Η Γερμανία θα αποφασίσει τελικά να εγκαταλείψει τη διστακτικότητα και επιφυλακτικότητα της και να εμπλακεί ενεργότερα και ουσιαστικότερα στο πλευρό της Ουκρανίας στον εκεί διεξαγόμενο πόλεμο; Το ερώτημα αυτό πλανάται εδώ και αρκετό χρόνο χωρίς σαφή απάντηση, αλλά με μια σειρά από γεγονότα τα οποία το ωθούν σταδιακά προς τη θετική κατεύθυνση.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται χωρίς ορατό τέλος και νικητή, ενώ έχει περιπέσει από το φθινόπωρο του 2022 σε κατάσταση στασιμότητας, με τη Ρωσία συνεχίζουσα να κατέχει περίπου το 20% του ουκρανικού εδάφους. Οι Ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις με συνεχώς μειούμενο τον αριθμό των αρμάτων και των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, δεν είναι σε θέση να διεξαγάγουν αγώνα ελιγμών, ο οποίος θα εξαναγκάσει τις ρωσικές δυνάμεις να εγκαταλείψουν το ουκρανικό έδαφος.
Η Δύση χορήγησε αρχικά στην Ουκρανία αμυντικά όπλα τα οποία της επέτρεψαν να αποφύγει την ήττα από τις Ρωσικές δυνάμεις, όταν αυτές ενεργήσαν με ένα εντυπωσιακό ελιγμό εμπνευσμένο από τη σοβιετική βαθειά μάχη. Στη συνέχεια, μετά την αποτυχία του αρχικού Ρωσικού σχεδίου, ο πόλεμος μετέπεσε σε αγώνα φθοράς, καθώς ενισχύθηκε η ικανότητα την Ουκρανίας για τη διεξαγωγή αμυντικού αγώνα σε αστικό και ημιαστικό περιβάλλον. Αυτή η αμυντική ενίσχυση της Ουκρανίας εκ μέρους της Δύσεως δεν ήταν επαρκής σε καμία περίπτωση να ανατρέψει τα ρωσικά αποτελέσματα επί του εδάφους.
Η κρίση του Πυροβολικού
Στη συνέχεια ανέκυψε η «κρίση του Πυροβολικού». Τα ουκρανικά αποθέματα πυρομαχικών Πυροβολικού σοβιετικού τύπου μειώνονταν συνεχώς με δραματικούς ρυθμούς, χωρίς δυνατότητα αναπληρώσεως, αφενός γιατί ήταν περιορισμένα και στις πρώην χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας που έχουν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και αφετέρου λόγω της ανυπαρξίας πλέον σχετικών γραμμών παραγωγής στο δυτικό στρατόπεδο.
Τότε η Δύση προχώρησε στη χορήγηση πυροβόλων και πυραυλικών συστημάτων στην Ουκρανία, ικανών να υποστηρίζονται σε όλα τα επίπεδα και πρωτίστως σε πυρομαχικά, αυξάνοντας το βεληνεκές και κατ’ επέκταση το βάθος προσβολής ρωσικών στόχων. Ωστόσο και μετά από αυτό συνεχίζει να απουσιάζει η δυνατότητα του Ουκρανικού Στρατού να διεξαγάγει αγώνα ελιγμών.
Η Δύση βλέποντας τη σχετική αδυναμία προχώρησε στη χορήγηση στην Ουκρανία αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης σοβιετικής κατασκευής, από τα οπλοστάσια των Χωρών της, συμμετείχε και η Ελλάδα με τα BMP-1. Τα οπλικά αυτά συστήματα αξιοποιήθηκαν άμεσα λόγω της υπάρχουσας τεχνογνωσίας και ενίσχυσαν την προσπάθεια για την ανατροπή των ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή της Χερσώνας και της βορειανατολικής Ουκρανίας (Χάρκοβο κτλ) το περασμένο φθινόπωρο. Όμως και αυτή η ενίσχυση είχε ορατή ημερομηνία λήξεως, λόγω ζημιών και απωλειών, άνευ δυνατότητος αντικαταστάσεως, αλλά και της σταδιακής αδυναμίας υποστηρίξεως λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών.
Οπότε ανέκυψε η αδήριτη ανάγκη χορηγήσεως δυτικού τύπου αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, προκειμένου να διατηρηθεί η δυνατότητα αγώνα ελιγμών του Ουκρανικού Στρατού. Αυτό πυροδότησε από το περασμένο καλοκαίρι μια συζήτηση κατά πόσο η χορήγηση αυτών των μέσων θα φέρει το ΝΑΤΟ σε ευθεία σύγκρουση με τη Ρωσία.
Κεντρικό ρόλο σε αυτή τη συζήτηση παίζει η αίτηση της Ουκρανίας για χορήγηση αρμάτων Leopard 2, αλλά και η υποστήριξη αυτής της ιδέας από ευρύ φάσμα δυτικών χωρών (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Πολωνία κτλ). Βέβαια η Γερμανία είναι από αρνητική αρχικά έως άκρως επιφυλακτική σήμερα.
