Έχοντας εμπλακεί σε ένα επικίνδυνο εγχείρημα, και αντικρίζοντας τις πρώτες συνέπειές του, ο Ρώσος Πρόεδρος απειλεί την Ευρώπη και όλο τον Πλανήτη. Η αναγνώριση από τη Ρωσία πριν λίγες ημέρες των δύο δημοκρατιών (Ντονέτσκ και Λουχάνσκ) που συναπαρτίζουν το Ντόνμπας, οι οποίες είχαν ήδη σχεδόν αποσχισθεί από την Ουκρανία το 2014 με τη βοήθεια της Ρωσίας αλλά κυρίως η συνακόλουθη μαζική εισβολή της Ρωσίας στην υπόλοιπη επικράτεια της Ουκρανίας ανέτρεψαν τη διεθνή τάξη. Αναμφίβολα, απειλούν σοβαρά τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Η συμπεριφορά της Ρωσίας, αποτελεί μια ανατροπή στις διεθνείς σχέσεις. Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην επικράτεια της Ουκρανίας εκτελείται χωρίς να υπάρχει καμία νομιμοποιητική βάση, ούτε καν πρόφαση. Παραβιάζει τις δυο θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, όπως αυτές προβλέπονται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών: πρώτον, τη διασφάλιση του απαραβίαστου των συνόρων, δηλαδή την εδαφική ακεραιότητα των κρατών και δεύτερον, την εθνική τους κυριαρχία. Καταστρατηγεί επίσης άλλες διεθνείς συμφωνίες, και συγκεκριμένα το Χάρτη των Παρισίων (1990) του Οργανισμού για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη-ΟΑΣΕ (Διάσκεψη τότε) ο οποίος προβλέπει ότι η αλλαγή στα σύνορα των κρατών θα μπορεί να γίνεται δεκτή μόνο ως αποτέλεσμα ειρηνικών διαδικασιών και όχι ως αποτέλεσμα ένοπλης επίθεσης.
Ο Ρώσος Πρόεδρος οικοδόμησε ένα καταφανώς ψευδές νομιμοποιητικό αφήγημα, πατώντας σε προηγούμενες περιπτώσεις στρατιωτικών παρεμβάσεων ή και εσφαλμένων πρακτικών της Δύσης, είτε του ΝΑΤΟ στο Κόσσοβο (1999), είτε των ΗΠΑ στο Ιράκ (2003), είτε ακόμα και της ΝΑΤΟικής επιχείρησης στη Λιβύη (2011). Ως προς το τελευταίο, παραπέμπει σε συνειρμούς από την αμφιλεγόμενη αρχή για την Ευθύνη Προστασίας, στην οποία είχε βασιστεί το Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας 1973/2011 των Ηνωμένων Εθνών, νομιμοποιώντας τη διεθνή στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη.
Με άλλα λόγια, ο Πρόεδρος Πούτιν, ως νοσταλγός μιας άλλης εποχής, οικοδόμησε το νομιμοποιητικό του αφήγημα επικαλούμενος προηγούμενες πρακτικές των δυτικών ως προς τις διεθνείς στρατιωτικές παρεμβάσεις, προκειμένου να δείξει ότι δεν κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που ήδη έχει αποτελέσει στο μεταψυχροπολεμικό παρελθόν διεθνή πρακτική. Για ορισμένους αναλυτές, αυτή η μαζική στρατιωτική εισβολή με τη χρήση «εργαλείων» του αντιπάλου παραπέμπει σε μεθόδους γνωστές στην εποχή του Στάλιν. Στην ίδια λογική, η επίθεση οφείλει να εκτελεστεί από τον επιτιθέμενο όταν θα βρίσκεται σε θέση ισχύος ή όταν ο αντίπαλος θα βρίσκεται εμφανώς αποδυναμωμένος.
Μια απλή ανάγνωση της κατάστασης στην εξελισσόμενη αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής ασφάλειας έδειξε να προβάλει στον Πρόεδρο Πούτιν έναν συσχετισμό δυνάμεων τον οποίο θεώρησε ότι μπορεί να αντιμετωπίσει σχεδόν αλώβητος. Για τον Ρώσο Πρόεδρο, ο χώρος της ευρωπαϊκής ασφάλειας και άμυνας βρισκόταν μέχρι σήμερα σε ασάφεια και ασυμφωνία. Οι συζητήσεις περί ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας σκόνταφτε μέχρι χθες στην αβελτηρία ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ να αυξήσουν τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους αλλά και να εξασφαλίσουν με αποφασιστικότητα τη δυνατότητα αυτόνομης ανταπόκρισης στις σύγχρονες απειλές για την ασφάλεια και την άμυνά τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζονταν μέχρι προχθές περισσότερο απασχολημένες με την ενορχήστρωση του επιθυμητού συσχετισμού δυνάμεων για την ανάσχεση της Κίνας παρά για τυχόν αμυντικές επενδύσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Παράλληλα, έχοντας καταγράψει το χαρακτήρα των Ευρωπαϊκών κρατών και την αδυναμία τους να συντονιστούν σε θέματα ασφάλειας και κυρίως άμυνας, ο Ρώσος Πρόεδρος θεώρησε ότι δεν έπρεπε να χάσει χρόνο εν όψει της ολοκλήρωσης των δύσκολων διαπραγματεύσεων της «περιβόητης» εμπορικής συμφωνίας ΕΕ- Ουκρανίας. Η Ουκρανία επρόκειτο να θεσμοποιήσει την πορεία συνεργασίας της με την ΕΕ, η οποία θα συνέβαλλε στην ανάπτυξη και τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Με άλλα λόγια, θα αποτελούσε ένα «επικίνδυνο» παράδειγμα για μη ευρωπαϊκές κοινωνίες που βιώνουν εδώ και δεκαετίες την αυταρχική διακυβέρνηση των κρατών τους. Άλλωστε, για πολλούς αναλυτές που παρακολουθούν την περιοχή, για την ουκρανική κοινή γνώμη, η Ρωσία δεν έγινε πιο δημοφιλής μετά το 2014 στη χώρα. Μάλλον το αντίθετο συνέβη.
