Με τον ευρασιατικό χώρο να έχει αναδειχθεί σε πεδίο στρατηγικού ανταγωνισμού εν μέσω των ευρύτερων γεωπολιτικών αναταράξεων που έχει πυροδοτήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο Πλάμεν Τόντσεφ, επικεφαλής Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ), σκιαγραφεί τις ισορροπίες που διαμορφώνονται στην Κεντρική Ασία μιλώντας για τη «μάχη των αφηγημάτων» μεταξύ Κίνας και Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα γίνεται όλο και πιο ορατή τα επόμενα έτη.
Ανάλυση του Πλάμεν Τόντσεφ που δημοσιεύεται στη διεθνή ηλεκτρονική επιθεώρηση με ειδίκευση σε ζητήματα Ινδο-Ειρηνικού The Diplomat έχει ως αιχμή τον σινο-ευρωπαϊκό ανταγωνισμό στην Κεντρική Ασία και έρχεται να απαντήσει στο ερώτημα εάν και κατά πόσο η περιοχή θα μπορούσε να αποτελέσει πεδίο διαμάχης. Αποτυπώνει το ειδικό βάρος της ΕΕ στην Κεντρική Ασία, τα περιθώρια περαιτέρω γεωστρατηγικής επιρροής της, καθώς και τον πιθανό αντίκτυπο για τις σινο-ευρωπαϊκές σχέσεις, οι οποίες και επισημαίνει πως μπορούν να ιδωθούν και να «ζυγιστούν» μόνο υπό το πρίσμα του πολυσύνθετου περιβάλλοντος της περιοχής.
Ως προς τη Ρωσία, η εικόνα της έχει μεν πληγεί σημαντικά εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, όμως κατά τον καθηγητή Τόντσεφ θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι η επιρροή της έχει εξαφανιστεί. Παραμένει σημαντικός παράγοντας στα πεδία ασφάλειας και οικονομίας, και μάλιστα το εμπόριο της Μόσχας με την Κεντρική Ασία αυξήθηκε κατά 20% το 2022, ενώ η αγορά εργασίας της Ρωσίας «φιλοξενεί» εκατομμύρια εργαζομένους της Κεντρικής Ασίας, με τα εμβάσματα από τη Ρωσία να αντιστοιχούν ενδεικτικά σε ποσοστό άνω του 30% του ΑΕΠ του Τατζικιστάν και του Κιργιστάν. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός πως οι δύο χώρες, καθώς και το Καζακστάν, φιλοξενούν ρωσικές στρατιωτικές βάσεις και εξαρτώνται (έστω και απρόθυμα) από την ομπρέλα ασφαλείας της Μόσχας, στο πλαίσιο της διακυβερνητικής στρατιωτικής συμμαχίας του Οργανισμού Συλλογικής Συνθήκης Ασφάλειας.
Ο εν εξελίξει πόλεμος στην Ουκρανία επιτρέπει, πάντως, στην Κίνα να διεισδύσει περαιτέρω στην Κεντρική Ασία, αν και κινείται προσεκτικά για να μην είναι ορατό ότι μπαίνει στα «χωράφια» της Μόσχας, καθώς οι δύο χώρες αποτελούν από κοινού τους βασικούς πυλώνες του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), σημειώνει ο κ. Τόντσεφ.
Η «Πρωτοβουλία ‘Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» (Belt and Road Initiative, BRI) είναι το βασικό «όχημα» με το οποίο κινείται στην Κεντρική Ασία η Κίνα, η οποία και χρηματοδοτεί σειρά έργων υποδομών. Η Σύνοδος Κορυφής στα τέλη Μαΐου την οποία φιλοξένησε ο Σι Τζινιπίνγκ στην πόλη Σιάν κατέδειξε επαρκώς την αυξανόμενη επιρροή της στην Κεντρική Ασία -με το διμερές εμπόριο να έχει ανέλθει στα 70 δισ. δολάρια το 2022.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός που παραθέτει στην ανάλυσή του ο Πλάμεν Τόντσεφ και θέλει την Κίνα ενόσω «βαδίζει» προσεκτικά στην περιοχή, να έχει εντείνει τη συνεργασία της με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τις υπηρεσίες πληροφοριών χωρών της Κεντρικής Ασίας. Έχει αναπτύξει ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας για τη φύλαξη κινεζικών επενδυτικών έργων στο Κιργιστάν, ενώ κινεζικές παραστρατιωτικές αστυνομικές μονάδες περιπολούν στα σύνορα του Τατζικιστάν με το Αφγανιστάν.
