Εν μέσω κλιμάκωσης της πυρηνικής απειλής που προέρχεται από το διεθνώς απομονωμένο καθεστώς της Βόρειας Κορέας, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανανεώνουν και ενισχύουν τη δέσμευσή τους για την ασφάλεια της Νότιας Κορέας -με πιο ορατή εκδήλωση την αποστολή στην περιοχή αμερικανικών υποβρυχίων οπλισμένων με πυρηνικά όπλα για πρώτη φορά σε τέσσερις δεκαετίες- επιδιώκοντας να αποτρέψουν τη Σεούλ να στραφεί η ίδια στην ανάπτυξη πυρηνικού οπλοστασίου για να «οχυρωθεί» από την Πιονγιάνγκ.
Η ιδέα μίας Νότιας Κορέας-πυρηνική δύναμη «κινούνταν» στο πολιτικό περιθώριο, όμως τους τελευταίους μήνες έχει έλθει δυναμικά στο προσκήνιο, με τον ίδιο τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο, Γιουν Σουκ-γέολ, να δηλώνει τον Ιανουάριο πως μπορεί να έλθει η στιγμή που η χώρα του πρέπει να αναπτύξει πυρηνικό οπλοστάσιο. Ήταν ο πρώτος ηγέτης που επανέφερε επισήμα την ιδέα στο «τραπέζι» εδώ και δεκαετίες. Οι στήλες των εφημερίδων κατακλύζονται καθημερινά από σχετικά άρθρα, ενώ οι μετρήσεις καταδεικνύουν πως τα τρία τέταρτα της κοινής γνώμης υποστηρίζουν τον εξοπλισμό με πυρηνικά.
Καθώς το πυρηνικό οπλοστάσιο της Βόρειας Κορέας μεγαλώνει και εκσυγχρονίζεται -περιλαμβάνοντας βαλλιστικούς πυραύλους με βεληνεκές που φθάνει τις ηπειρωτικές ΗΠΑ- στη Σεούλ κλιμακώνονται οι ανησυχίες και οι αμφιβολίες για το εάν η Ουάσινγκτον θα χρησιμοποιούσε πράγματι την πυρηνική της ισχύ (έχει αναλάβει σχετική δέσμευση κατά το παρελθόν) για την υπεράσπιση της Νότιας Κορέας σε περίπτωση βορειοκορεατικού πυρηνικού πλήγματος.
Απέναντι στους φόβους της Σεούλ, και με στόχο να την «φρενάρει» από μία πορεία προς ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, ο Αμερικανός πρόεδρος αντιπαρέταξε τη «Διακήρυξη της Ουάσινγκτον» που υπέγραψε με τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο, Γιουν Σουκ-γέολ, μόλις τον δεύτερο ξένο ηγέτη που δέχθηκε πρόσκληση να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο, μετά την Εμανουέλ Μακρόν, στη διετία της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεσμεύθηκε να δώσει στη Νότια Κορέα μεγαλύτερη πρόσβαση στους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ σε περίπτωση σύγκρουσης με το καθεστώς της Βόρειας Κορέας. Ενισχύει το διαμοιρασμό πληροφοριών μεταξύ των δύο συμμάχων αναφορικά με τα σχέδια αποτροπής και απάντησης σε ενδεχόμενη πυρηνική επίθεση, ενώ παράλληλα θα αναπτύσσει περιοδικά αμερικανικά υποβρύχια οπλισμένα με πυρηνικά όπλα -κάτι που θα συμβεί για πρώτη φορά εδώ και 40 χρόνια. Σε αντάλλαγμα, έλαβε την υπόσχεση του Γιουν Σουκ-γέολ ότι η χώρα του δεν θα κινηθεί για την ανάπτυξη των δικών της πυρηνικών όπλων.
