Η χρονική στιγμή της επίσκεψης των Εμμανουέλ Μακρόν, Ολαφ Σολτς και Μάριο Ντράγκι στην Ουκρανία, για να συναντηθούν με τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ήταν προσεκτικά επιλεγμένη απ’ ότι φαίνεται, σε μία κρίσιμη συγκυρία. Τη στιγμή δηλαδή που οι προσωρινές γραμμές του μετώπου στην Ουκρανία μοιάζουν να παγιώνονται ανησυχητικά και η συζήτηση φουντώνει για μία απευθείας διαπραγμάτευση με τη Μόσχα, σχετικά με το μέλλον της Ουκρανίας, οι ευρωπαίοι ηγέτες ήθελαν να δείξουν πως η υποστήριξη τους στην Ουκρανία δεν είναι χλιαρή, αλλά σταθερή και σχεδιασμένη να διαρκέσει.
Ακόμα και η παροχή του καθεστώτος υποψήφιας χώρας είναι μεγάλο ζήτημα για την Ευρωπαϊκή Ένωση ως οργανισμό. Ένα βήμα που δεν γίνεται, δίχως μεγάλη προσπάθεια. Στο εσωτερικό της Ένωσης, υπάρχει μία κόπωση για την εξέλιξη του πολέμου, που έχει απομυζήσει πολύ ενέργεια. Δεν συμμερίζονται όλοι δηλαδή τις ανησυχίες των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης για τη Ρωσία και τον ρόλο που διαδραματίζει η Ουκρανία. Πλέον ίσως, το πιο σημαντικό στοιχείο της δέσμευσης των ευρωπαίων για την έναρξη της ενταξιακής πορείας της Ουκρανίας, είναι η πιθανή μετατροπή πλέον του ρωσοουκρανικού πολέμου σε εσωτερικό ζήτημα της ΕΕ.
Παράλληλα, στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είναι δύσκολο να προωθηθεί μία υποψηφιότητα με καθαρά πολιτικά κριτήρια, λόγω δηλαδή της στήριξης σε μία χώρα που βρίσκεται υπό καθεστώς βίαια εισβολής. Ακόμα και σε αυτή την έκτακτη κατάσταση, είναι δύσκολο να μην εξεταστούν κριτήρια κράτους δικαίου και λειτουργίας των θεσμών. Η επίσκεψη των ηγετών της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ρουμανίας άλλωστε στέλνει μηνύματα στο εσωτερικό της Ένωσης, καθώς αναμένεται άμεσα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρουσιάσει τη γνωμοδότησή της σχετικά με το αίτημα της Ουκρανίας για την ένταξή της στην ΕΕ.
Οι δηλώσεις των τεσσάρων επικεφαλής για την ευρωπαϊκή πορεία της Ουκρανίας μετρίασε κάποιους φόβους στην Ουκρανία, αν και δεν εμπεριείχε σαφείς δεσμεύσεις με χρονοδιαγράμματα, όπως ήλπιζαν στο Κίεβο. Από την άλλη μεριά η κοινή στάση μεταξύ Μακρόν και Σολτς ήταν σίγουρα για εκείνους ένα θετικό σημάδι, ειδικά η παρουσία και συμμετοχή του Γάλλου προέδρου, έπειτα από τις προτάσεις του για μία διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με καθεστώς πολλών ταχυτήτων και διαφορετικών σχέσεων. Ιδιαίτερα η δήλωση του Μάριο Ντράγκι, με το παρελθόν και την εμπειρία του στους ευρωπαϊκούς οικονομικούς θεσμούς, έχει τη δική της βαρύτητα για τις δυνατότητες υλοποίησης της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι από την αρχή βέβαια, ζητά μία πιο σκληρή στάση της Ευρώπης απέναντι στη Μόσχα. Το 6ο πακέτο των κυρώσεων της ΕΕ άφησε αρκετά ανοικτά παράθυρα στη Μόσχα, προκαλώντας την αντίδραση του Κιέβου. Αφενός ο Ουκρανός πρόεδρος δεν ήθελε να φανεί πως δεν εκτιμά την επίσκεψη των ευρωπαίων ηγετών, αφετέρου ωστόσο κατέστησε σαφές πως θα έπαιρνε την ευκαιρία να επαναφέρει το ζήτημα της αυστηροποίησης των τιμωρητικών μέτρων και τη σύσταση ενός 7ου πακέτου κυρώσεων με δυσμενέστερους όρους εναντίον της Ρωσίας.
