Συνήθως αρκεί για μια χώρα να έχει ένα υπέδαφος γεμάτο υδρογονάνθρακες ώστε να είναι οικονομικά ισχυρή και οι πολίτες της να ευημερούν. Η Σαουδική Αραβία δε διαθέτει μόνο τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου αλλά και φυσικού αερίου, γεγονός που από τη μία αποτελεί μοχλό ανάπτυξης, από την άλλη όμως πεδίο αντιπαράθεσης και... κακοτυχίας.
Η υπερπροσφορά "ρίχνει" την τιμή του πετρελαίου με αποτέλεσμα να ζημιώνεται η οικονομία της χώρας, σε μια περίοδο μάλιστα που ο αυξανόμενος πληθυσμός και η υψηλή ανεργία στους νέους αποτελούν ήδη μεγάλο πρόβλημα. Η σαουδική κυβέρνηση έχει ήδη προσπαθήσει να αντιμετωπίσει το ζήτημα επιβάλλοντας μέτρα λιτότητας και προκρίνοντας την απασχόληση Σαουδαράβων και όχι ξένων εργαζομένων. Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω προβλήματα για τη Σαουδική Αραβία, υπάρχει ένα ακόμα το οποίο υποβόσκει αλλά αγγίζει τον πυρήνα της παραγωγής της χώρας: η έλλειψη νερού.
Σύμφωνα με ανάλυση της Stratfor, το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία είναι ένα έθνος με έλλειψη νερού δεν αποτελεί λόγο έκπληξης. Η μεγαλύτερη χώρα στην Αραβική Χερσόνησο αποτελείται ως επί το πλείστον από άγονες ερήμους, με ελάχιστα τμήματα που διαθέτουν νερό στα ανατολικά.
Είναι γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει το πρόβλημα των υδάτινων πόρων από την ίδρυσή της, μετά τον Α'' Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι γεγονός ότι οι φυλές της Αραβικής Χερσονήσου έχουν μάθει να ζουν μ'' αυτό εδώ και αιώνες. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη κατάχρηση κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και οι αυξανόμενες δημογραφικές και οικονομικές πιέσεις τις επόμενες δεκαετίες έχουν ωθήσει τη σαουδική υδροδότηση σε σημείο που μπορεί να “σκάσει”.
Η ελάχιστη επιφάνεια νερού σε όλη σχεδόν τη χώρα αναγκάζει τον αυξανόμενο πληθυσμό της Σαουδικής Αραβίας να βασίζεται σε υδάτινους πόρους που βρίσκονται στο υπέδαφος. Το νερό που διαθέτουν φτάνει μόνο να παρέχει 76 κυβικά μέτρα ανά άτομο κάθε χρόνο, πολύ κάτω από το αποδεκτό όριο των 500 κυβικών μέτρων ανά άτομο το χρόνο. Ακόμη και για μια χώρα που διαθέτει τη μεγαλύτερη ικανότητα αφαλάτωσης παγκοσμίως, η κατανάλωση ξεπερνά κατά πολύ τους φυσικά διαθέσιμους ανανεώσιμους υδάτινους πόρους.
Επιπλέον, οι υδροφορείς (πετρώματα που περιέχουν νερό) που παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της υδροδότησης της Σαουδικής Αραβίας αργούν πολύ να ξαναγεμίσουν. Όταν περισυλλέγεται περισσότερο νερό από αυτό που αναπληρώνεται, τα επίπεδα των υπόγειων υδάτων, και εν τέλει η ποιότητά τους μειώνονται. Ο τύπος υδροφορέα που υπάρχει στη Σαουδική Αραβία, γνωστός ως “απολιθωμένο νερo” (fossil water) ή νερό που συντηρείται σε ένα χώρο για χιλιετίες, έχει εξαιρετικά αργούς ρυθμούς αναπλήρωσης και μπορεί να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά στο ενδεχόμενο υπερβολικής εξόρυξης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, οι φυσικοί υδάτινοι πόροι σε ορισμένες περιοχές της χώρας κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μέσα στα επόμενα 20 χρόνια. Το πρόβλημα οφείλεται κυρίως στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν στη γεωργία τα τελευταία 50 χρόνια.
