Το στοίχημα της δασοπυρόσβεσης είναι η απώλεια όσο το δυνατόν λιγότερων εκταρίων δάσους και άρα η διαφύλαξη του υδάτινου ορίζοντα, των εδαφών, η αποφυγή πλημμυρών, η βελτίωση του μικροκλίματος και η προστασία της πανίδας.
Στον περιορισμό των καμένων εκτάσεων πρέπει να επικεντρώνεται ένα καλό σύστημα δασοπυρόσβεσης, καθώς πάντα θα έχουμε πυρκαγιές, λόγω και της επελαύνουσας κλιματικής κρίσης, η οποία πάντως επουδενί δεν πρέπει να αποτελεί δικαιολογία.
Οι επιδόσεις μιας σειράς μεσογειακών γειτονικών μας χωρών, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, καθώς και η Τουρκία, δείχνουν ότι τα καταφέρνουν καλύτερα από την Ελλάδα. Η ετήσια καταστροφή από πυρκαγιές σε αυτές είναι μικρότερη.
Ποια είναι η συνταγή; Η απάντηση βρίσκεται στη διαχείριση της πρόληψης και της καταστολής δασικών πυρκαγιών από ένα και μόνο ενιαίο φορέα. Τον ενιαίο Φορέα Δασοπροστασίας. Χρειάζεται να ενισχύσουμε τη Δασική Υπηρεσία όσον αφορά την πρόληψη των πυρκαγιών και την πρώτη προσβολή, με την Πυροσβεστική να έχει φυσικά το δικό της ρόλο, ιδιαίτερα στην προστασία ανθρώπων και οικισμών.
Η σημερινή φιλοσοφία είναι λάθος. Γιατί; Διότι, ο φορέας που ζει τα δάση, τα διαχειρίζεται, γνωρίζει τους δρόμους, τα μονοπάτια και τον άνεμο και που είναι η Δασική Υπηρεσία, δεν έχει τον συντονισμό και έχει περιθωριοποιηθεί.
Σε όλες τις άλλες μεσογειακές χώρες, η πρόληψη των πυρκαγιών γίνεται κυρίως από τη Δασική Υπηρεσία, η δε, καταστολή τους συντονίζεται από ένα ισχυρό Δασικό Σώμα. Οι λοιποί οργανισμοί, όπως κυρίως η Πυροσβεστική, αλλά και ο Στρατός, η Αστυνομία και οι ΟΤΑ συνεπικουρούν.
Είχαμε και στην Ελλάδα μέχρι το 1998 ένα παρόμοιο σώμα, τη Δασική Υπηρεσία, η οποία παρά τις πολλές της ατέλειες κατάφερνε να ανταπεξέρχεται αρκετά αποτελεσματικά στις δύσκολες απαιτήσεις μιας μεσογειακής χώρας. Κάθε άλλη δύναμη λειτουργούσε κάτω από την δική της ομπρέλα σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Στα φλεγόμενα μέτωπα έμπαιναν τα έμπειρα στελέχη του Δασικού Σώματος. Τα συνέδραμε το Σώμα Αερομεταφερόμενων Δασοπυροσβεστών («δασοκομμάντος»), αλλά και το Δασικό Σώμα (ΔΑΣΩ), που είχαν ιδρυθεί το 1991 επί δικής μου θητείας ως ΓΓ Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος.
Και η Πυροσβεστική λειτουργούσε επικουρικά μεν, αποφασιστικά δε, βοηθώντας το δασικό σώμα και προφυλάσσοντας κυρίως οικισμούς και επικίνδυνες εγκαταστάσεις, όπως πρατήρια καυσίμων και εργοστάσια. Συμμετείχε δε, και στην κυρίως δασοπυρόσβεση, αλλά υπό τις οδηγίες του έμπειρου δασάρχη.
Συνέπρατταν λοιπόν οι δύο υπηρεσίες με τον καλύτερο για την κάθε μια τρόπο. Κάθε μια έκανε καλά τη δουλειά που γνώριζε. Αποτέλεσμα, και η φωτιά να σβήνει γρηγορότερα και να μην καίγονται οικισμοί. Έως και το 1998 οι οικισμοί πέριξ των δασών παρέμεναν ανέπαφοι.
Τα πάντα άλλαξαν το 1998, όταν ο τότε υπ. Γεωργίας Στέφανος Τζουμάκας έπεισε τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη να μεταφέρει τη Δασοπυρόσβεση από τη Δασική Υπηρεσία στην Πυροσβεστική.
