Στις Βρυξέλλες βρίσκεται στραμμένο σήμερα το ενδιαφέρον αναφορικά με τις εξελίξεις για την στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Εκεί όπου η Ούρουλα φον ντερ Λάιεν, αναμένεται να παρουσιάσει το νέο σχέδιο της Κομισιόν για τον επόμενο επταετή προϋπολογισμό της ΕΕ (2021-'27), καθώς και για το σχέδιο ανάκαμψης των οικονομιών των «27» από την πρωτόγνωρη κρίση της πανδημίας.
Μέχρι χθες το βράδυ, ουδείς ήταν σε θέση να προβλέψει τι ακριβώς θα περιλαμβάνει η συγκεκριμένη πρόταση, καθώς η πρόεδρος της Κομισιόν είχε επιβάλει σιωπητήριο στους συνεργάτες της, φοβούμενη μία ακόμη διαρροή. Κι αυτό είναι κάτι που αφορούσε κυρίως το ύψος του προϋπολογισμού και του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και τους όρους που θα διέπουν τα ποσά τα οποία θα αντλούν τα κράτη-μέλη από αυτό. Εάν και σε ποιο βαθμό, δηλαδή, θα πρόκειται για επιχορηγήσεις-δωρεές ή για δάνεια με υποχρέωση αποπληρωμής.
Το μόνο σίγουρο είναι πως η φον ντερ Λάιεν καλείται να συμβιβάσει δύο προτάσεις οι οποίες, με την πρώτη ματιά, μοιάζουν να κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση: Η μία είναι αυτή την οποία έδωσαν στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν, στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα ότι ο γαλλογερμανικός άξονας είναι εδώ. Όσο για την άλλη, ήρθε ως απάντηση στην πρώτη και φέρει τις υπογραφές τεσσάρων εκ των «σκληρών» του ευρωπαϊκού Βορρά – Ολλανδίας, Αυστρίας, Σουηδίας και Δανίας – που αποδεικνύουν ότι δεν θα καταθέσουν εύκολα τα όπλα μπροστά στο «μέγεθος» που αντιπροσωπεύουν Γερμανία και Γαλλία.
Η αλήθεια είναι ότι και μόνο η ύπαρξη των δύο παραπάνω προτάσεων αρκεί για να προκαλέσει έντονη ανησυχία σε εκείνους τους εταίρους που αναμένουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια κυριολεκτικά ως... μάννα εξ' ουρανού. Το σχέδιο της Κομισιόν για το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα πρέπει να είναι «ένας μέσος όρος ανάμεσα σε εκείνα των Γάλλων-Γερμανών και των (λεγόμενων) frugal», δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στο Politico ο Ιταλός υπουργός Ευρωπαϊκών Θεμάτων, Έντσο Αμέντολα, για να προσθέσει: «Η πρόταση της Κομισιόν πρέπει να είναι η δική της, με βάση τα όσα επιδιώκει να επιτύχει».
«Πακέτο» ενίσχυση και μεταρρυθμίσεις
Παρ' όλα αυτά, μια δεύτερη και πιο προσεκτική ανάγνωσή τους οδηγεί σε διαφορετικό συμπέρασμα. Αναδεικνύει, με άλλα λόγια, κομβικά σημεία στα οποία αμφότερες συγκλίνουν (ενίοτε χρησιμοποιώντας και τις ίδιες ακριβώς διατυπώσεις...) – κάτι που, πρακτικά, σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο να επιτευχθεί συμβιβασμός ως την κρίσιμη σύνοδο κορυφής που θα διεξαχθεί στις 18-19 Ιουνίου, πιθανότατα αυτή τη φορά όχι μέσω τηλεδιάσκεψης, αλλά με τη φυσική παρουσία των ηγετών των «27».
Ένα από αυτά τα σημεία αφορά στην καρδιά των «διαφωνιών» και, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να να παρακάμψει το μείζον θέμα της αναλογίας ανάμεσα σε επιχορηγήσεις και δάνεια. Κι αυτό διότι οι δύο προτάσεις συνδέουν σαφώς την άντληση κεφαλαίων από τη «δεξαμενή» του Ταμείου Ανάκαμψης με τη δέσμευση να ακολουθηθούν συγκεκριμένες (και μάλλον αυστηρές) πολιτικές σε επίπεδο οικονομίας.