Οι στατιστικές δείχνουν ξεκάθαρα πώς η γεωργία κατάφερε να μονοπωλήσει τη συνολική χρήση του νερού στη χώρα. Στη δεκαετία του 1970 και του 1980, η Σαουδική Αραβία, παρότι στο δικό μας μυαλό είναι γεμάτη με ατελείωτες εικόνες από άμμο και άγονες περιοχές, κατάφερε να γίνει ο έκτος μεγαλύτερος εξαγωγέας σίτου παγκοσμίως. Η κυβέρνηση ήταν υπεύθυνη για αυτή την αύξηση της παραγωγής, η οποία ξεπέρασε τόσο τον στόχο της αυτάρκειας της χώρας όσο και της ικανότητας αποθήκευσης. Κατά τη διάρκεια της γεωργικής επέκτασης, οι αρδευόμενες εκτάσεις εκτινάχθηκαν στα ύψη - κατά 400% - σε λιγότερα από 20 χρόνια.
Παρότι η Σαουδική Αραβία εγκατέλειψε την εξαντλητική αγροτική πολιτική που ακολουθούσε στο παρελθόν με αποτέλεσμα να μειωθεί η ζήτηση νερού στον αγροτικό κλάδο, η αυξανόμενη ζήτηση σε άλλους κλάδους (πχ. βιομηχανία) ξεπέρασε τα προηγούμενα επίπεδα. Η εγχώρια ζήτηση υδάτινων πόρων αυξάνεται με ετήσιο ρυθμό 6%, ενώ η ζήτηση του βιομηχανικού κλάδου αναμένεται να αυξηθεί κατά 50% μέσα στα επόμενα 50 χρόνια.
Πηγή: Stratfor
Στο πλαίσιο κάλυψης των αναγκών για μεγαλύτερη κατανάλωση νερού, το Ριάντ αναζητεί τρόπους επέκτασης των ήδη μεγάλων δραστηριοτήτων αφαλάτωσης, καθώς και κατασκευής νέων έργων. Για να συμβαδίσει με τη ζήτηση που υπάρχει στις πόλεις, υπολογίζεται πως χρειάζονται 30 δισ. δολάρια επενδύσεων στα επόμενα 15 χρόνια. Πολλά εργοστάσια κατασκευάζονται και ακόμη περισσότερα βρίσκονται στο στάδιο του σχεδιασμού. Αν υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, θα προστεθούν σχεδόν 3 εκατ. κυβικά μέτρα νερού ανά ημέρα. Για να ηλεκτροδοτούνται αυτές τις πρόσθετες εγκαταστάσεις και να δημιουργήσουν το απαραίτητο "τεχνητό" νερό, θα χρειαστούν καύσιμα, γεγονός που θα μπορούσε να συμβάλει στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης πετρελαίου.
Ωστόσο, πολλές από αυτές τις νέες εγκαταστάσεις - καθώς επίσης και το κατά πάσα πιθανότητα μεγαλύτερο ηλιακό εργοστάσιο αφαλάτωσης στον κόσμο το οποίο είναι υπό κατασκευή – επικεντρώνονται στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και στη χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Όπως και να έχει όμως, για να καλυφθούν οι ενεργειακές απαιτήσεις της αφαλάτωσης, θα υπάρξει σίγουρα αύξηση στην εγχώρια ζήτηση του πετρελαίου.
Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί ο ρόλος που έχουν να διαδραματίσουν οι ιδιωτικοποιήσεις στον τομέα της αφαλάτωσης. Το ποσοστό του αφαλατωμένου νερού που παράγεται από την κρατική Saline Water Conversion Corporation μειώθηκε από 84% το 2009 σε λιγότερο από 60% το 2013. Η Jubail Water and Power και η Shuaibah Water and Electricity είναι οι δύο επόμενοι μεγαλύτεροι παραγωγοί. Ο τομέας ενδείκνυται για μια αύξηση της απασχόλησης των πολιτών της Σαουδικής Αραβίας, καθώς και επίσης και για νέες συνεργασίες με ιδιώτες επενδυτές. Η αφαλάτωση “ενδιαφέρει” τον επενδυτικό κόσμο και παράδειγμα αποτελεί η εταιρεία Jubail, η οποία έχει Σαουδάραβες μετόχους αλλά έχει καταφέρει να προσελκύσει χρηματοδότηση από το Κουβέιτ και συνεργάτες από τη Γαλλία, τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.
Επιμέλεια: Δανάη Μαραγκουδάκη