Το μεγαλύτερο «ναρκοκράτος» στην Αν. Μεσόγειο

Το μεγαλύτερο «ναρκοκράτος» στην Αν. Μεσόγειο

Τον Αύγουστο του 2021, στη βόρεια πόλη της Φορταλέζα της Βραζιλίας, η ομοσπονδιακή αστυνομία της Βραζιλίας εισέβαλε σ’ ένα τζετ που ανήκε στην εταιρεία τσάρτερ ACM με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Το αεροσκάφος που στην ουρά του είχε τον κωδικό TC-GVA μετέφερε έναν Βελγο - Ισπανό, είχε τετραμελές πλήρωμα τουρκικής υπηκοότητας και σε 24 βαλίτσες, 1,3 τόνους κοκαΐνης αξίας 45,6 εκατομμυρίων ευρώ.

Το ταξίδι του είχε ξεκινήσει από τη Μάλαγα της Ισπανίας και κατευθύνθηκε στο Ριμπειράο Πρέτο που ήταν σχεδιασμένο να πάρει τέσσερις επιβάτες με προορισμό τις Βρυξέλλες με μια στάση στην Πορτογαλία. Όταν έγινε ωστόσο η έφοδος δεν υπήρχαν οι τέσσερις επιβάτες αλλά μόνο ο Άνχελ Γκονζάλεθ Βαλντέζ, που συνελήφθη και πέθανε από καρκίνο πριν φτάσει η δίκη του.

Το βίντεο της βραζιλιάνικης αστυνομίας μεταδόθηκε σε Βραζιλία, Λατινική Αμερική, Ισπανία, Βέλγιο και Τουρκία και κυκλοφόρησε πολύ και στα social media από την τουρκική αντιπολίτευση. Εξάλλου, υπήρχε μια λεπτομέρεια που έκανε την υπόθεση ακόμα πιο σκανδαλιστική: το συγκεκριμένο τζετ ανήκε μέχρι το 2017 στην τουρκική κυβέρνηση και η εταιρεία στην οποία πωλήθηκε είχε διευθυντή υποψήφιο βουλευτή του κόμματος AKP του Ερντογάν. Ήταν μάλιστα το αεροσκάφος με το οποίο ο Ερντογάν είχε καταφέρει να μεταφερθεί σε ασφαλές σημείο κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος του 2016.

Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η Τουρκία έχει γίνει πια μια κατ' εξοχήν χώρα transit για το παγκόσμιο εμπόριο κοκαΐνης. Από το 2014 ως το 2020, η ποσότητα κοκαΐνης που έχει κατασχεθεί έχει σχεδόν πενταπλασιαστεί, ενώ το 2020 μόνο κατασχέθηκαν 2 τόνοι.

 

Δημοσιεύματα κάνουν ήδη λόγο για το κατά πόσο η Τουρκία εξελίσσεται σε ένα ακόμα ναρκοκράτος της Μέσης Ανατολής. 

Στις αρχές του καλοκαιριού η σύλληψη και η απελευθέρωση ενός Τούρκου επιχειρηματία με διασυνδέσεις με την κυβέρνηση για εμπορία ναρκωτικών μετά από ειδοποίηση των γερμανικών αρχών, όπως επισημαίνουν μέσα της αντιπολίτευσης έγινε πολύ διεκπεραιωτικά και για τα μάτια του κόσμου και κυρίως για να μην προχωρήσει περισσότερο η έρευνα για να μην αποδειχθεί η ενοχή ή εμπλοκή ανώτατων κυβερνητικών αξιωματούχων, μελών της μουσουλμανικής ελίτ και άλλων στενών συγγενών του καθεστώτος Ερντογάν. Ο λόγος για τον Αλί Οσμάν Ακάτ, ιδιοκτήτη εταιρειών καλλυντικών, σε φορτίο παραγγελία του οποίου εντοπίστηκαν στο αεροδρόμιο της Λειψίας στη Γερμανία, 116 κιλά κοκαΐνης αναμεμειγμένα με σωματίδια σκόνης σιδήρου.

