Ορισμένοι από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς φυσικού αερίου της Ευρώπης ετοιμάζονται να πληρώσουν σε ρούβλια για το ρωσικό αέριο σύμφωνα με τους Financial Times. Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα ο αυστριακός ενεργειακός όμιλος OMV, ετοιμάζεται να ανοίξει λογαριασμούς σε ρούβλια στην Gazprombank στην Ελβετία ενώ η γερμανική Uniper πρόκειται να μεταφέρει τις πληρωμές της για το ρωσικό αέριο σε ρωσική τράπεζα.
«Οι διανομείς φυσικού αερίου στη Γερμανία, την Αυστρία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία σχεδιάζουν να ανοίξουν λογαριασμούς σε ρούβλια στην Gazprombank στην Ελβετία, προκειμένου να ικανοποιήσουν τη ρωσική απαίτηση για πληρωμές στο δικό της νόμισμα», αναφέρουν οι FT.
Σύμφωνα με τους Financial Times, η ιταλική Eni, ένας άλλος από τους μεγαλύτερους πελάτες της Gazprom, επίσης εξετάζει τις επιλογές της. Η υποστηριζόμενη από την ιταλική κυβέρνηση εταιρεία έχει περιθώριο μέχρι το τέλος Μαΐου, οπότε πρόκειται να πραγματοποιήσει την επόμενη πληρωμή για τις ρωσικές προμήθειες, για να κάνει μια τελική κίνηση, αναφέρει η εφημερίδα, επικαλούμενη Ιταλούς αξιωματούχους.
Εκπρόσωπος της OMV είπε στο Ρόιτερς πως η εταιρεία εργάζεται για μια λύση που θα είναι συμβατή με τις κυρώσεις, όμως αρνήθηκε να διευκρινίσει αν αυτό σημαίνει πως θα χρησιμοποιήσει λογαριασμούς, όπως αναφέρεται στο σημερινό δημοσίευμα των FT. Η Eni αρνήθηκε να σχολιάσει.
Εξάλλου η γερμανική Uniper πρόκειται να μεταφέρει τις πληρωμές της για το ρωσικό αέριο σε μια ρωσική τράπεζα και δεν θα χρησιμοποιεί πλέον μια τράπεζα με έδρα την Ευρώπη, γνωστοποίησε σήμερα αυτή η εταιρεία κοινής ωφελείας στην εφημερίδα Rheinische Post.
Υπενθυμίζεται ότι σε χθεσινό του δημοσίευμα το Bloomberg, ανέφερε ότι τέσσερις ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν ήδη πληρώσει σε ρούβλια τη Gazprom ενώ συνολικά δέκα έχουν ανοίξει λογαριασμούς στο ρωσικό νόμισμα.
Από τη μεριά της η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τόνισε ότι πληρωμές σε ρούβλια από κάποιες εταιρείες εισαγωγής ρωσικού αερίου συνιστούν «παραβίαση» τον κυρώσεων κατά της Μόσχας, προειδοποιώντας πως μια τέτοια παραβίαση έχει «υψηλό κίνδυνο για τις εταιρείες».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