Του Γιάννη Μαντζίκου
Οι πρόσφατες εξελίξεις με τελευταίο το ψήφισμα για τους Ουιγούρους από τη Βουλή των Αντιπρόσωπων φαίνεται να ρίχνουν «λάδι στη φωτιά» στις διμερείς σχέσεις, μειώνοντας τις πιθανότητες εμπορικής συμφωνίας.
Η έγκριση του σχεδίου νόμου που προβλέπει την επιβολή από την αμερικανική κυβέρνηση αυστηρότερων μέτρων σε βάρος της Κίνας εξαιτίας της καταστολής της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων εγκρίθηκε από την Βουλή - με 407 ψήφους υπέρ έναντι 1 κατά. Η εξέλιξη αυτή, αναμένεται πως θα κλιμακώσει περαιτέρω την ένταση στη σχέση των δυο χώρων, αν και το κείμενο απέχει ακόμη αρκετά από το να γίνει νόμος.
Σε κάθε περίπτωση πάντως το νομοσχέδιο αποτελεί μια σοβαρή ένδειξη της επιθετικής στάσης που παίρνει το Κογκρέσο απέναντι στη Κίνα, αφού μεταξύ άλλων στο στόχαστρο των κυρώσεων μπαίνει ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Κίνας στην περιοχή Τσεν Κουανγκουο.
Κάτι ανάλογο όμως είχε συμβεί και με την Πράξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Δημοκρατία στο Χονγκ Κονγκ την οποία ο Τραμπ υπέγραψε πριν λίγες μέρες προκαλώντας για μια ακόμα φορά την οργή του Πεκίνου. Η παραπάνω πράξη απαιτεί από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να εκτιμήσει το επίπεδο ελευθερίας στο Χονγκ Κονγκ προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσο η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει να χορηγεί τα ειδικά προνόμια εμπορικών συναλλαγών της πόλης βάσει της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου περί Πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών- Χονγκ Κονγκ του 1992.
Βάσει του νόμου αυτού, εάν ο εκάστοτε Αμερικανός πρόεδρος κρίνει ότι η περιοχή αυτή δεν είναι αυτόνομη πια (όπως οριζόταν στη σινοβρετανική συμφωνία παράδοσης του 1984), τότε τελειώνουν τα ειδικά κριτήρια όσον αφορά τις εμπορικές και χρηματοοικονομικές συναλλαγές, πράγμα που σημαίνει ότι αυτομάτως ισχύουν οι δασμοί που έχουν επιβληθεί στην υπόλοιπη Κίνα.
Μερίδα αναλυτών ωστόσο εκτιμά πως τα παραπάνω είναι απλά «προπέτασμα καπνού» και ενόψει της 15 Δεκεμβρίου, όποτε η Ουάσιγκτον καλείται να επιβάλλει νέο γύρο δασμών ύψους 160 δις δολαρίων στο Πεκίνο, θα επέλθει τελικά συμφωνία. Οι αναλυτές αυτοί δεν φάνηκαν να πτοούνται ούτε από τα σχόλια του Τραμπ, σύμφωνα με τα οποία δεν θα βιασθεί για μια εμπορική συμφωνία με την Κίνα και ότι μπορεί περιμένει έως και μετά τις προεδρικές εκλογές του 2020.
Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη που λέει ότι ο Τραμπ σκέφτεται την εκλογική του βάση στην οποία υποσχέθηκε ότι «η Κίνα και οι πρακτικές της αποτελούν τον βασικό λόγο που οι Αμερικανοί χάνουν τις δουλειές τους». Σε αυτή τη περίπτωση ο Τραμπ που συνήθως λέει «φωναχτά ότι σκέφτεται» θα αδιαφορήσει τόσο για τις συνέπειες στο διεθνές εμπόριο, τις αναταραχές στα χρηματιστήρια και τις λοιπές παράπλευρες «απώλειες» και θα περιμένει μέχρι οι Κινέζοι «συνθηκολογήσουν» με τους δικούς του όρους.