Η πρωτοβουλία της Πελόζι δείχνει την έντονη ανησυχία που επικρατεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για την άνοδο της Κίνας. Όσο κι αν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία σχεδόν μονοπώλησε την προσοχή του Λευκού Οίκου τους τελευταίους μήνες, το κομμουνιστικό καθεστώς του Πεκίνου παρέμεινε βασικό θέμα συζήτησης στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκεί άλλωστε οφειλόταν και η μεγαλύτερη θέρμη που επέδειξε ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν το τελευταίο διάστημα σχετικά με το ζήτημα της Ταϊβάν.
Η πολιτική πίεση από όλες τις πλευρές του αμερικανικού πολιτικού συστήματος στον Πρόεδρο ήταν εμφανής. Σε σχέση με τις παραδοσιακές αναφορές των ΗΠΑ, όπου η Ουάσιγκτον δυσκολεύεται να ισορροπήσει μεταξύ των εγγυήσεων ασφαλείας και τη μη αναγνώριση της ανεξαρτησίας της, ο Μπάιντεν πιεζόταν να πει κάτι παραπάνω. Μόλις πρόσφατα ο Μπάιντεν ωθήθηκε στο να δηλώσει πως αν υπάρξει κινέζικη εισβολή στην Ταϊβάν θα τύχει στρατιωτικής απάντησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες, προκαλώντας την οργίλη αντίδραση του Πεκίνου.
Όσο όμως κι ο ίδιος ο Μπάιντεν αισθανόταν την ανάγκη να δείξει πως αντιπαρατίθεται σθεναρά στις κινέζικες προσπάθειες ενθυλάκωσης της Ταϊβάν, αυτή η επίσκεψη Πελόζι δεν ήταν στα σχέδια του. Φάνηκε άλλωστε από τις δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν όπου υπερασπίστηκε αμήχανα τις προθέσεις Πελόζι και την αποστασιοποίηση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας, Τζέικ Σάλιβαν. Ο ίδιος ο Μπάιντεν δεν μπορούσε βέβαια να αφήσει ακάλυπτη την Πελόζι και να φανεί πως υποκύπτει στις απειλές του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος.
Το ερώτημα είναι γιατί προχώρησε σε μία τέτοια κίνηση η Πελόζι, που απειλεί να ανάψει τη σπίθα για μία πυρκαγιά στη νότια κινεζική θάλασσα. Από τη στιγμή που διέρρευσε η είδηση μίας πιθανής επίσκεψης της στην Ταϊβάν ήταν μάλλον προφανές πως η Πελόζι θα το τολμούσε. Η 83χρονη πολιτικός που τόλμησε να συγκρουστεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στο απόγειο της δύναμης του δεν θα σταματούσε μπροστά στις απειλές του Πεκίνου.
Με αυτή την ενέργεια της, η Πελόζι συσπειρώνει όχι μόνο τους δημοκρατικούς βουλευτές που επιζητούν μία πιο σθεναρή καταδίκη για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, αλλά ακόμα και τους Ρεπουμπλικάνους που θεωρούν πως το Πεκίνο πρέπει να αναχαιτισθεί πριν γίνει πανίσχυρο. Άλλωστε, το ζήτημα της Ταϊβάν ιστορικά συγκινεί το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, ως μία νησίδα δημοκρατικής εναλλακτικής απέναντι στο ολοκληρωτικό μοντέλο που προωθεί το κομμουνιστικό κόμμα στην Κίνα.
Η Πελόζι θα μείνει στην ιστορία ως η Δημοκρατική Πρόεδρος του Κογκρέσου που αψήφησε τους κινδύνους και βρέθηκε στην Ταϊβάν, επιβεβαιώνοντας τον πάντα κρίσιμο ρόλο της αμερικανικής Βουλής στην εξωτερική πολιτική. Τα βλέμματα όλων βέβαια στρέφονται στον Σι Τζινπινγκ και τον τρόπο αντίδρασης του Πεκίνου σε αυτή την κίνηση.
Αν και στο Πεκίνο γνωρίζουν ότι ο Λευκός Οίκος, ακόμα κι αν δεν ενορχήστρωσε ή ενέκρινε αυτή την επίσκεψη, θα πρέπει να απαντήσει με τη σειρά του και να προστατεύσει την Πελόζι σε ότι κάνει, ως το τρίτο σε ιεραρχία πρόσωπο των ΗΠΑ μετά τον Μπάιντεν και την αντιπρόεδρο Χάρρις, η απάντηση τους ήταν ηχηρή. Η διοίκηση του ανατολικού τμήματος του κινεζικού στρατού δημοσιοποίησε τη διεξαγωγή στρατιωτικών εναέριων και θαλάσσιων ασκήσεων κοντά στην Ταϊβάν μετά την επίσκεψη Πελόζι, καθώς και τη δοκιμή συμβατικών πυραύλων στη θαλάσσια περιοχή ανατολικά της Ταϊβάν. Με αυτό τον τρόπο, αφήνουν ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα για τη δράση τους το επόμενο διάστημα.
Ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι μεσοπρόθεσμος. Παρά τον ενθουσιασμό που επικρατεί στην Ταϊβάν από την ανανέωση των αμερικανικών δεσμεύσεων ασφαλείας, η κινεζική στρατιωτική ετοιμότητα για την έναρξη επιχειρήσεων στην Ταϊβάν είναι ένα γεγονός. Οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ταϊβάν από κινεζικά μαχητικά αεροσκάφη βρίσκονταν σε έξαρση το τελευταίο διάστημα. Άλλωστε στην Ταϊπέι έχουν αποκαλύψει πως μία κινεζική απόβαση στο νησί θα είναι πλήρως υλοποιήσιμη μέχρι το 2025, σύμφωνα με τους κινεζικούς σχεδιασμούς ή ίσως και νωρίτερα, αν παρουσιαστεί η ιδανική ευκαιρία ή βρουν το κατάλληλο πρόσχημα.