Ο μεγάλος κερδισμένος των εκλογών στην Τουρκική Δημοκρατία είναι αναμφίβολα ο ακραίος εθνικισμός. Ήδη η Τουρκία έχει εκλέξει από την 14η Μαΐου την πλέον συντηρητική και εθνικιστική Εθνοσυνέλευση στη σύγχρονη Ιστορία της, και στις σημερινές προεδρικές κάλπες, εφόσον δεν υπάρξει κάποια εξαιρετικά αμφίβολη έως απίθανη ανατροπή, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα έλθει να εδραιώσει με μία άνετη νίκη την εξουσία του για ένα τέταρτο του αιώνα.
Στην ετερογενή συμμαχία της αντιπολίτευσης θα σημάνει η ώρα ενός δύσκολου απολογισμού, που θα οδηγήσει την ίδια σε τροχιά διάλυσης και τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου προς το τέλος της πολιτικής του διαδρομής.
Έπειτα από 21 χρόνια κυριαρχίας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει αφήσει το στίγμα του όσο ουδείς άλλος μετά τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ στην Τουρκία. Αναμορφώνοντας ριζικά μία χώρα όπου η ισλαμική ταυτότητα, η εθνική υπερηφάνεια και αντίσταση σε «νουθεσίες» της Δύσης, και σαφώς ο «νέος Αιώνας» της Τουρκικής Δημοκρατίας που ευαγγελίζεται ο πρόεδρός της, αποδεικνύεται ότι μετρούν περισσότερο στην ψυχή και ψήφο των ψηφοφόρων έναντι της παραπαίουσας οικονομίας.
Η προδιαγραφόμενη νίκη του Ερντογάν έρχεται ως απόρροια της υποκατάστασης του Κεμαλισμού με ένα νέο μοναδικό ισλαμιστικό-εθνικιστικό και αντιδυτικό ιδεολόγημα που «βλέπει» την Τουρκία ως μία «μέση» δύναμη. Παρά τον καλπάζοντα πληθωρισμό και τις ανορθόδοξες δημοσιονομικές πολιτικές περί χαμηλών επιτοκίων, το δυσβάσταχτο κόστος ζωής, και τους δεκάδες χιλιάδες νεκρούς που μέτρησε η χώρα στους σεισμούς του Φεβρουαρίου, η προβολή ισχύος και το μήνυμα Ερντογάν για την εξίσου ισχυρή και εθνικά υπερήφανη Τουρκία άφησε στο περιθώριο την αιμορραγούσα οικονομία. Και εισακούστηκε από μεγάλο μέρος της συντηρητικής και εθνικιστικής βάσης.
Ο Ερντογάν διέψευσε δημοσκόπους και δυτικές εκτιμήσεις επικρατώντας στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών με 4,64 ποσοστιαίες μονάδες του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου (49,52% έναντι 44,88%), όχι μόνο επειδή ελέγχει τους καθεστωτικούς μηχανισμούς, τα μέσα ενημέρωσης και το δικαστικό σώμα, και έχει επί της ουσίας «αλώσει» σε δύο δεκαετίες κυριαρχίας τους πυλώνες του κεμαλικού κράτους.
Υπερίσχυσε επειδή ως ιδρυτής και ηγέτης του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) είναι ο ενσαρκωτής της τουρκικής ισλαμικής επανάστασης που ανέτρεψε την κεμαλική δομή του πολιτικού συστήματος, η οποία είχε οικοδομηθεί ακριβώς για να αποτρέψει την άνοδο ενός κόμματος του πολιτικού Ισλάμ στην εξουσία.