Η Τουρκία είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας, επισημαίνει ο επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ). Όχι μόνο διατηρεί πολιτιστικούς δεσμούς με τέσσερα από τα πέντε κράτη της Κεντρικής Ασίας, αλλά και μεγάλος αριθμός τουρκικών εταιρειών δραστηριοποιείται στην περιοχή, γράφει στο The Diplomat. Εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία και της μείωσης της κυκλοφορίας στη σιδηροδρομική γραμμή μέσω του Καζακστάν και της Ρωσίας, γίνεται συχνά επίκληση στη σημασία του αποκαλούμενου Μεσαίου Διαδρόμου, που εκτείνεται από την Κεντρική Ασία προς την Κασπία Θάλασσα και την Τουρκία. Ο Οργανισμός Τουρκογενών Κρατών θα μπορούσε επίσης κάλλιστα να εξελιχθεί σε έναν ακόμη φορέα της εξωτερικής πολιτικής των χωρών της Κεντρικής Ασίας, σημειώνει ο ίδιος.
Το αποτύπωμα της Ευρώπης στην Κεντρική Ασία
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διεκδικεί ιδιαίτερη θέση στην περιοχή χάρη στην οικονομική της έλξη ως σημαντικός εμπορικός εταίρος -το 2022 ο όγκος του εμπορίου μεταξύ της ΕΕ και της Κεντρικής Ασίας ανερχόταν σε περίπου 52 δισ. δολάρια. Η ΕΕ και μεμονωμένα κράτη μέλη αποτελούν συλλογικά τη μεγαλύτερη πηγή επενδυτικών κεφαλαίων για την περιοχή: Το 2022, η ΕΕ αντιπροσώπευε περισσότερο από το 42% του συνολικού αποθέματος άμεσων ξένων επενδύσεων στην Κεντρική Ασία, έναντι 14,2% για τις ΗΠΑ, 6% για τη Ρωσία και ένα πενιχρό 3,7%για την Κίνα. Εν τω μεταξύ, η ΕΕ έχει αρχίσει να προωθεί έργα συνδεσιμότητας μεταξύ Κεντρικής Ασίας και Ευρώπης.
«Συμπιεσμένα» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας, όλα τα κράτη της Κεντρικής Ασίας επιθυμούν να διαφοροποιήσουν τις διεθνείς συνεργασίες τους σε αναζήτηση ενισχυμένης διαπραγματευτικής ισχύος. Η ΕΕ είναι μια προφανής επιλογή προς εξέταση, σημειώνει ο κ. Τόντσεφ. Η μεταβαλλόμενη γεωπολιτική κατάσταση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία ανοίγει στην ΕΕ ένα «παράθυρο» για να διαδραματίσει ενεργότερο ρόλο στην περιοχή -εξ ου και η πληθώρα επισκέψεων υψηλόβαθμων αξιωματούχων της ΕΕ πέρυσι.
Η ήπια ισχύς της ΕΕ είναι σίγουρα ένα πλεονέκτημα όσον αφορά τις ευκαιρίες εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, το βιοτικό επίπεδο και τον τρόπο ζωής. Παρά τις πολυάριθμες κινεζικές υποτροφίες που χορηγούνται σε φοιτητές της Κεντρικής Ασίας, μία συζήτηση μόλις μισής ώρας με τους νέους στην περιοχή θα καταδείξει ότι η Ευρώπη, και η Δύση γενικότερα, είναι η πρωταρχική τους επιλογή, γράφει ο καθηγητής Τόντσεφ. Παρόλα αυτά, η βοήθεια της ΕΕ στην περιοχή δεν είναι επαρκώς ορατή και, επομένως, δεν εκτιμάται πλήρως. Η φράση «στρατηγική επικοινωνία» ακούγεται όλο και περισσότερο στις Βρυξέλλες, αλλά μένει να διαφανεί ο βαθμός επιτυχίας αυτής της προσπάθειας στην Κεντρική Ασία, επισημαίνει ο ίδιος.
