Τελειώνουν οι Αργεντινοί με τον Περονισμό;

Τελειώνουν οι Αργεντινοί με τον Περονισμό;

Του Γιάννη Μαντζίκου

Οι Αργεντινοί προσήλθαν χθες στις κάλπες για τη διεξαγωγή προκριματικών εκλογών, οι οποίες δείχνουν την τάση που υπάρχει πριν από τις προεδρικές εκλογές της 27ης Οκτωβρίου. Στη Αργεντινή, στην οποία η ψήφος είναι υποχρεωτική, η εκλογική αυτή διαδικασία συνιστά περισσότερο μια προεκλογική δημοσκόπηση μεγάλου εύρους πριν από τις εκλογές του Οκτωβρίου, καθώς όλοι οι υποψήφιοι έχουν ήδη διοριστεί από τα κόμματά τους.

Το βασικό ερώτημα λοιπόν, ενόψει των εκλογών του Οκτωβρίου είναι αν πράγματι οι πολίτες της χώρας έχουν πειστεί ότι «πρέπει να ξορκίσουν» το φάντασμα του λαϊκισμού, το οποίο στην Αργεντινή έχει την ιδιότυπη μορφή που λέγεται Περονισμός. Περονιστής ήταν τυπικά ο Κάρλος Μένεμ (1989-1999), ο πρόεδρος που με τις ανεύθυνες πολιτικές του συνέδεσε το πέσο με το δολάριο οδηγώντας την Αργεντινή στη χρεοκοπία, όπως περονιστές ήταν τόσο ο πρόεδρος Νέστορ Κίρχνερ και η γυναίκα του Κριστίνα.

Ως εκ τούτου η εκλογή του Μαουρίσιο Μάκρι το 2015 θεωρήθηκε από πολλούς ως μια πρώτη νίκη απέναντι στον αριστερό λαϊκισμό. Ο Μάκρι υποσχέθηκε ότι θα έθετε τέλος στις ασυλλόγιστες δαπάνες του κράτους που είχαν οδηγήσει την Αργεντινή στη χρεοκοπία οκτώ φορές. Ωστόσο, ακόμη και επιχειρηματίες που ευνοήθηκαν από τις μεταρρυθμίσεις Μάκρι δηλώνουν πως ο πρόεδρος δεν ήταν αποτελεσματικός στην εκτέλεση του σχεδίου του, ενώ οι πολίτες δεν έχουν δει ακόμη το άλλο στοιχείο που τους είχε υποσχεθεί την οικονομική αναβίωση που θα ερχόταν μετά τη λιτότητα.

Η αλήθεια είναι ότι ο Μάκρι «κληρονόμησε» ένα ναρκοπέδιο στην οικονομία αφού προηγούμενη πρόεδρος η Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρχνερ η οποία κυβέρνησε οκτώ χρόνια λέγοντας διαρκώς ότι η χώρα βρισκόταν «σε διαρκή εσωτερικό και εξωτερικό πόλεμο». Εχθροί της ήταν «οι νεοφιλελεύθερες αγορές και το ΔΝΤ» – που επέμενε να αμφισβητεί για τα στατιστικά τους στοιχεία. Επιπλέον, η Κίρχνερ κρατικοποίησε τους ιδιωτικούς φορείς ασφάλισης και επανακρατικοποίησε τη μεγαλύτερη επιχείρηση ενέργειας, ενώ επέβαλε μόνιμους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Μάκρι προσπάθησε να σταθεροποιήσει την οικονομία, εγχείρημα εκ των πραγμάτων δύσκολο και ριψοκίνδυνο. Από τα μέσα Μαΐου, το νόμισμα της χώρας το πέσο το οποίο έχασε μεγάλο μέρος της αξίας του τα προηγούμενα δυο χρόνια, έχει πια την καλύτερη απόδοση από τα αντίστοιχα των λεγόμενων «αναδυόμενων» οικονομιών όπως η Κολομβία, η Ινδία, η Ινδονησία και η Βραζιλία, την ώρα που ο χρηματιστηριακός δείκτης έχει κάνει «άλμα» άνω του 40% το ίδιο διάστημα. Με τα παραπάνω «όπλα» ο Μάκρι ζητά την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του στο διάστημα μέχρι τις κάλπες του Οκτωβρίου.

Στον αντίποδα, η Φερνάντεζ-Κίρσχνερ επέλεξε να είναι και αυτή αντιπρόεδρος, τοποθετώντας στην θέση του υποψηφίου προέδρου τον πιο μετριοπαθή Αλμπέρτο Φερνάντεζ (καμία συγγένεια). Ωστόσο η κίνηση αυτή «εξόργισε» όπως αναφέρει η εφημερίδα Clarin «αρκετούς αναποφάσιστους οι οποίοι δεν επιθυμούν μια μαριονέτα της άλλοτε παντοδύναμης προέδρου της χώρας». Όπως άλλωστε αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ του περιοδικού Economist «ακόμα και στην πατρίδα της την Λα Πλάτα πολλοί άλλοτε ακραιφνείς περονιστές είναι πια πεπεισμένοι ότι πρέπει να ξορκίσουν μια και καλή το φάντασμα του λαϊκισμού»