Γιατί Leopard 2;
Γιατί η χορήγηση βαρέως υλικού προς την Ουκρανία περιστρέφεται γύρω από τα Leopard 2 και όχι άλλα άρματα, όπως τα αμερικανικά Abrams, τα γαλλικά Leclerc ή τα Βρετανικά Challenger;
Το Leopard 2, είναι το πλέον διαδεδομένο άρμα στην Ευρώπη, καθώς υπάρχουν περίπου 2000, διαφόρων τύπων, σε 13 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα και η γραμμή παραγωγής του είναι ανοικτή, ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται σε πολύ περιορισμένους αριθμούς. Από αυτά είναι δυνατόν να καλυφθούν οι ανάγκες της Ουκρανίας, οι οποίες σύμφωνα με τον Υπουργό Αμύνης της ανέρχονται σε 300 άρματα και 600-700 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, τα οποία επιτρέπουν την συγκρότηση μιας δυνάμεως ελιγμού περίπου 35.000, της τάξεως των 5-7 Ταξιαρχιών, με δυτικό εξοπλισμό.
Την περασμένη εβδομάδα η Γερμανία κάμπτεται και αποφασίζει τη χορήγηση στην Ουκρανία 40 τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης Marder, παράλληλα με 50 αμερικανικά Bradleys. Οι ΗΠΑ διαρρέουν ότι θα χορηγήσουν και τα σύγχρονα τεθωρακισμένα οχήματα Stryker. Η Γαλλία αποφάσισε τη χορήγηση AMX -10 PC. Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβερνήσεως δήλωσε ότι η χορήγηση των Marder δεν σημαίνει αυτοματισμό ή οποιαδήποτε ένδειξη σχεδίου για χορήγηση αρμάτων Leopard 2.
Φυσικά χωρίς άρματα δεν είναι δυνατόν να συγκροτηθεί μια αξιόπιστη Ουκρανική δύναμη ελιγμού, ικανή να ανατρέψει τις Ρωσικές δυνάμεις.
Ασφυκτικές πιέσεις
Έτσι έχει αρχίσει ένα κύκλος ασφυκτικών πιέσεων προς τη Γερμανία για τη χορήγηση αρμάτων Leopard. H Πολωνία και η Φινλανδία δηλώνουν έτοιμες να χορηγήσουν τα σχετικά άρματα που διαθέτουν, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συνεργασίας, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς τη Γερμανία, καθώς χωρίς την έγκριση από αυτή του Πιστοποιητικού Τελικού Χρήστη, δεν είναι δυνατή η μεταφορά των αρμάτων στην Ουκρανία.
Η Μ. Βρετανία, αποφάσισε τη χορήγηση άμεσα και χωρίς αυτό να αποτελεί δέσμευση για οποιαδήποτε άλλη χώρα, 12 αρμάτων Challenger 2, τα οποία βέβαια είναι αμελητέα ποσότητα. Η κίνηση αυτή είναι σαφώς υψηλού συμβολισμού καθώς η Βρετανία γίνεται η πρώτη δυτική χώρα που αποστέλλει βαρύ υλικό στην Ουκρανία και εκπέμπει σχετικό μήνυμα και προς τη Γερμανία. Η πίεση προς τη Γερμανία θα συνεχισθεί από πολλαπλές κατευθύνσεις. Κρίσιμη ημερομηνία αποτελεί η 20 Ιανουαρίου 2023 οπότε θα λάβει χώρα η σύνοδος των Υπουργών Αμύνης της Ομάδας Επαφής με την Ουκρανία, προκειμένου να συζητήσουν και να λάβουν αποφάσεις για τη μελλοντική στρατιωτική βοήθεια.
Με βάση τα παραπάνω, τα άρματα Leopard 2 θα αποτελέσουν το κομβικό οπλικό σύστημα, υπό τις παρούσες συνθήκες, για την ενίσχυση της Ουκρανίας και η απόφαση της Γερμανίας καθίσταται θεμελιώδης προκειμένου να χορηγηθούν από οποιαδήποτε χώρα τα διαθέτει. Σίγουρα πίσω από κλειστές πόρτες λαμβάνουν χώρα εντατικές και πιεστικές διαβουλεύσεις με πρωταγωνιστή τη Γερμανία, το αποτέλεσμα των οποίων θα φανεί είτε άμεσα, είτε εν ευθέτω χρόνω.
Σε κάθε περίπτωση και η Ελλάδα πρέπει να μελετήσει και να προσδιορίσει τη θέση της εγκαίρως και με σαφήνεια, επειδή διαθέτει άρματα Leopard 2. Φυσικά, οι κλιμακούμενες τουρκικές απειλές, σε βάρος της Πατρίδος μας, νομίζω ότι δεν αφήνουν κανένα σχεδόν περιθώριο για θετική ανταπόκριση.
* Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι Στρατηγός ε.α. - Επίτιμος Α/ΓΕΣ