Προοπτικές των σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων
Στην ανάλυση που υπογράφει στην εδρεύουσα στην Ουάσινγκτον διεθνή ηλεκτρονική επιθεώρηση o Πλάμεν Τόντσεφ διακρίνει ότι πιθανώς θα διαμορφωθούν οι ακόλουθες τάσεις: Πρώτον, όπως η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα παραμείνει πρωτίστως σημαντικός οικονομικός εταίρος της περιοχής. Η ΕΕ ασφαλώς δεν μπορεί να διαμεσολαβήσει σε ζητήματα ασφαλείας, πολλώ δε μάλλον να παρέχει η ίδια εγγυήσεις ασφαλείας, στην Κεντρική Ασία. Στην καλύτερη περίπτωση, η ΕΕ μπορεί να συμβάλει στη συνολική οικονομική ασφάλεια της περιοχής, αν και αυτό δεν είναι αμελητέο.
Δεύτερον, οι Ευρωπαίοι είναι αρκετά απίθανο να έλθουν σε «μετωπική» με την Κίνα στην Κεντρική Ασία. Η ΕΕ βρίσκεται σε διαμάχη με τη Ρωσία για την Ουκρανία, αλλά όχι με την Κίνα. Η Κεντρική Ασία δεν θα γίνει πεδίο γεωπολιτικής διαμάχης μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας, καθώς έχουν άλλα μέτωπα σοβαρών διαφωνιών. Για παράδειγμα, οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Κίνα στην επαρχία Σιντζιάνγκ έχει αποτελέσει ακανθώδες ζήτημα. Μεταξύ άλλων η συμφωνία ΕΕ-Κίνας για τις επενδύσεις έχει «παγώσει», ενώ εντείνεται η ανησυχία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αναφορικά με το ζήτημα της Ταϊβάν, ωστόσο προς το παρόν αυτά τα ζητήματα θεωρείται απίθανο να επηρεάσουν τις σινοευρωπαϊκές σχέσεις στην Κεντρική Ασία.
Ωστόσο, κατά τον κ. Τόντσεφ θα πρέπει να αναμένεται σκληρός σινοευρωπαϊκός οικονομικός ανταγωνισμός σε ορισμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών πόρων και της μεταφοράς τεχνολογίας. Ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες είναι πρόθυμες να μεταφέρουν βιομηχανική τεχνολογία στην Κεντρική Ασία, η Κίνα είναι ήδη πολύ ενεργή σε αυτόν τον τομέα. Υπάρχουν περίπου 60 σχετικά κινεζικά προγράμματα για το Καζακστάν, καθώς και στο Ουζμπεκιστάν, το Κιργιστάν και το Τατζικιστάν.
«Οι Ευρωπαίοι δικαίως υποστηρίζουν ότι είναι οι μεγαλύτεροι δωρητές και επενδυτές στην περιοχή, μεγαλύτεροι από την Κίνα. Η ΕΕ χαίρει μεγάλης εκτίμησης ως πηγή πολιτιστικής και κοινωνικής έλξης, αλλά πρέπει να δεσμευτεί περισσότερο για την αντιμετώπιση βασικών προκλήσεων στην περιοχή. Και οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να πουν την ιστορία τους σωστά, μέσω πολύ πιο αποτελεσματικής 'στρατηγικής επικοινωνίας', ως απάντηση στα κινεζικά αφηγήματα που προωθούνται στην Κεντρική Ασία. Πίσω στο 2020, στο απόγειο της πανδημίας COVID-19 στην Ευρώπη, ο Ζοζέπ Μπορέλ επινόησε τον όρο 'μάχη των αφηγημάτων'. Μια αληθινή 'μάχη των αφηγημάτων' μεταξύ ΕΕ και Κίνας είναι πιθανό να γίνει πιο εμφανής στην Κεντρική Ασία τα επόμενα χρόνια», καταλήγει ο Πλάμεν Τόντσεφ.