 

 

Ο Ακάτ έχει φωτογραφηθεί ουκ ολίγες φορές στο πλευρό του Ερντογάν, του Τσαβούσογλου και του Σοϊλού.

Αυτές οι αποκαλύψεις δείχνουν αν μη τι άλλο ότι οι τελευταίες καταγγελίες του επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου μέσω του Twitter ότι η κυβέρνηση Ερντογάν κάνει τα στραβά μάτια σε διακίνηση ναρκωτικών στην Τουρκία γιατί έχει ανάγκη το μαύρο χρήμα για να καλύψει τα ελλείμματα, παύει να φαντάζει δημιουργικό αντιπολιτευτικό fiction με στόχο τον επηρεασμό των ψηφοφόρων.

Ο Κιλιτσντάρογλου που έφτασε να αποκαλέσει τον υπουργό εσωτερικών της Τουρκίας, Σουλεΐμάν Σοϊλού, Breaking Bad Σουλεΐμάν, συνδέοντας τον με την επιτυχημένη αμερικανική τηλεοπτική σειρά που περιγράφει πως ένας ευφυής χημικός παράτησε τη νομοταγή αλλά κακοπληρωμένη ζωή για να βγάλει πολλά χρήματα παρασκευάζοντας καλής ποιότητας μεθαμφεταμίνη, κατήγγειλε πράγματα που δύσκολα μπορεί να ξεστομίσει κανείς που έχει σώας τας φρένας χωρίς στοιχεία.

Ο νέος νόμος για την παραπληροφόρηση ωστόσο ήρθε να κάνει τη δουλειά του και επιστρατεύτηκε για να καταλαγιάσει κάπως την διασπορά των καταγγελιών Κιλιντσάρογλου για επιδημία μεταμφεταμινών στην Τουρκία. Ο υποψήφιος για την τουρκική προεδρία, διώκεται για «δημόσια διασπορά παραπλανητικών πληροφοριών» από τη διεύθυνση της τουρκικής αστυνομίας. Του το είχε εξάλλου υποσχεθεί με ανάρτηση του ο Σοϊλού.

Ο ρόλος του Σοϊλού 

Ο Τούρκος Υπουργός Εσωτερικών πριν λίγο καιρό ήταν στο στόχαστρο και του «βαθιού λαρυγγιού» – Τούρκου αρχιμαφιόζου Σεντάτ Πεκέρ ο οποίος από το Ντουμπάι όπου είχε αυτοεξοριστεί σε βίντεο του στο YouTube, έκανε σειρά καταγγελιών για αξιωματούχους του κυβερνώντος κόμματος για σχέσεις με το οργανωμένο Έγκλημα.

Ο Πεκέρ κατηγορούσε τον Σοϊλού ότι έχει στήσει ένα κράτος εν κράτει που επιτρέπει σε δικούς του ανθρώπους να πλουτίζουν ιλιγγιωδώς μέσα από ένα δαιδαλώδες δίκτυο διαφθοράς.

Η Nordic Monitor σε δημοσίευμα της στις 21 Ιανουαρίου του 2021 αναφέρεται σε κατηγορίες σε βάρος του Σοϊλού σύμφωνα με τις οποίες εμφανίζεται ως το κορυφαίο «αφεντικό» των ναρκωτικών στην Τουρκία, οργανώνοντας το εμπόριο σε συνεργασία με διάφορες ομάδες της μαφίας χρησιμοποιώντας κρατικούς αξιωματούχους ως πρωτοπαλίκαρα του αλλά και ως βαποράκια.

Οι ισχυρισμοί αυτοί προέρχονται από τον Τούρκο δημοσιογράφο Σαίντ Σεφά, του οποίου τα στοιχεία βασίζονται, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει, σε δηλώσεις που ανέσυρε από δικαστικά έγγραφα. Βασική εγκληματική οργάνωση με την οποία φέρεται να συνεργάζεται ο Τούρκος Υπουργός Εσωτερικών για τη διακίνηση των ναρκωτικών είναι η ομάδα Hakkari που δραστηριοποιείται κοντά στα σύνορα με το Ιράκ και το Ιράν. Βασικό ρόλο φέρεται να έχει και ένα διαβόητος εθνικιστής πολιτικός και πρώην υπουργός, ο Κεμάλ Αγκάρ, που σύμφωνα με μαρτυρίες είναι ο βασικός μέντορας του Σοϊλού σε αυτές τις παράνομες δραστηριότητες.

