Μπορεί οι ηγέτες της Δύσης να προσπαθούν να ανασχέσουν την επιθετικότητα του Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά ο τρόπος τους διαφέρει. Η ετήσια ομιλία του Αμερικάνου προέδρου στο Καπιτώλιο και το διάγγελμα του Γάλλου ομόλογου για τον πόλεμο στην Ουκρανία το δείχνουν χαρακτηριστικά. Προς το παρών βέβαια, ο συντονισμός και η συνοχή των ευρωατλαντικών θεσμών είναι εντυπωσιακή.
Στην καθιερωμένη ετήσια ομιλία του Τζο Μπάιντεν κυριάρχησε το ουκρανικό ζήτημα, από όπου άλλωστε ξεκίνησε ο Αμερικανός πρόεδρος. Πέρα από την ευαισθητοποίηση για την ανθρωπιστική τραγωδία που λαμβάνει χώρα στην Ουκρανία, ήταν σαφές πως ο Μπάιντεν ήθελε να αιτιολογήσει τη μεγάλη εμπλοκή της Ουάσιγκτον στην κρίση.
Η εξέλιξη άλλωστε είναι δυσάρεστη για το κύρος του Λευκού Οίκου διεθνώς. Όσο και αν το ρωσικό καθεστώς εισέβαλε στην Ουκρανία κατά παράβαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, η Ουάσιγκτον βρίσκεται στο φάσμα μίας δεύτερης συνεχόμενης αποτυχίας, καθώς μετά από την άτακτη αποχώρηση από το Αφγανιστάν, δεν κατάφερε να αποτρέψει μία ρωσική εισβολή, ακόμα και αν είχε προειδοποιήσει για τη διεξαγωγή της από καιρό.
Το ζήτημα βέβαια είναι ότι, ενώ υπάρχει μία συντονισμένη απάντηση με τους ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ, κάτι το οποίο τόνισε πολλάκις στην ομιλία του ο Μπάιντεν, οι κυρώσεις εναντίον της Μόσχας χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν καρπούς. Μέχρι τότε ωστόσο, υπάρχει σαφής ανησυχία πως το ρωσικό καθεστώς θα έχει επιβάλει τετελεσμένα που δεν θα μπορούν να ανατραπούν. Ταυτόχρονα, οι τιμές της ενέργειας συνεχίζουν το ράλι ανόδου, γεγονός που επηρεάζει σίγουρα και το εσωτερικό ακροατήριο του.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Μπάιντεν εξήγγειλε τις πρωτοβουλίες του για την αντιμετώπιση της ραγδαίας αύξησης των τιμών του πετρελαίου, κάτι το οποίο ανέμεναν τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι συμμάχοι του διεθνώς. Σε αυτό το πλαίσιο, ανακοινώθηκε η αποδέσμευση 60 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου από τα αποθέματα σε όλο τον κόσμο, ενώ οι ΗΠΑ θα αποδεσμεύσουν επιπλέον 30 εκατομμύρια βαρέλια από τα στρατηγικά αποθέματά της.
Ταυτόχρονα, προσπάθησε να αναδείξει πως το καθεστώς Πούτιν αποτελεί μία δικτατορία πλέον, που αν δεν ανασχεθεί, θα επεκταθεί περαιτέρω, απειλώντας μέχρι και συμμάχους του ΝΑΤΟ.
Ο Μακρόν από την άλλη πλευρά κινείται στη βαριά σκιά της γαλλικής παράδοσης στην εξωτερική πολιτική, καθώς και του κομβικού ρόλου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μπορεί το πλατύ ακροατήριο να απωθείται από το καθεστώς του Πούτιν και την εισβολή του στην Ουκρανία, αλλά οι πολιτικοί αντίπαλοι του Μακρόν, που βρίσκονται από τη συντηρητική δεξιά μέχρι και την ακροδεξιά δεν έχουν πάρει σαφή θέση εναντίον της Μόσχας. Αν αναλογιστεί κάποιος πως οι προεδρικές εκλογές, στις οποίες θα κριθεί πιθανότατα η επανεκλογή του, είναι σε δύο μήνες γίνεται κατανοητή η πιεστική θέση που έχει βρεθεί ο Μακρόν.
Οι αντίπαλοι του άλλωστε στέκονται στην αδυναμία του να παρέμβει αποτελεσματικά στη ρωσοουκρανική κρίση. Ας μην ξεχνάμε πως τη μέρα που προηγήθηκε της έναρξης της ρωσικής εισβολής, ο Μακρόν είχε συνομιλήσει με τον Πούτιν και είχε ανακοινώσει πως το Κρεμλίνο είχε δεχθεί τη διοργάνωση μίας ευρείας συνόδου με τις ΗΠΑ, για να αποτραπεί ο πόλεμος. Λίγο μετά βέβαια είχε διαψευστεί από το Κρεμλίνο, ενώ τα ξημερώματα ο Πούτιν έδωσε το έναυσμα για την εισβολή με το διάγγελμα του.
Γι’ αυτό άλλωστε ο Μακρόν έχει αναλάβει προσωπικά το ζήτημα, ώστε να αποδείξει τον διακριτό ρόλο του Παρισιού και ότι, βέβαια, η Γαλλία δεν υπολείπεται των Ηνωμένων Πολιτειών. Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε πως ο Γάλλος πρόεδρος δηλώνει πως θα συνεχίσει να μιλά με τον Πούτιν, ώστε να επιτύχει μία κατάπαυση του πυρός. Την ίδια στιγμή ο Μακρόν τονίζει τα σφάλματα του Ρώσου προέδρου, επιρρίπτοντας όλες τις ευθύνες στη Μόσχα.
Η Σύνοδος Κορυφής για την προοπτική της ευρωπαϊκής στρατηγικής ενεργειακής ανεξαρτησίας από το ρωσικό αέριο στις 10 Μαρτίου φαίνεται να ήταν μία από τις βασικές εξαγγελίες του, στοχεύοντας να δείξει πως πρωτοπορεί στην αντιμετώπιση της ουκρανικής κρίσης, μεσομακροπρόθεσμα. Ο Μακρόν επίσης προανήγγειλε την αύξηση των δαπανών για τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας του.
Ήδη η Γαλλία βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται μπροστά σε άλματα για την επόμενη μέρα της ηπείρου, τη στιγμή που η Γερμανία ανακοίνωσε ένα υπέρογκο πρόγραμμα εξοπλισμού της, σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο.