Σχέδιο για την παράκαμψη του εναέριου χώρου της Λευκορωσίας, για όσες αεροπορικές εταιρείες το επιθυμούν, επεξεργάζεται ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (Eurocontrol), ενώ την ίδια στιγμή κλιμακώνονται οι διπλωματικές αντιδράσεις και το καθεστώς Λουκασένκο απαγορεύει τη δημοσιογραφική κάλυψη των διαδηλώσεων που τις χαρακτηρίζει «παράνομες».
Έτοιμο να διακόψει τις απευθείας πτήσεις με τη Λευκορωσία εμφανίζεται και το Κιέβο, ενώ διπλωματική κρίση έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε Μίνσκ και Ρίγα καθώς οι κυβερνήσεις και των δυο χωρών απελαύνουν εκατέρωθεν τους πρεσβευτές και όλους τους διπλωματικούς υπαλλήλους.
Όπως μεταδίδει το Reuters η Λευκορωσία απέλασε σήμερα τον πρεσβευτή της Λετονίας στο Μινσκ και όλους τους διπλωματικούς υπαλλήλους της πρεσβείας εκτός από ένα μέλος του προσωπικού, μετέδωσε το ειδησεογραφικό πρακτορείο της Λευκορωσίας Belta, ενώ ανάλογη απόφαση έλαβε λίγη ώρα αργότερα η Λετονία.
Την απόφαση ανακοίνωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Λευκορωσίας Βλαντίμιρ Μακέι, μετά την βεβήλωση όπως είπε της κρατικής σημαίας της Λευκορωσίας στη Ρίγα, προσθέτοντας ότι θα επιτραπεί σε ένα μέλος διοικητικού-τεχνικού προσωπικού της πρεσβείας να παραμείνει για να φροντίσει το κτίριο της πρεσβείας.
Ο ίδιος, λέγοντας ότι «δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές τέτοιες προβοκατόρικες ενέργειες» είπε ότι ο πρέσβης της Λετονίας θα πρέπει να εγκαταλείψει τη χώρα εντός 24 ωρών και το διπλωματικό προσωπικό εντός 48 ωρών.
Σε απάντηση η Λετονία απέλασε εν συνεχεία τον Λευκορώσο πρέσβη και όλα τα μέλη του προσωπικού της πρεσβείας, ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Λετονίας.
Επίσης, το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων αναφέρει ότι ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι έδωσε σήμερα εντολή στην κυβέρνησή του να καταρτίσει επίσημη απόφαση για διακοπή των απευθείας πτήσεων μεταξύ Ουκρανίας και Λευκορωσίας, ανακοίνωσε το γραφείο του Ζελένσκι.
Η Γερμανία κάλεσε τον πρέσβη της Λευκορωσίας για εξηγήσεις
Η Γερμανία κάλεσε τον πρέσβη της Λευκορωσίας στο Υπουργείο Εξωτερικών σήμερα το βράδυ για να δώσει εξηγήσεις για την αναγκαστική προσγείωση αεροπλάνου στο Μινσκ, μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Οι προηγούμενες δηλώσεις της κυβέρνησης της Λευκορωσίας για την αναγκαστική προσγείωση ενός αεροπλάνου της Ryanair στο Μινσκ είναι άτοπες και μη αξιόπιστες. Χρειαζόμαστε σαφήνεια για το τι πραγματικά συνέβη χθες επί του αεροσκάφους και επί του εδάφους. Και χρειαζόμαστε σαφήνεια ως προς την καλή μεταχείρηση του Ρομάν Προτασέβιτς και της συντρόφου του, οι οποίοι πρέπει να απελευθερωθούν αμέσως», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας σύμφωνα με ανακοίνωση.
Τις συνομιλίες με τον Λευκορώσο πρέσβη στο Βερολίνο Ντενίς Σιντορένκο θα διεξαγάγει ο υφυπουργός Μιγκουέλ Μπέργκερ. «Ταυτόχρονα, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συζητήσουν για τις επιπτώσεις στο σημερινό άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αυτή η αυθαιρεσία δεν μπορεί να μείνει χωρίς συνέπειες", δήλωσε ο Μάας.
Οι σχεδιασμοί του Eurocontrol για τη Λευκορωσία
Ο ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας ανέφερε σήμερα ότι εργάζεται με σκοπό να βοηθήσει τις αεροπορικές εταιρείες να παρακάμψουν τον εναέριο χώρο της Λευκορωσίας, εφόσον το επιθυμούν. Το Eurocontrol ανέφερε ότι μόνο σήμερα αναμένονται να πετάξουν στον εναέριο χώρο της ΕΕ 64 πτήσεις του λευκορωσικού αερομεταφορέα Belavia.