Ο Τούρκος δημοσιογράφος που έχει καταφύγει στον Καναδά απ’ όπου και νιώθει ασφαλής να κάνει τις αποκαλύψεις του, υποστηρίζει ότι τα ναρκωτικά που μπαίνουν στην Τουρκία από τα ανατολικά σύνορα μεταφέρονται σε επαρχίες κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, κρατικοί αξιωματούχοι αλλά κυρίως δικαστές, εισαγγελείς, αξιωματούχοι της αστυνομίας βοηθούν στη μεταφορά τους καθώς δεν υποβάλλονται σε ελέγχους. Εκτός Τουρκίας επιστρατεύονται ακόμα και διπλωμάτες για τη μεταφορά των ναρκωτικών.

Διπλωμάτες «βαποράκια»; 

Ως ενδεικτική αναφέρεται η σύλληψη το Δεκέμβριο του 2020 του Βεισέλ Φιλίζ, πρώην συμβούλου σε θέματα τύπου στην τουρκική πρεσβεία στις Βρυξέλλες, ο οποίος κατηγορήθηκε για εμπορία ναρκωτικών αφού αστυνομία βρήκε 100 κιλά ηρωίνης στο όχημα του ενώ προσπαθούσε να μπει στη Βουλγαρία μέσω του συνοριακού περάσματος Χαμζαμπειλί.

Οι όλο και πιο συχνές διασυνδέσεις της Τουρκίας με το εμπόριο ναρκωτικών έχει τραβήξει το ενδιαφέρον και του αμερικανικού Τύπου από την περασμένη άνοιξη. Οι New York Times με αφορμή τις αποκαλύψεις Πεκέρ έκαναν λόγο για σκληρές αντιπαραθέσεις σε αντίπαλες ομάδες γύρω από τον Τούρκο πρόεδρο και για σκοτεινές διασυνδέσεις μεταξύ υψηλόβαθμων αξιωματούχων και της μαφίας.

Υπογράμμιζαν δε ότι ενώ το κόμμα του Ερντογάν αντιμετωπιζόταν ως μια ανακουφιστική αλλαγή από τις αναξιόπιστες κυβερνήσεις των προκατόχων του το 2003, η εικόνα έχει αλλάξει.

Η Τουρκία είχε συνταραχθεί το 1996 από το μεγάλο σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε όταν ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αστυνομίας, ένας εθνικιστής δολοφόνος και ένας έμπορος ναρκωτικών σκοτώθηκαν σε αυτοκινητιστικό κοντά στην πόλη Σουσουρλούκ. Οι νεκροί απέδειξαν όντας στο ίδιο αυτοκίνητο τις διασυνδέσεις εκείνης της κυβέρνησης με το οργανωμένο έγκλημα. Αυτό που εμφανιζόταν ως αγώνας των εθνικιστών εναντίον των Κούρδων τρομοκρατών ήταν μια βιτρίνα για τις παράνομες ενέργειες με στόχο τον πλουτισμό.

Το πρώτο διάστημα της προεδρίας του, ο Ερντογάν όπως είχε τονίσει στους New York Times ο Ασλί Αιντιντασμπάς, του think tank  European Council on Foreign Affairs απέκτησε το όνομα του πολιτικού που έφερε την κάθαρση στο βαθύ κράτος και το οργανωμένο έγκλημα.

Μετά το πραξικόπημα του 2016 εναντίον του αυτό άλλαξε καθώς αναγκάστηκε να στραφεί για προστασία στους εθνικιστές που επανήλθε στο προσκήνιο με όλο το δίκτυο των παράνομων δραστηριοτήτων του.