Σε «ταραγμένα νερά» κινούνται οι σχέσεις Άγκυρας-Ουάσινγκτον καθώς πλησιάζει η καθοριστική για τη μελλοντική «ταυτότητα» και κατεύθυνση της Τουρκίας προεδρική αναμέτρηση της 14ης Μαΐου, με την πλευρά Ερντογάν να κλιμακώνει την αντι-αμερικανική ρητορική και να ζητά «να δοθεί στην κάλπη ένα μάθημα στις ΗΠΑ» την ώρα που δέχεται αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις εκ μέρους του επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Μενέντεζ, πως η συμπεριφορά της συνολικά -και σαφώς έναντι της Ελλάδας- ήταν και παραμένει στο μικροσκόπιο, και το Κογκρέσο δεν θα της χαριστεί.
Κύριος εκφραστής της γραμμής στο πολιτικό στερέωμα των ΗΠΑ ότι η αμφισημία και η πολιτική «συνδιαλλαγής» με την Άγκυρα δεν αποδίδουν, ο Ρόμπερτ Μενέντεζ εξέπεμψε το πιο πρόσφατο μήνυμά του από το Φόρουμ των Δελφών. «Επικίνδυνοι ηγέτες όπως ο Ερντογάν ή ο Πούτιν είναι πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν την ενέργεια ως όπλο», δήλωσε μέσω βιντεοσύνδεσης. Και υπό αυτό το πρίσμα ανέδειξε τη σημασία του τριμερούς σχήματος ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ συν τις ΗΠΑ (Συμμαχία 3+1) ως παράγοντα ενεργειακής ασφάλειας και σταθερότητας, ενώ παράλληλα επισήμανε πως η Ελλάδα είναι «έτοιμη να είναι ο επόμενος αποδέκτης των F-35».
Η δήλωση του γερουσιαστή Μενέντεζ ερχόταν μόλις λίγες ώρες αφότου οι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Βλαντιμίρ Πούτιν χαιρέτιζαν το εξαιρετικό επίπεδο των ρωσο - τουρκικών σχέσεων κατά την τελετή τοποθέτησης των πρώτων ράβδων καυσίμου στον ρωσικής κατασκευής πυρηνικό σταθμό του Άκουγιου - εκδήλωση στην οποία αμφότεροι συμμετείχαν διαδικτυακά, ο Ερντογάν εξαιτίας του ζητήματος που αντιμετωπίζει με την υγεία του. Οι στενές οικονομικές και ενεργειακές σχέσεις με τη Ρωσία, μαζί με το καθεστώς ομηρίας στο οποίο κρατά η Τουρκία τη Σουηδία ως προς την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, η προκλητικότητα έναντι της Ελλάδας, και η δημοκρατική διολίθηση στο εσωτερικό της Τουρκίας επί των ημερών Ερντογάν, βρίσκονται σταθερά στο μικροσκόπιο του αμερικανικού Κογκρέσου.
Η διακυβέρνηση Μπάιντεν και το Κογκρέσο άναψαν μεν το «πράσινο φως» σε παλαιότερο αίτημα της Άγκυρας για μικρό πακέτο πώλησης εξαρτημάτων για τα υπάρχοντα τουρκικά μαχητικά F-16, που αφορά σε ραντάρ και αναβαθμίσεις συστημάτων επικοινωνίας, όμως τόσο τα κιτ εκσυγχρονισμού των τουρκικών F-16, όσο - και κυρίως - το «καυτό» για την ίδια ζήτημα της απόκτησης νέων F-16 Viper, παραμένουν σε εκκρεμότητα. Και σε κάθε περίπτωση «περνούν» μέσα από το Κογκρέσο και τον Μπομπ Μενέντεζ, ο οποίος έχει «ξεκαθαρίσει» - και ενώπιον του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Άντονι Μπλίνκεν - ότι η Τουρκία «δεν αξίζει» να αγοράσει τα μαχητικά F-16 λόγω της πολυεπίπεδης προκλητικότητας στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, και έναντι της Ελλάδας.
«Πώς θα αποκαλούσατε μία χώρα που παραβιάζει τον εναέριο χώρο και τα χωρικά ύδατα μιας άλλης χώρας χωρίς προηγούμενη πρόκληση; Που κάνει ασκήσεις στην οικονομική ζώνη μίας άλλης χώρας; Πού αγοράζει ρωσικό στρατιωτικό εξοπλισμό κατά παράβαση του νόμου των ΗΠΑ;» ρωτούσε στα τέλη Μαρτίου ο Ρόμπερτ Μενέντεζ τον Άντονι Μπλίνκεν σε συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας. «Νομίζω θα ήταν αποκαλούσα έναν δύσκολο σύμμαχο» απάντησε ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο οποίος πρεσβεύει τη γραμμή πως η Άγκυρα, όσα προβλήματα και αν προκαλεί, αποτελεί καίριο σύμμαχο που σε καμία περίπτωση η Ουάσινγκτον δεν πρέπει να χάσει.