Είναι ο «αρχιτέκτονας» της ιδεολογικής αποδόμησης του Κεμαλισμού και της αντικατάστασής του από ένα νέο ιδεολόγημα, που σε μεγάλο βαθμό ομοιάζει με το πολιτικό πρόγραμμα της σουνιτικής Μουσουλμανικής Αδελφότητας της Αιγύπτου. Και παρά την πολιτική φθορά που αναπόφευκτα συνοδεύει τη μακρά παραμονή στην εξουσία, ο ίδιος κινητοποίησε μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων που κατήλθαν για πρώτη φορά στην κάλπη (φτάνοντας σχεδόν στο 93% των εγγεγραμμένων), καθώς φάνηκε να τους πείθει ότι η ιδεολογική επανάσταση κινδύνευε να ανατραπεί.
Το σταυροδρόμι στο οποίο βρέθηκε η Τουρκία σε αυτές τις εκλογές -κατά τις οποίες πράγματι για πρώτη φορά από το 2014 και την άμεση εκλογή προέδρου, ο Ερντογάν χρειάζεται να «περιμένει» τη δεύτερη Κυριακή για να πανηγυρίσει- αντικατοπτρίστηκε στο μαζικό ποσοστό συμμετοχής των ψηφοφόρων στον πρώτο γύρο της 14ης Μαΐου, το οποίο άγγιξε το 87%. Όμως όπως τότε, έτσι και σήμερα, ο ψηφοφόρος δεν οδεύει στην κάλπη σύμφωνα με την δυτική οπτική, που τον θέλει ως επί το πλείστον να «ψηφίζει με βάση την τσέπη του».
Μία παραμορφωτική οικονομο-κεντρική θεωρία που απλώς αντανακλά την δυτική εμπειρία, όχι την τουρκική πραγματικότητα. Στηρίζεται στην λογική ότι μια κυβέρνηση που διαχειρίζεται μια οικονομία, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλότατο πληθωρισμό, υποτιμημένο νόμισμα, χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, θα έχει αναπόφευκτη φθορά στις κάλπες. Αυτό μπορεί να ισχύει στη Δύση, όχι στην Τουρκία...
Το επίδικο σε αυτές τις εκλογές -μαζί με την κατεύθυνση και ταυτότητα της χώρας, και το μέλλον του Κράτους Δικαίου- είναι σαφώς η οικονομία της επόμενης ημέρας. Ωστόσο, η παράμετρος πιο πολύ δείχνει να απασχόλησε το εξωτερικό παρά το εσωτερικό. Αν και στα ανταλλακτήρια συναλλάγματος σχηματίζονται ουρές, εντούτοις σε πρώτο πλάνο βρέθηκε ο εθνικιστικός λόγος που διαχέεται σε αμφότερες τις αντίπαλες συμμαχίες.
Νικητής ο εθνικισμός
Αν κάποιος έχει στεφθεί ήδη νικητής πριν κριθεί οριστικά σήμερα η προεδρία είναι ακριβώς ο εθνικισμός, τον οποίο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σταθερά τροφοδότησε και ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου επιχείρησε να χρησιμοποιήσει ως «σανίδα σωτηρίας» στην αμφιλεγόμενη στροφή που πήρε κατόπιν της διάψευσης των προσδοκιών στον πρώτο γύρο. Η πιο συντηρητική και εθνικιστική Εθνοσυνέλευση αναμένεται να συγκροτηθεί προσεχώς σε σώμα, στην οποία και διατηρεί την πλειοψηφία με 322 έδρες η Λαϊκή Συμμαχία του AKP με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, υποστηριζόμενη από το Κόμμα Νέας Ευημερίας (YPR) του Φατίχ Ερμπακάν, γιου του πρώην πρωθυπουργού Νετζμετίν Ερμπακάν, και το ριζοσπαστικό ισλαμιστικό Huda-Par.
