Το μεγαλύτερο μέρος της Πορτογαλίας εισήλθε σήμερα σε νέο lockdown, το οποίο είναι μεν λιγότερο αυστηρό σε σχέση με εκείνο της άνοιξης, αλλά η κυβέρνηση μπορεί σύντομα να λάβει αυστηρότερα μέτρα προκειμένου να αναχαιτίσει το δεύτερο κύμα της πανδημίας της Covid-19.
Τα περιοριστικά μέτρα που ανακοινώθηκαν το Σάββατο από τον πρωθυπουργό Αντόνιο Κόστα αφορούν 121 από τους 308 δήμους της χώρας, περίπου το 70% του πληθυσμού της χώρας των περίπου δέκα εκατομμυρίων κατοίκων και θα παραμείνει σε ισχύ για τουλάχιστον δύο εβδομάδες.
Εφόσον είναι εφικτό, η τηλεργασία καθίσταται υποχρεωτική αλλά «η υποχρέωση των πολιτών για κατ΄οίκον περιορισμό» αποτελεί ισχυρή σύσταση προβλέποντας σειρά εξαιρέσεων όπως τα ψώνια, η άθληση ή η παροχή βοήθειας σε κάποιον που τη χρειάζεται.
Και, αντίθετα από το ανοιξιάτικο lockdown, τα σχολεία παραμένουν ανοικτά καθώς και τα καταστήματα και τα εστιατόρια, που πρέπει ωστόσο να κλείνουν πιο νωρίς, όπως και οι πολιτιστικοί χώροι.
Η σταδιακή επιστροφή κοινού στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, αντίθετα, ανεστάλη.
Η σοσιαλιστική κυβέρνηση είχε αποφασίσει επίσης να απαγορεύσει τις εμποροπανηγύρεις, αλλά, μπροστά στη δυσαρέσκεια που εξέφρασαν οι έμποροι που συμμετέχουν σε αυτές, άφησε τους δημάρχους ελεύθερους να αποφασίσουν αν θα διατηρηθούν, κάτι που ίσχυσε κυρίως στη Λισαβόνα.
Ο Κόστα υπεραμύνθηκε προχθές, Δευτέρα, της κήρυξης υγειονομικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η οποία θα επικυρωθεί από το Κοινοβούλιο τις επόμενες ημέρες, «προκειμένου να αρθούν οι νομικές αμφιβολίες» για τη νομιμότητα ορισμένων προβλέψεων οι οποίες είναι υπό εξέταση.
Η κυβέρνηση θέλει κυρίως να διασφαλίσει ότι μπορεί με νόμιμο τρόπο να περιορίσει την ελευθερία της κυκλοφορίας, περιλαμβανομένης και της επιβολής απαγόρευσης κυκλοφορίας το σαββατοκύριακο, για παράδειγμα.
Η κυβέρνηση προβλέπει επίσης την πραγματοποίηση θερμομετρήσεων στις εισόδους των δημοσίων υπηρεσιών ή την επίταξη του στρατού προκειμένου να ενισχύσει τις υγειονομικές ομάδες εντοπισμού επαφών.
Όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Πορτογαλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια αναζωπύρωση της επιδημίας του κορονοϊού, που υπερβαίνει το πρώτο κύμα της περασμένης άνοιξης σε αριθμό ημερήσιων μολύνσεων και εισαγωγών στα νοσοκομεία.