«Λοιπόν, εγώ αποκαλώ αυτή τη χώρα Τουρκία. Και η πραγματικότητα είναι πως δεν πιστεύω ότι σε μία τέτοια χώρα αξίζει να πουλήσουμε τα F-16» επανήλθε ο Μενέντεζ, και το ίδιο έχει επαναλάβει πολλές φορές έκτοτε. Η προ ημερών έγκριση στη διάθεση των συστημάτων επικοινωνίας τονίστηκε εκ μέρους του Μενέντεζ πως δεν συνιστά «ούτε επιθετικό όπλο, ούτε πυραυλικό σύστημα, ούτε κάποια αναβάθμιση των F-16 που θα τα καθιστούσαν πιο θανάσιμα». Αφορά μόνο την επικοινωνία και εκπέμπει το μήνυμα πως «αν χαράξεις διαφορετική πορεία, δημιουργούνται διαφορετικές δυνατότητες». Αλλά τη διαφορετική αυτή πορεία δεν τη «βλέπει».
Άλλωστε παρά τα «ήρεμα νερά» ενόσω Τουρκία και Ελλάδα οδεύουν αμφότερες προς τις κάλπες, τα προεκλογικά βίντεο Ερντογάν που «διαφημίζουν» τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος και απεικονίζουν τη Δυτική Θράκη και το ανατολικό Αιγαίο ως τουρκικό έδαφος, καθώς και η «επιστροφή» του Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε δηλώσεις περί νησιών υπό αδιευκρίνιστο καθεστώς, δεν δείχνουν να προδιαθέτουν για κάποια «θεαματική» αλλαγή στάσης εάν ο Τούρκος πρόεδρος υπερκεράσει τη μεγαλύτερη πρόκληση της 20ετούς πολιτικής διαδρομής του και καταφέρει να επανεκλεγεί. Από την άλλη, ενδεχόμενη εκλογή του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου παραπέμπει μεν σε πορεία επαναπροσέγγισης με τις ΗΠΑ, όμως το πλαίσιο των παράνομων διεκδικήσεων έναντι της Ελλάδας δεν αναμένεται να μεταβληθεί. Αποτελεί κρατική πολιτική ανεξαρτήτως νικητή στην τουρκική κάλπη, με τη διαφορά ότι ο κεμαλιστής Κιλιτσντάρογλου μπορεί να ρίχνει παράλληλα γέφυρες και με προσανατολισμό τη Δύση, σε αντίθεση με τον Ερντογάν που κοίταζε προς την Ανατολή.
Οι σχέσεις Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας βρέθηκαν στο «ναδίρ» το 2019 με την αγορά των συστοιχιών S-400, κίνηση που οδήγησε στον «εξοστρακισμό» της Άγκυρας από το πρόγραμμα των F-35 και στην επιβολή κυρώσεων στην αμυντική βιομηχανία της χώρας. Μία Τουρκία υπό τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου θα μπορούσε να εξετάσει την απομάκρυνση από το έδαφός της των συστοιχιών, στο πλαίσιο ευρύτερης εξομάλυνσης των σχέσεών της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, κατ’ εκτίμηση της «δεξαμενής σκέψης» Carnegie Europe. Ως συνέπεια, ίσως θα μπορούσε να μετάσχει σε συζητήσεις για την απόκτηση ή και ανάπτυξη μίας συμβατής με το ΝΑΤΟ αρχιτεκτονικής αντιπυραυλικής άμυνας, γεγονός που με τη σειρά του ενδεχομένως θα διευκόλυνε τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της.
Σχολιάζοντας πως «οι συνθήκες είναι ώριμες» για πολιτική αλλαγή, το αμερικανικό περιοδικό Time φιλοξένησε την Πέμπτη εκτεταμένο άρθρο για τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και δηλώσεις του, στις οποίες δεσμεύεται να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ για να γίνει η Τουρκία ξανά «μέρος του πολιτισμένου κόσμου». Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Politico, ο ίδιος είχε επίσης υπογραμμίσει πως με τον ίδιο στα ηνία η χώρα του θα συνεχίσει το μεσολαβητικό της ρόλο, αλλά «θα υπενθυμίσει στη Ρωσία ότι η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ».
Ο Ερντογάν από πλευράς του έχει επανέλθει εδώ και καιρό στην αντι-αμερικανική ρητορική, λέγοντας πως στις κάλπες οι πολίτες «πρέπει να δώσουν ένα ισχυρό μάθημα στις ΗΠΑ και τον Μπάιντεν». Ο Τούρκος πρόεδρος έχει εξαπολύσει μύδρους εναντίον του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αγκυρα, Τζεφ Φλέικ, για τη συνάντηση που είχε με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Καταγγέλλει πως οι ΗΠΑ βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή με την αντιπολίτευση, ενώ εν μέσω της όξυνσης του κλίματος έχουν επανέλθει στο προσκήνιο -διά στόματος του υπουργού Άμυνας Σουλεϊμάν Σοϊλού- και οι κατηγορίες πως είναι η Ουάσινγκτον, μαζί με τον αυτοεξόριστο στην Πενσιλβάνια ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, είναι εκείνες που αποπειράθηκαν να τον ανατρέψουν το 2016.
Διαβάστε επίσης
Ρ. Μενέντεζ: Ασπίδα για την ενεργειακή ασφάλεια και σταθερότητα η «συμμαχία 3+1»
Προεκλογικό σποτ Ερντογάν για την Αγιά Σοφιά: «Δεν έχουν ιερό και όσιο» λέει ο Κιλιτσντάρογλου
Ο Πούτιν στηρίζει τον ασθενή φίλο του
Ο Ερντογάν ακυρώνει και τρίτη κατά σειρά προεκλογική εμφάνιση