Εάν πράγματι η συμφωνία θα «σιγήσει» τις φωνές στο εσωτερικό της Νότιας Κορέας που ζητούν να καταστεί η χώρα πυρηνική δύναμη μένει να αποδειχθεί, και σίγουρα θα εξαρτηθεί από τις βορειοκορεατικές κινήσεις και κυρίως εάν ο Κιμ Γιονγκ-ουν αποφασίσει να κάνει το βήμα μίας νέας πυρηνικής δοκιμής, της πρώτης από το 2017. Αναλυτές εκτιμούν ότι ο Γιουν Σουκ-γέολ επιστρέφει μεν στη Σεούλ με σημαντικές δεσμεύσεις εκ μέρους των ΗΠΑ, όμως θεωρείται αβέβαιο, έως απίθανο, ότι θα ικανοποιήσουν την ολοένα και αυξανόμενη «δεξαμενή» επιστημόνων, ακαδημαϊκών και μελών του κυβερνώντος κόμματος της Νότιας Κορέας που ζητούν στροφή προς τα πυρηνικά όπλα αμφιβάλλοντας για το πώς θα κινηθεί τελικά η Ουάσινγκτον.
Κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν από κοινού με τον Τζο Μπάιντεν μετά το πέρας των συνομιλιών τους στο Λευκό Οίκο, ο Γιουν Σουκ-γέολ ανέφερε ότι συμφωνήθηκαν βήματα σε απάντηση της αυξανόμενης απειλής που πρεσβεύει η Βόρεια Κορέα, τονίζοντας ότι η «Διακήρυξη της Ουάσινγκτον» -που ήλθε ως επιστέγασμα πολύμηνων διαπραγματεύσεων- συνιστά «άνευ προηγουμένου» δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών να ενισχύσουν την άμυνα και αποτροπή, και να προστατεύσουν τους συμμάχους τους χρησιμοποιώντας πυρηνικά όπλα.
«Οι χώρες μας συμφώνησαν σε άμεσες διμερείς διαβουλεύσεις σε προεδρικό επίπεδο σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης της Βόρειας Κορέας και δεσμεύθηκαν να αντιδράσουν γρήγορα, συντριπτικά και αποφασιστικά χρησιμοποιώντας όλη την ισχύ της συμμαχίας, περιλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων των ΗΠΑ», επισήμανε ο Νοτιοκορεάτης πρόεδρος.
Ο Τζο Μπάιντεν από την πλευρά του απηύθυνε σκληρή προειδοποίηση προς τον Βορειοκορεάτη ηγέτη, Κιμ Γιονγκ-ουν, λέγοντας πως μία πυρηνική επίθεση θα προκαλούσε το «τέλος» του καθεστώτος του, και κάλεσε ξανά την Πιονγιάνγκ να εμπλακεί σε συνομιλίες για το πυρηνικό και βαλλιστικό της πρόγραμμα, «πρόσκληση» την οποία η ίδια σταθερά αγνοεί με τον ηγέτη της να έχει διαμηνύσει κατ’ επανάληψη πως το καθεστώς της Βόρειας Κορέας ως πυρηνική δύναμη είναι αμετάκλητο.
Ενώ εξέφρασε την προσήλωση των ΗΠΑ στην ασφάλεια της Νότιας Κορέας, ο Μπάιντεν ξεκαθάρισε πως αμερικανικά πυρηνικά όπλα δεν πρόκειται να μεταφερθούν στο έδαφός της -γεγονός που είχε ζητήσει προ της εκλογής του ο Γιουν Σουκ-γέολ. Και «μετρημένα» ανέφερε: Έχω την απόλυτη εξουσία ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων, και την αποκλειστική εξουσία, να χρησιμοποιήσω πυρηνικό όπλο, όμως […] αυτό που σημαίνει η Διακήρυξη αυτή είναι ότι θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να διαβουλευτούμε με τους συμμάχους μας όταν αυτό είναι σκόπιμο, εάν υπάρξει οποιαδήποτε ενέργεια».
Η Κίνα από πλευράς της, ο μόνος σημαντικός σύμμαχος του βορειοκορεατικού καθεστώτος, σαφώς μη ικανοποιημένη από τις εξελίξεις προειδοποίησε κατά της σκόπιμης υποκίνησης εντάσεων, πρόκλησης αντιπαραθέσεων και εκτόξευσης απειλών.
Διαβάστε επίσης
Βόρεια Κορέα: Απορρίπτει την έκκληση της G7 για αποπυρηνικοποίηση