Για τα εμπόδια που θέτει η Βουλγαρία στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ με τη Βόρεια Μακεδονία μίλησε σε συνέντευξή του στο σλαβομακεδονικό πρόγραμμα της Deutsche Welle (DW) ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας, Ζόραν Ζάεφ. Η Βουλγαρία μπλοκάρει την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων «λόγω ανοιχτών γλωσσικών και ιστορικών διαφορών» μεταξύ των δύο χωρών. H Σόφια αρνείται να αναγνωρίσει «μακεδονική» γλώσσα, την οποία θεωρεί απλά μία διάλεκτο της βουλγαρικής, και ζητά επίσης την «αποκατάσταση» των ιστορικών γεγονότων, όπως την απάλειψη όρων απαξιωτικών για τη Βουλγαρία από τα σχολικά βιβλία ιστορίας.
«Η Βουλγαρία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία μας στη δεκαετία του '90» αναφέρει ο κ. Ζάεφ στη συνέντευξή του στη DW. Και προσθέτει: «Με αυτό το δεδομένο θελήσαμε να επιβεβαιώσουμε ότι μοιραζόμαστε μία κοινή ιστορία, το δεχτήκαμε με τη Συνθήκη Φιλίας που υπογράψαμε με τη Βουλγαρία το 2017. Ναι, ένα μέρος της ιστορίας μας είναι κοινό, όμως από αυτή την ιστορία προέκυψαν δύο έθνη και δύο γλώσσες. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε την κοινή ιστορία ως κάτι που μας συνδέει, όχι ως κάτι που μας χωρίζει. Ο ισχυρισμός ότι η καταγωγή μας είναι βουλγαρική και η γλώσσα μας είναι δυτικοβουλγαρικό ιδίωμα, είναι πραγματικά ταπεινωτικός και μη αποδεκτός».
"26 κράτη-μέλη έχουν άλλη άποψη"
Ως προςτη στάση των υπόλοιπών χωρών-μελών της ΕΕ στις βουλγαρικές ενστάσεις, ο κ. Ζάεφ είναι κατηγορηματικός: «Είναι πολύ δύσκολο γι' αυτούς να αντιληφθούν το πρόβλημα. Δεν στηρίζουν τις απαιτήσεις αυτές, γιατί θέλουν μια εξήγηση για το πώς μπορεί κανείς να απαιτεί τέτοια πράγματα. Να μας ζητούν να αναγνωρίσουμε κάτι που είναι αντίθετο στο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, σε αυτά που πιστεύουμε για το ποιοι είμαστε και τι γλώσσα μιλάμε... Είναι πολύ δύσκολο να το αντιληφθούν, γι' αυτόν τον λόγο εκπλήσσονται οι υπόλοιπες 26 χώρες».
Ο κ. Ζάεφ επισημάινει επίσης ότι «η επίσημη θέση και το στρατηγικό συμφέρον της Βουλγαρίας είναι η ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ» και υπενθυμίζει, αναφορικά με τις διμερείς σχέσεις ότι «έχουμε ήδη μία πολύτιμη συμφωνία, η οποία μας προσφέρει λύσεις για το μέλλον, βελτιώνοντας τη συνεργασία μας σε μία σειρά τομέων. Πρέπει όμως να είμαστε συνετοί και αποφασισμένοι για να εφαρμόσουμε πλήρως αυτή τη συφωνία. Έχουμε ήδη πετύχει πολλά τους τελευταίους 20 μήνες. Έχουμε κοινές επιτροπές, οι οποίες πραγματεύονται ιστορικά και εκπαιδευτικά ζητήματα και έχουν ήδη συνεδριάσει δέκα φορές».