Δεδομένων των παραπάνω, δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι στόχος της εξελισσόμενης στρατιωτικής εισβολής είναι η ανατροπή του καθεστώτος της Ουκρανίας και η δημιουργία ενός ασταθούς, αποδυναμωμένου έως αποτυχημένου κράτους, στο κέντρο της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Επιπροσθέτως, ο Ρώσος Πρόεδρος επιδιώκει μια κατάσταση κατά την οποία οι μελλοντικές αποφάσεις για την Ουκρανία θα λαμβάνονται και με τη συγκατάθεση της Ρωσίας.
Η καταιγιστική εισβολή στην Ουκρανία δείχνει να έχει βασιστεί στην πεποίθηση του Ρώσου Προέδρου ότι αυτή θα ήταν σύντομη. Θεώρησε ότι μπορούσε να το κάνει και να εξέλθει σχετικά αλώβητος. Άλλωστε, διαθέτει πολυπληθείς ένοπλες δυνάμεις, εξοπλισμένες και εκπαιδευμένες σε επιχειρήσεις κρούσης καθώς μια αξιοσημείωτη στρατιωτική τεχνολογία, δοκιμασμένη τα τελευταία χρόνια επιτυχώς στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της στη Συρία. Τα πρόσφατα διπλωματικά και επιχειρησιακά οφέλη που αποκόμισε από τη Συρία και τη Λιβύη αναμφίβολα είχαν τονώσει το ηθικό του Ρώσου Προέδρου. Επομένως, οι όποιες διαπραγματεύσεις μεταξύ Δυτικών και Ρωσίας, ή μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, δεν επρόκειτο να καρποφορήσουν δεδομένου ότι ο στόχος του ενός μέρους ήταν σε εντελώς διαφορετικό σημείο, δηλ. εκτός πλαισίου διαπραγματεύσεων.
Μετά την στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τις συνακόλουθες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης, και της καταχρηστικής ερμηνείας του διεθνούς δικαίου, ο Ρώσος Πρόεδρος κλιμάκωσε τις απειλές του τόσο σε όλη την Ευρώπη αλλά και ευρύτερα επιδιώκοντας να φανεί αποφασιστικός. Η ανταπόκριση της Δύσης μέσω κυρώσεων προοδευτικά εξελίχθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να επιφέρει τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα προβλήματα στη Ρωσία.
Η διακοπή χρήσης του διεθνούς τραπεζικού δικτύου SWIFT από μεγάλες Ρωσικές τράπεζες, από μέλη της ρωσικής κυβέρνησης καθώς και της πλειονότητας της ρωσικής ολιγαρχίας, θα αρχίσει να γίνεται πολύ επιβλαβής για την Ρωσική οικονομία αλλά και τα συμφέροντα των Ρώσων επιχειρηματιών. Επίσης, η άρνηση μεγάλων δυτικών εταιρειών εφοδιαστικής αλυσίδας να συνεργαστούν πλέον με τη Ρωσία έχει ενισχύσει τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ρωσίας.
Η απόφαση πολλών κρατών της ΕΕ αλλά και της ΕΕ να παράσχουν άμεση στρατιωτική και ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία ήταν μια εξίσου ενοχλητική εξέλιξη για το Ρώσο Πρόεδρο. Κατά συνέπεια, απείλησε, κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη της ΕΕ μη μέλη της Συμμαχίας να μην τολμήσουν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ (Σουηδία και Φινλανδία) υποσχόμενος ανυπέρβλητα προβλήματα για τις χώρες αυτές. Νιώθοντας τον κλοιό γύρο του να αρχίζει να σφίγγει, ο Ρώσος Πρόεδρος ενημέρωσε τη διεθνή κοινή γνώμη, 4 ημέρες μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ότι θέτει σε επιφυλακή τις πυρηνικές του δυνάμεις ως απάντηση της δήθεν επιθετικής ρητορικής κάποιων ευρωπαϊκών κρατών, προφανώς κοιτώντας προς την κυβέρνηση του Ελσίνκι. