 εκατ. ευρώ τα οποία έχουν ένα πιο μόνιμο χαρακτήρα. Όπως και να έχει ο πήχης της λειτουργικής κερδοφορίας για φέτος βρίσκεται στα 1,2 δισ. ευρώ χωρίς τη Ρουμανία, η οποία αν κλείσει νωρίς το φθινόπωρο θα μπορούσε να δώσει άλλα 50 - 70 εκατ. ευρώ σε EBITDA

Κοιτώντας την αποτίμηση η ΔΕΗ δεν μπορεί να συνεχίσει να διαπραγματεύεται κάτω από 5 φορές τα λειτουργικά της κέρδη, η αποτίμηση αυτή θα ήταν ορθή αν η ΔΕΗ είχε μόνο συμβατικές μονάδες παραγωγής ενέργειας (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, λιγνίτης). Η προσθήκη νέων ΑΠΕ σε λειτουργία (προσδοκώμενη συνεισφορά 120 εκατ. ευρώ το 2024) δεν γίνεται να αποτιμάται τόσο χαμηλά, όπως και η δυνητική προστιθέμενη αξία της συναλλαγής της Ρουμανίας τη στιγμή που υπάρχουν ολοκληρωμένες συναλλαγές σε διψήφιους πολλαπλασιαστές επιχειρηματικής αξίας.

Για τον ΔΕΔΔΗΕ είναι γνωστή η αξία από την πρόσφατη συναλλαγή πώλησης του 49% από την Macquarie Asset Management (2,3 δισ. ευρώ). Απομένουν τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια (3.200 MW) και το μερίδιο αγοράς στη λιανική. Μια πολύ αυστηρή και πρόχειρη «σούμα» μας δίνει 13 ευρώ ανά μετοχή. Προς το παρόν. Το κυριότερο είναι ότι πλέον η ΔΕΗ έχει να αντιμετωπίσει το ρίσκο της δικής της ικανότητας να παραδώσει στην ώρα τους αυτά που έχει υποσχεθεί. Και μέχρι στιγμής δεν τα έχει πάει άσχημα.