Μεγάλη ανακούφιση πρέπει να ένιωσε χθες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αν και για να συμβεί αυτό υποχρεώθηκε να βάλει στην άκρη τον εγωισμό του και να προχωρήσει σε μια κίνηση για την οποία τον πίεζαν όλοι οι «εχθροί» του, οι βασικότεροι εκ των οποίων είναι οι οίκοι αξιολόγησης και οι αγορές. Ένιωσε ανακούφιση διότι για πρώτη φορά εδώ και πολλούς μήνες τα μαντάτα ήταν καλά από το μέτωπο της οικονομίας. Όχι τόσο θετικά που να μπορεί να πει κανείς ότι η κρίση πέρασε, αλλά καλά. Το τουρκικό νόμισμα εμφάνισε σημάδια ζωής, το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης πήρε ανάσα ενώ μέχρι και οι αποδόσεις των τουρκικών ομολόγων κινήθηκαν πτωτικά.
Μπορεί η αύξηση των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας (CBRT) να χαρακτηρίστηκε από σύσσωμο τον Τύπο ως «αιφνιδιαστική», όμως ο αιφνιδιασμός σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με τις εκτιμήσεις των αναλυτών (μόνο 3 στους 31 αναλυτές ανέμεναν αύξηση και αυτή μικρότερη). Διότι όποιος πιστεύει έστω και στο ελάχιστο ότι ο διοικητής της CBRT το… πήρε πάνω του και αποφάσισε να σταματήσει την ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας χωρίς να έχει λάβει το πράσινο φως από τον Ερντογάν, μάλλον δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα. Αφήστε που αν όντως η CBRT είχε λειτουργήσει ανεξάρτητα, όπως θα έπρεπε, αυτή την ώρα ο Μουράτ Ουισάλ θα ήταν ήδη «πρώην διοικητής»…
Αφού λοιπόν ξεκαθαρίσαμε ότι ο Τούρκος πρόεδρος ήταν αυτός που αποφάσισε την αύξηση των επιτοκίων, ας πάμε και στους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την κίνηση ή καλύτερα στις εξελίξεις που τον φόβισαν, καθώς και στο τι θα πρέπει να περιμένουμε στο εξής.
Αρχικά να πούμε ότι με την αύξηση των επιτοκίων κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες στο 10,25%, δεν λύνεται κανένα πρόβλημα, ούτε αποκαθίσταται η αξιοπιστία της CBRT. Για του λόγου το αληθές, η Capital Economics συνεχίζει να βλέπει περαιτέρω πτώση της λίρας, υποστηρίζοντας ότι ο Ερντογάν πρέπει στους επόμενους μήνες να κάνει πολλά περισσότερα για να πείσει την επενδυτική κοινότητα ότι… λογικεύτηκε – και δεν θα τα κάνει.
Ο μοναδικός λόγος που ο «σουλτάνος» έβαλε νερό στο κρασί του για τα επιτόκια είναι γιατί φοβάται ότι η τουρκική οικονομία πλησιάζει στο γκρεμό, όπου γκρεμός η οριστική φυγή επιχειρηματικών κολοσσών από τη χώρα. Παράλληλα πείστηκε ότι με αυτή την αύξηση κερδίζει χρόνο.
Μόλις προχθές, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία, Ντέιβιντ Σάτερφιλντ, απείλησε την τουρκική κυβέρνηση ότι αν δεν καταβληθούν τα χρέη που οφείλονται στις αμερικανικές φαρμακευτικές, οι επιχειρήσεις αυτές είτε θα εγκαταλείψουν την Τουρκία είτε θα μειώσουν σημαντικά την παρουσία τους στη χώρα. Τα χρέη της Τουρκίας προς τις αμερικανικές φαρμακευτικές έχουν αυξηθεί μέσα στον τελευταίο χρόνο κατά 900% στα 2,3 δισ. δολάρια. Ο Σάτερφιλντ, μάλιστα, ξεκαθάρισε πως θα υπάρξουν συνέπειες αν παρατηρηθούν φαινόμενα αθέτησης πληρωμών ή αν συνεχιστούν οι πιέσεις που δέχονται οι αμερικανικές εταιρείες για «κούρεμα» των οφειλών του τουρκικού δημοσίου.
Στο μεταξύ, η ακρίβεια στην τουρκική αγορά έχει αρχίσει να επηρεάζει σημαντικά τα νοικοκυριά αλλά ο υπουργός Οικονομικών, Μπεράτ Αλμπαϊράκ ελπίζει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας που φέρνει η υποτίμηση του νομίσματος και η οποία θα βοηθήσει τις βιομηχανίες της Τουρκίας. Μόνο που για να ισχύσει αυτό θα πρέπει να υπάρχουν και αγοραστές για τα τουρκικά προϊόντα…
Σε τεχνικό επίπεδο, η αύξηση των επιτοκίων στο 10,25% επιτρέπει στην CBRT να αυξήσει από την πίσω πόρτα το χρηματοδοτικό κόστος των τουρκικών τραπεζών στο 12% προσεχώς, σε μία έμμεση σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής που δίνει χρόνο στον πρόεδρο.
Η αλήθεια είναι ότι ο Ερντογάν σε καμία περίπτωση δεν έχει πείσει τους επενδυτές ότι θα αλλάξει κατεύθυνση. Γι' αυτό και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η χθεσινή εικόνα αποκλιμάκωσης των πιέσεων προς τη λίρα θα συνεχιστεί. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Capital Economics, για να πείσει τους επενδυτές η CBRT θα πρέπει να αυξήσει ξανά τα επιτόκια και να κρατήσει τα πραγματικά επιτόκια σε θετικό έδαφος για μεγάλο χρονικό διάστημα, ωστόσο η εμπειρία δείχνει ότι κάτι τέτοιο δύσκολα θα συμβεί.
Το τουρκικό νόμισμα έφτασε στο ιστορικό χαμηλό των 7,72 λιρών/δολάριο πριν την απόφαση της CBRT και κατάφερε να ανακάμψει στις 7,55 λίρες/δολάριο μετά την ανακοίνωση, κερδίζοντας περίπου 2%, κάτι που είχε να συμβεί από τον Μάρτιο. Στη συνέχεια, ωστόσο πήρε πάλι την κατιούσα προς τις 7,63 λίρες/δολάριο, αποδεικνύοντας ότι η επενδυτική κοινότητα βλέπει συνολικά τα προβλήματα της Τουρκίας: Το εμπορικό έλλειμμα διογκώνεται, το χρέος σε ξένο νόμισμα παραμένει σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα και τα συναλλαγματικά αποθέματα της CBRT έχουν εξαντληθεί.