Η σφοδρότητα των κυρώσεων της Δύσης μετά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αρχίσει να έχει τις επιπτώσεις της στο καθεστώς της Μόσχας. Οι τεράστιες πιέσεις στο ρούβλι αλλά και το εξωτερικό χρέος της Ρωσίας φέρνει μνήμες της σοβιετικής οικονομικής κατάρρευσης, αλλά και ακόμα και πιο παλιά.
Τα δυσμενή οικονομικά μέτρα που έχουν επιβάλει οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι χώρες της Ευρώπης στη Ρωσία είναι πολύ περισσότερα αλλά και στοχευμένα, σε σχέση με την αντίστοιχη στρατιωτική επιχείρηση, που οδήγησε στην προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Το οικονομικό κόστος για τη Ρωσία είναι δυσθεώρητο, καθώς και η προοπτική των παρατεταμένων πολεμικών επιχειρήσεων –σε σχέση με την αστραπιαία κατάκτηση της χερσονήσου της Κριμαίας το 2014- θα βαρύνει άμεσα τη ρωσική οικονομία.
Η Μόσχα προσπαθεί να δώσει την εντύπωση πως διαθέτει την πρωτοβουλία των κινήσεων, ενδεχομένως πατώντας πάνω στα αυξημένα έσοδα από τις πωλήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου. Ωστόσο, οι κυρώσεις στις ρωσικές τράπεζες και συνεπακόλουθα στο μεγάλο εξωτερικό χρέος είναι δύσκολο να απορροφηθούν. Ήδη το πολύ μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανόνταν στην πολεμική βιομηχανία του πουτινικού καθεστώτος, πίεζε τον ρωσικό προϋπολογισμό.
Καθώς θεωρεί τον εαυτό του κληρονόμο της Σοβιετικής Ένωσης, ο Ρώσος πρόεδρος σίγουρα γνωρίζει πως η έλλειψη βιωσιμότητας της οικονομίας των σοβιέτ συνέβαλε καθοριστικά στην κατάρρευση της. Η άσχημη οικονομική κατάσταση σε συνδυασμό με τις υψηλές στρατιωτικές δαπάνες σφράγισαν τη μοίρα της ΕΣΣΔ.
Τον Δεκέμβριο του 1991, ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ αναγνώρισε την πτώχευση της πρώην υπερδύναμης και υπέγραψε την τελική διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ίσως βέβαια ο Πούτιν να πιστεύει πως εν αντιθέσει με τις χαμηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου τότε, τα υπέρογκα κέρδη της Μόσχας από το ράλι τιμών της ενέργειας θα του επιτρέψουν να ελιχθεί απέναντι στο δυτικό μπλοκ.
Βέβαια, και στη μετασοβιετική περίοδο η Μόσχα βρέθηκε αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεοκοπίας. Τον Αύγουστο του 1998, η Ρωσία δήλωσε αδυναμία πληρωμής του εξωτερικού χρέους της και αρνήθηκε να πληρώσει τα χρεολύσια των δανείων της. Η ασιατική κρίση του 1997 και οι επιπτώσεις στη ρωσική οικονομία, παράλληλα με τις εσωτερικές δομικές αδυναμίες οδήγησαν τη Ρωσία στην κήρυξη στάσης πληρωμών.
Πριν αναλάβει ο Ρώσος πρόεδρος είχαν ήδη ξεκινήσει οι μεγάλες αλλαγές στο φορολογικό και συνταξιοδοτικό πρόγραμμα με βάση τις επιταγές του ΔΝΤ. Όταν ανέλαβε ο Πούτιν την εξουσία, η Ρωσία ήταν ουσιαστικά χρεοκοπημένη, καθώς χρωστούσε περισσότερα χρήματα στο ΔΝΤ από τα συναλλαγματικά αποθέματα που διέθετε.
Τα μεγάλα κέρδη από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των ενεργειακών αποθεμάτων και η στροφή προς τον αυταρχισμό τα επέτρεψε στο καθεστώς του Πούτιν να βρεθεί στην κεφαλή της Ρωσίας, σε μία περίοδο οικονομικής ανάκαμψης. Το 2017 με έντονο συμβολισμό, ο Πούτιν ξεπλήρωσε το χρέος της Σοβιετικής Ένωσης.
Η Ρωσία είχε κληρονομήσει ένα χρέος που πλησίαζε τα 70 δισ. δολ., με μεγάλο μέρος αυτού να οφείλεται στη Γιουγκοσλαβία, λόγω των εμπορικών δεσμών μεταξύ τους.
Φτάνοντας στο 2022, οι πολεμικές δαπάνες της Μόσχας έχουν φτάσει στα επίπεδα της σοβιετικής περιόδου. Βέβαια, οι πολεμικές επιχειρήσεις ιστορικά οδηγούν σε μεγάλες οικονομικές καταστροφές τη Μόσχα. Η πτώχευση του 1998 ακολούθησε τον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας, που επιβάρυνε σημαντικά τη ρωσική οικονομία.
Ακόμα και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η κατάρρευση του τσαρικού καθεστώτος ακολουθήθηκε από την αποκήρυξη των διεθνών χρεών από τη νέα σοβιετική κυβέρνηση, το οποίο έθεσε σε λειτουργία μία από τις μεγαλύτερες ιστορικές διαμάχες παγκοσμίως. Μένει να φανεί τι αποτέλεσμα θα έχει ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία το 2022.