Επίσης σημείωσε ότι «εργάζεται με τις αεροπορικές εταιρίες και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας στις γειτονικές χώρες της Λευκορωσίας» ώστε να διασφαλιστεί ότι τα αεροσκάφη τους θα μπορούν να αποφύγουν τον εναέριο χώρο της Λευκορωσίας, εφόσον το επιθυμούν.
Κατά την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 19 Μαΐου, περίπου 2.500 πτήσεις που χρησιμοποίησαν τον εναέριο χώρο της ΕΕ απογειώθηκαν, προσγειώθηκαν ή πέρασαν από τον εναέριο χώρο της Λευκορωσίας. Οι 419 από αυτές ήταν πτήσεις της Belavia. Η εταιρεία αυτή εκτελεί πτήσεις από και προς 21 ευρωπαϊκές πόλεις, από το Ελνσίνκι της Φινλανδίας μέχρι τη Λάρνακα στην Κύπρο.
Ο Eurocontrol υπενθύμισε ότι η λεγόμενη Σύμβαση του Σικάγο για την ασφάλεια των πολιτικών πτήσεων απαγορεύει τη χρήση όπλων εναντίον πολιτικών αεροσκαφών εν πτήσει. Αν αναχαιτιστεί ένα τέτοιο αεροπλάνο «η ζωή των προσώπων που επιβαίνουν και η ασφάλεια του αεροσκάφους δεν πρέπει να τεθούν σε κίνδυνο», αναφέρει αυτή η διεθνής συμφωνία.
Απαγορεύτηκε δια νόμου η κάλυψη «παράνομων διαδηλώσεων»
Ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Αλεξάντρ Λουκασένκο υπέγραψε σήμερα έναν νόμο που απαγορεύει στους δημοσιογράφους να καλύπτουν τις διαδηλώσεις που έχουν χαρακτηριστεί παράνομες, εν μέσω της καταστολής του ιστορικού κινήματος αμφισβήτησης της εξουσίας του.
«Η απευθείας κάλυψη μαζικών εκδηλώσεων που παραβιάζουν τη δημόσια τάξη, ιδίως με σκοπό να κάνουν προπαγάνδα, θα απαγορευτεί», μετέδωσε το επίσημο πρακτορείο Belta. Διευκρινίστηκε ότι η απαγόρευση αυτή ισχύει κατά κύριο λόγο για τους δημοσιογράφους.
Σύμφωνα επίσης με το Belta, ο πρόεδρος Λουκασένκο υπέγραψε και έναν νόμο που απαγορεύει στους ειδησεογραφικούς ιστότοπους να αναρτούν στο διαδίκτυο «υπερσυνδέσμους» προς «απαγορευμένο» περιεχόμενο.
Η Γενική Εισαγγελία και οι τοπικοί εισαγγελείς θα μπορούν εξάλλου να αποφασίζουν μόνοι τους αν θα περιορίσουν την πρόσβαση σε ειδησεογραφικούς ιστότοπους που κρίνουν ότι κάνουν «προπαγάνδα» ή προωθούν τον «εξτρεμισμό».
Πολλά αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ των οποίων και το Nexta, που συντόνιζε τις κινητοποιήσεις της αντιπολίτευσης πέρσι, έχουν χαρακτηριστεί «εξτρεμιστικοί ιστότοποι» από τις αρχές.
Ο Ρομάν Προτασέβιτς, που συνελήφθη χθες στο Μινσκ, μετά την εξαναγκαστική προσγείωση ενός αεροσκάφους της Ryanair στη λευκορωσική πρωτεύουσα ήταν διευθυντής σύνταξης του Nexta.
Όταν ρωτήθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο, ο εκπρόσωπος της Ένωσης δημοσιογράφων της Λευκορωσίας Μπόρις Γκορέτσκι είπε ότι οι νέοι νόμοι οδηγούν «στην εξάλειψη ό,τι απομένει από τον ανεξάρτητο Τύπο». «Αυτοί οι περιορισμοί εφαρμόζονταν ήδη στην πράξη αλλά τώρα νομοθετούνται», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την Ένωση, περίπου 30 δημοσιογράφοι κρατούνται σε φυλακές στη Λευκορωσία. Την περασμένη εβδομάδα μπλοκαρίστηκε ο ιστότοπος του κυριότερου ανεξάρτητου μέσου ενημέρωσης της χώρας, του TUT.BY και πολλοί συνεργάτες του συνελήφθησαν.
Στους περισσότερους ανταποκριτές του ξένου Τύπου έχουν αφαιρεθεί οι διαπιστεύσεις, γεγονός που τους στερεί το δικαίωμα να εργάζονται νόμιμα.