Σαν να ανατέθηκε από τη διοίκηση ενός νοσοκομείου η ευθύνη για εγχειρήσεις ανοικτής καρδιάς σε έναν οδοντίατρο!
Αντιλαμβάνομαι ότι ακούγεται υπερβολικό σαν σχήμα λόγου αλλά δεν είναι. Ούτε σκοπό έχω να ψέξω την Πυροσβεστική. Απλώς, το Πυροσβεστικό Σώμα δεν είναι από τη φύση του εκπαιδευμένο να αντιμετωπίζει πυρκαγιές στο φυσικό και γεωργικό περιβάλλον.
Όλο τον υπόλοιπο χρόνο ασχολείται με τυχόν σεισμούς, απεγκλωβισμούς και αστικές πυρκαγιές. Το δε, καλοκαίρι καλείται να δώσει μάχη με τις φλόγες στα δάση. Καλείται να διαχειριστεί ένα αντικείμενο που δεν γνωρίζει πολύ καλά. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο, επειδή δεν γίνεται η σωστή ανάσχεση της πυρκαγιάς στο δάσος, την βλέπουμε να ξεχύνεται προς τους οικισμούς.
Τα αποτελέσματα της αλλαγής του 1998 υπήρξαν καταστροφικά. Αποκορύφωμα, το καλοκαίρι του 2007 όταν κάηκαν 2,7 εκατομμύρια στρέμματα, έχασαν τη ζωή τους 84 άνθρωποι και καταστράφηκαν 1.500 σπίτια. Ακολούθησε το 2021, μια επίσης καταστροφική χρονιά, με 1,3 εκατ. καμένα στρέμματα.
Εκείνη η λάθος απόφαση του 1998 μας στοίχισε ακριβά. H Δασική Υπηρεσία σχεδόν διαλύθηκε και μια συσσωρευμένη πείρα 150 ετών χάθηκε.
Σήμερα, έχουμε φτάσει να διαθέτουμε ένα σύστημα πανάκριβο και αμφιβόλου αποτελεσματικότητας. Το δείχνει αυτό άλλωστε μελέτη του 2015 από τον υπαρχηγό ε.α. της Πυροσβεστικής Ανδριανό Γκουρμπάτση, σύμφωνα με την οποία το κόστος της καταστολής των πυρκαγιών κινείται σε ουρανομήκη ύψη.
Κι όμως, αρκεί να δούμε πως τα καταφέρνουν οι γείτονές μας.
Το παράδειγμα της Γαλλίας είναι χαρακτηριστικό: Τα μεσογειακού τύπου δάση της, δηλαδή τα εύφλεκτα, ανέρχονται σε 40 εκατομμύρια στρέμματα, έναντι 4 εκατομμυρίων στην Ελλάδα. Δηλαδή, τα ελληνικά ανέρχονται μόλις στο 1/10 των γαλλικών.
Και ενώ εκεί, με βάση στοιχεία της τελευταίας δεκαετίας, καίγονται 160.000 στρέμματα κατά μέσον όρο ετησίως, ο αντίστοιχος αριθμός στην Ελλάδα είναι 600.000 στρέμματα και πλέον.
Πώς εξηγείται αυτό; Όπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο Δρ Λευτέρης Σταματόπουλος, δασολόγος - περιβαλλοντολόγος, όταν ανιχνεύεται μια πυρκαγιά, η Γαλλική Δασική Υπηρεσία (Office National des Forêts -ONF) συντονίζει εκείνη την επιχείρηση.
Διαθέτει 9.500 άτομα προσωπικό, όπως ομάδες πυρόσβεσης, δασολόγους, μηχανικούς, δασοπόνους, δασοφύλακες και διοικητικούς υπαλλήλους, 170 τοπικές βάσεις διάσπαρτες σε όλη τη Γαλλία, ένα στόλο 1.800 οχημάτων κάθε τύπου, 64 εναέρια μέσα - έναντι 89 φέτος της Ελλάδας ! - και κυρίως μια άψογη οργάνωση και υποστήριξη.
Διαβάζουμε τις τελευταίες εβδομάδες για τη συσσωρευμένη καύσιμη ύλη στα ελληνικά δάση λόγω της πρωτοφανούς φέτος ξηρασίας. Εύφλεκτη ύλη, η οποία έγινε μπουρλότο. Δίχως όμως προσωπικό ούτε καν στα πυροφυλάκια, μια ανύπαρκτη Δασική Υπηρεσία, δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα.