«Η ενίσχυση για την ανάκαμψη συμπληρώνει τις εθνικές προσπάθειες και το πακέτο που έχει συμφωνηθεί από το Eurogroup και θα βασίζεται σε μια σαφή δέσμευση των κρατών-μελών να ακολουθήσουν ορθές και υγιείς πολιτικές και μια φιλόδοξη μεταρρυθμιστική ατζέντα», σημειώνεται στην πρόταση Μέρκελ-Μακρόν. «Η ενίσχυση για την ανάκαμψη θα πρέπει να διασφαλίζει πως όλα τα κράτη-μέλη θα είναι καλύτερα προετοιμασμένα για την επόμενη κρίση. Μια ισχυρή δέσμευση σε μεταρρυθμίσεις και το δημοσιονομικό πλαίσιο είναι ζωτικής σημασίας για να τονωθεί προοπτικά η ανάπτυξη», αναφέρουν από την πλευρά τους οι «4» στο δικό τους non-paper, όπως επίσης ότι «μια ευρωπαϊκή απάντηση θα πρέπει να έχει σαφή προστιθέμενη αξία στις εθνικές προσπάθειες».
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στην ύπαρξη όρων που θα συνοδεύουν την χρήση ποσών από το Ταμείο Ανάκαμψης συνηγορούν και οι πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας αναφορικά με τους «πυλώνες» στους οποίους θα κατευθυνθούν τα κεφάλαιά του. Ο ένας από αυτούς (στον οποίο συμφωνούν όλα τα ρεπορτάζ) έχει να κάνει με «την δέσμευση του εκάστοτε κράτους-μέλους ότι θα εφαρμόζει τις συμβουλές της Κομισιόν που θα αφορούν στην οικονομική του πολιτική» (Handelsblatt).
Ενιαία αγορά και «πράσινη ανάπτυξη»
Το γαλλογερμανικό σχέδιο υπογραμμίζει, επίσης, ότι «η επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και η προσαρμογή της στις προκλήσεις του μέλλοντος απαιτεί μια ανθεκτική και ανεξάρτητη βιομηχανική βάση, καθώς και μια ισχυρή Ενιαία Αγορά». Ιδού τι λένε και οι «4»: Έχουμε ανάγκη από «προσπάθειες που θα στηρίζουν τις εθνικές μεταρρυθμίσεις και θα ισχυροποιούν την Ενιαία Αγορά (...) Είναι ανάγκη να αποκαταστήσουμε και να εμβαθύνουμε την Ενιαία Αγορά, διαμορφώνοντας μια κοινή πολιτική όσον αφορά στην καινοτομία και τη βιομηχανία».
Ταύτιση απόψεων φαίνεται όμως πως υπάρχει και στο ζήτημα της «πράσινης ανάπτυξης». Για του λόγου το αληθές, Μέρκελ και Μακρόν υιοθετούν την ανάγκη «διαμόρφωσης σε κάθε τομέα ενός οδικού χάρτη πράσινης ανάκαμψης, συμπεριλαμβανομένων όπου είναι αναγκαίο, στόχων και προϋποθέσεων για τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς στόχους», κάνοντας επίσης λόγο για «την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης». Αλλά και οι «frugals» σημειώνουν πως πρέπει να «διασφαλιστεί η πράσινη μετάβαση η οποία θα ενισχύει τους φιλόδοξους στόχους της ΕΕ για το κλίμα, την ανάπτυξης και την ψηφιακή μεταρρύθμιση».
Υπό το πρίσμα όλων των παραπάνω, το παζάρι για την αναλογία ανάμεσα σε επιχορηγήσεις και δάνεια (ο πρώην προσωπάρχης της Κομισιόν και νυν αντιπρόσωπος της ΕΕ στη Βιέννη, Μάρτιν Σελμάιερ, εκτιμά ότι αυτή θα είναι 60-40 ή 70-30 υπέρ των επιχορηγήσεων), μοιάζει να περνά σε δεύτερη μοίρα και να αποτελεί κυρίως ένα καλό χαρτί στις δύσκολες διαπραγματεύσεις που είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν.
Διαβάστε ακόμα:
- Ταμείο Ανάκαμψης: Τα «αγκάθια» στο δρόμο προς τη συμφωνία
AP Photo/Olivier Matthys