Ο Ζελένσκι βέβαια ζητάει σε κάθε ευκαιρία οπλισμό από τις χώρες της Ευρώπης. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του πως θα δουλέψει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για την ενταξιακή προοπτική της χώρας, αλλά στην παρούσα φάση η Ουκρανία χρειάζεται όπλα. Παρά τις δηλώσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο για τη μεγάλη ανάγκη να δοθεί νέος εξοπλισμός στους Ουκρανούς σίγουρα αύξησε την πίεση προς τους Ευρωπαίους. Ωστόσο το κλίμα για το ζήτημα είναι προφανώς ιδιαίτερα τεταμένο.
Στο παρασκήνιο βέβαια βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες ως ο απώτατος εγγυητής της ανεξαρτησίας της σημερινής Ουκρανίας. Σε ερώτηση για την έναρξη συζητήσεων με τη Ρωσία για το τελικό στάτους κβο των αμφισβητούμενων περιοχών της Ουκρανίας, ο Λευκός Οίκος ξεκαθάρισε, μέσω του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, Τζέικ Σάλιβαν πως δεν πρόκειται να ασκήσουν πίεση για εδαφικές παραχωρήσεις από το Κίεβο προς τη Μόσχα. Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε την παροχή επιπλέον οπλισμού προς την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, οι οποίοι ζητούνται επισταμένα από το Κίεβο.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ ένιωσε την ανάγκη να απαντήσει πως η Βορειοατλαντική Συμμαχία έχει ξεκάθαρα αμυντικούς σκοπούς και η παρουσία της δεν μπορεί να προκαλεί, έπειτα από τα σχόλια του Πάπα Φραγκίσκου πως ο ρωσοουκρανικός πόλεμος προκλήθηκε από την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά ή τουλάχιστον δεν έγιναν προσπάθειες να αποφευχθεί η σύγκρουση.
Η παροχή πυραύλων που μπορούν να πλήξουν ρωσική επικράτεια -κι όχι πλέον μόνο ρωσικούς στόχους εντός της Ουκρανίας- μπορεί να προκαλέσει κατηγορίες πως η πλευρά της Δύσης είναι εκείνη, που με την εξωτερική βοήθεια της, ωθεί προς την κλιμάκωση του πολέμου. Παρά τις πιέσεις του Ζελένσκι, είναι μάλλον απίθανο οπότε να πειστούν οι Ευρωπαίοι για την αποστολή αντίστοιχου εξοπλισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για τη Μόσχα η αποστολή οπλισμού αποτελεί το βασικότερο ζήτημα, όπως φαίνεται από τις δηλώσεις των κεντρικών αξιωματούχων της, από το εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Πέσκοφ μέχρι τον Υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ. Ουσιαστικά στη Μόσχα θεωρούν τη στρατιωτική ισχύ ως το βασικό παράγοντα για το παρόν και το μέλλον της εισβολής τους στην Ουκρανία. Άρα κάθε αποστολή οπλισμού αντιμετωπίζεται με τη μέγιστη δυνατή εχθρότητα, καθώς τη θεωρούν ως κομβικής σημασίας.
Παρ’ όλα αυτά, από μόνη της η επίσκεψη των ηγετών κομβικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκάλεσε την αντίδραση της Μόσχας, τόσο με ειρωνείες από το Κρεμλίνο, όσο και με ύβρεις εναντίον Ιταλίας, Γαλλίας και Γερμανίας, από το alter ego του Βλάντιμιρι Πούτιν, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, δείχνοντας τη σημασία της παρουσίας. Η επίσκεψη στο Ιρπίν είχε ως στόχο να δείξει τη σημειολογία της καταστροφής και των θηριωδιών από τη ρωσική πολεμική μηχανή. Ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς αναφέρθηκε ιδιαίτερα στο προάστιο του Κιέβου, παραλληλίζοντας το με την πόλη της Μπούκα, όπου οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις κατηγορούνται για τα φρικιαστικά εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.