Από εκεί και πέρα, το νοικοκύρεμα των περιαστικών δασών, μαζί με τον καθαρισμό δασικών εκτάσεων και οικοπέδων είναι δουλειά των Δήμων, οι οποίοι οφείλουν με την απειλή προστίμων, να εφαρμόζουν τον νόμο. Ουδείς γνωρίζει αν το έκαναν ή οι απειλές έμειναν στα χαρτιά μην τυχόν και δυσαρεστηθούν οι παρανομούντες πολίτες ενόψει των επικείμενων εκλογών. Υπεύθυνη να τα ελέγξει αυτά είναι κατά το νόμο η αποκεντρωμένη διοίκηση.
Και ενώ συμφωνώ απόλυτα με τον έλεγχο και του τελευταίου ευρώ από τα κονδύλια που έχουν διατεθεί στους ΟΤΑ για αυτή τη δουλειά, εντούτοις οφείλω να πω ότι το ποσό των 25 εκατ. ευρώ που τους έχει διατεθεί για τον καθαρισμό, είναι ανεπαρκέστατο. Έχουμε 325 Δήμους με το Σχέδιο Καλλικράτης. Σκεφτείτε μόνο ότι το κόστος για την καταστολή των πυρκαγιών ξεπερνά τα 700 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Συμπέρασμα: Χρειάζεται θαρραλέα πολιτική βούληση, μια περιβαλλοντική επανάσταση. Να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι η δασοπροστασία είναι όπως η εθνική άμυνα. Κάθε χρόνο καταστρέφεται λίγο ή πολύ η πατρίδα μας. Ιδιαίτερη καταστροφή έχει υποστεί η Αττική, όπου ζουν τα 4 /10 του πληθυσμού.
Γιατί άραγε οι θερμοκρασίες κινούνται σε επίπεδα Λάρισας; Διότι μας λείπει το φυσικό κλιματιστικό του Λεκανοπεδίου, δηλαδή το δάσος του Τατοΐου. Λείπουν επίσης η Πεντέλη, η Ανατολική Πλαγιά της Πάρνηθας, τα δάση βορείως της Πάρνηθας που κάηκαν προ ολίγων ημερών (117.000 στρέμματα!), ο Κιθαιρώνας, ο Πατέρας, ο μισός Υμηττός, κλπ.
Η κατάσταση «φωνάζει» ότι κάτι δεν κάνουμε σωστά. Δεν επαρκεί ως εξήγηση η κλιματική αλλαγή. Επείγει μια δομική μεταρρύθμιση της πρόληψης και καταστολής των πυρκαγιών. Απαιτείται η ίδρυση ενός ενιαίου φορέα Δασοπροστασίας, όπου ο καθένας από τους συμμετέχοντες, θα έχει τον καλύτερο για αυτόν ρόλο.
Απαιτείται φυσικά μια καλά στελεχωμένη, αλλά και με κατάλληλο εξοπλισμό, δίκτυο παρατηρητηρίων, υποδομές, οργανωτικά επαρκής και με πλήρη αντιπυρικά σχέδια, Δασική Υπηρεσία. Και επειδή η δημιουργία της περίπου εκ του μηδενός θα πάρει καιρό, η επαναφορά των αρμοδιοτήτων της πρόληψης και της πρώτης προσβολής των πυρκαγιών στη Δασική Υπηρεσία πρέπει να είναι σταδιακή και σε άριστη συνεργασία με την Πυροσβεστική.
Στο νέο σύστημα, η Πυροσβεστική, όχι μόνο δεν θα περιθωριοποιηθεί, αλλά θα έχει ένα πολύ δυναμικό και ουσιαστικό ρόλο, που ταιριάζει με το χαρακτήρα της. Δηλαδή θα συμπράττει με τα δασαρχεία, θα συνεπικουρεί με οχήματα και κυρίως θα προστατεύει οικισμούς και εγκαταστάσεις. Αλλά αυτό που θα έχει τον συντονισμό πρέπει να είναι ένα σύγχρονο Δασικό Σώμα.
Δασική και Πυροσβεστική Υπηρεσία, η κάθε μια επικεντρωμένη σε αυτό που γνωρίζει καλύτερα, θα συνεργάζονται για τη σωτηρία της πατρίδας.
* Ο Δημήτρης Κατσούδας είναι αντιπρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερου Μελετών και υπήρξε ο πρώτος Γενικός Γραμματέας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος (1991-1993). Το έργο του αναγνωρίστηκε από το ομόφωνο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής το 2008.