Σχεδόν ένας στους τέσσερις πολίτες έδωσε την ψήφο του σε εθνικιστικά κόμματα στις 14 Μαΐου. Tα ποσοστά του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Ντεβλετ Μπαχτσελί (10,7%), του Καλού Κόμματος (IYI) της Μεράλ Ακσενέρ που μετέχει στο συνασπισμό της αντιπολίτευσης (9,69%), της Συμμαχίας ΑΤΑ που στήριξε την υποψηφιότητα του Σινάν Ογάν (2,44%) και έτεροι μικρότεροι σχηματισμοί συνολικά φθάνουν να προσεγγίζουν το 25%. Με τις δυναμικές που διαμορφώνονται, εάν συνασπίζονταν μπορεί και να αναδεικνύονταν σε δεύτερη κοινοβουλευτική συμμαχία στην Εθνοσυνέλευση, ενώ το μέλλον μπορεί να φέρει ξανά τους Μεράλ Ακσενέρ, Σινάν Ογάν και Ουμίτ Οζντάγ να διαγκωνίζονται για την ηγεσία μίας «επανενωμένης» εθνικιστικής πτέρυγας μακριά από τα ηνία του Μπαχτσελί.
Παρά την πολυδιάσπαση του χώρου, τα εθνικιστικά κόμματα αναδείχθηκαν σε ρυθμιστικό παράγοντα των εκλογών, με τις αντίπαλες συμμαχίες να ερίζουν για τις ψήφους τους και την προσπάθεια να προσελκυστεί η ψήφος της Άκρας Δεξιάς να αλλάζει την υφή της εκστρατείας του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος και ανέβασε τη δόση της εθνικιστικής ρητορικής και της πόλωσης στοχοποιώντας τους πρόσφυγες με διακηρύξεις ότι θα τους «διώξει μόλις εκλεγεί». Οι πρόσφυγες και το Κουρδικό ζήτημα αποτελούν τα δύο βασικά «κεφάλαια» στην ατζέντα των εθνικιστών, και δεδομένου ότι ο Κιλιτσντάρογλου εξαρτάται από τη στήριξη του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP, επικέντρωσε στο Προσφυγικό.
Οι εθνικιστικές κορόνες για τους πρόσφυγες δεν ήταν αρκετές για να πείσουν τον τρίτο προεδρικό υποψήφιο Σινάν Ογάν, ο οποίος αναδείχθηκε σε όλο ρυθμιστή κατακτώντας ποσοστό 5,17% την 14η Μαΐου, να στηρίξει την αντιπολίτευση. Ο ακροδεξιός Ογάν συντάχθηκε με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, χωρίς να εξυπακούεται ότι αυτό θα πράξουν και οι ψηφοφόροι του, ο Κιλιτσντάρολγου όμως ζήτησε και έλαβε τη στήριξη του ακροδεξιού Κόμματος Νίκη του Ουμίτ Οζντάγ, βασική παράταξη της εθνικιστικής Συμμαχίας ΑΤΑ που υποστήριξε στις προεδρικές την υποψηφιότητα του Σινάν Ογάν.
Μένει να διαφανεί εάν το κυνήγι των 1.215.264 ψήφων που κατευθύνθηκαν στο ακροδεξιό κόμμα -και τις οποίες δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όντως ο Κιλιτσντάρογλου θα «εισπράξει»- μπορεί να κοστίσει και πόσο, δεδομένης της ταραχής που προκάλεσε στους Κούρδους, αλλά και τον εκνευρισμό στο ίδιο το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα. Στις τάξεις της εξακομματικής συμμαχίας, η σκληρή γλώσσα για τους πρόσφυγες είχε ήδη καταγγελθεί ως ναζιστική ρητορική από 11 ιδρυτικά στελέχη του κόμματος το πρώην πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου που αποχώρησαν και προσχώρησαν στο AKP.
Το HDP εξακολουθεί να στηρίζει το μέτωπο της αντιπολίτευσης, καθώς επί της ουσίας δεν έχει την «πολυτέλεια» να μην το πράξει, έχοντας απέναντί του το καθεστώς Ερντογάν. Όμως, η απογοήτευση υπάρχει κίνδυνος να μετατραπεί και σε αποχή ορισμένων ψηφοφόρων, παρά την επίσημη γραμμή του HDP, στις νοτιοανατολικές επαρχίες. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον το 8% των ψήφων υπέρ Κιλιτσντάρογλου στον πρώτο γύρο προήλθε από ψηφοφόρους του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP), το οποίο συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές υπό την ομπρέλα του Πράσινου Αριστερού Κόμματος καθώς τελεί υπό την απειλή απαγόρευσης.
Όσο ετερόκλητη κι αν είναι η αντιπολίτευση, κατήλθε αυτή τη φορά ενωμένη για να γράψει τους τίτλους τέλους της ηγεμονίας του Ερντογάν, χωρίς να διαφαίνεται ότι μπορεί να το πράξει παρότι υποστηρίχθηκε από εθνικιστές έως Κούρδους.
Στοίχημα για τον Ερντογάν δεν είναι πλέον η νίκη, αλλά η έκταση αυτής, για «δικαίωση» και κυριαρχία. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις -εφόσον επαληθευτούν, κάτι που δεν συνέβη στον πρώτο γύρο- τού δίνουν τη νίκη με ποσοστό 52,7% έως 53,4%.
Ζητούμενο για αμφότερες τις συμμαχίες στην τελική μάχη είναι η συσπείρωση και η προσέλευση των ψηφοφόρων τους με τους ίδιους μαζικούς αριθμούς (και ακόμη μεγαλύτερους) όπως την 14η Μαΐου, όταν η συμμετοχή έφθασε το 87%. Κατ’ εκτιμήσεις μία χαμηλότερη συμμετοχή ψηφοφόρων της αντιπολίτευσης θα μπορούσε να τονώσει περαιτέρω τον Ερντογάν, «δίνοντάς» του ποσοστά έως και 54%-55% των ψήφων, αποτέλεσμα που θα θεωρούνταν θρίαμβος από την κυβερνώσα Λαϊκή Συμμαχία.
Η επιλογή στο πρόσωπο του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ως υποψηφίου της αντιπολίτευσης, η συνολική χάραξη της προεκλογικής εκστρατείας, καθώς και η απότομη στροφή του αρχηγού του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) και η όψιμη σύμπλευση με την ακροδεξιά προς άγραν ψήφων καθ’ οδόν προς το δεύτερο γύρο, θα κριθούν την επομένη της 28ης Μαΐου.
Η Συμμαχία του Έθνους ήδη κλυδωνίζεται και είναι εξαιρετικά αβέβαιο εάν θα κατορθώσει να παραμείνει ενωμένη έστω μέχρι το επόμενο μεγάλο στοίχημα των δημοτικών εκλογών του 2024. Ακόμη πιο αβέβαιη είναι η παραμονή Κιλιτσντάρογλου στα ηνία του CHP. Επί 13 χρόνια δεν καταφέρνει να ανατρέψει τον Ερντογάν και αυτή είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος μονομάχησε απευθείας μαζί του.
Ο τούρκος πρόεδρος, έχοντας διαψεύσει τους αντιπάλους του, τις δυτικές εκτιμήσεις και τους δημοσκόπους, ήδη σχεδιάζει τα επινίκια με προσευχή στις 29 Μαΐου στην Αγία Σοφία, ανήμερα της 570ης επετείου της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Ο συμβολισμός είναι σαφής εν μέσω του συνολικού αφηγήματος της εθνικά υπερήφανης Τουρκίας, την οποία ο ίδιος οδηγεί στο «νέο Αιώνα».
Διαβάστε επίσης
Εκλογές στην Τουρκία: Τα αγκάθια της επόμενης μέρας
Γιάννης Βαληνάκης: Τι ξημερώνει για τα ελληνοτουρκικά
Η σουηδική «δοκιμασία», πρώτη πρόκληση στη νέα θητεία Ερντογάν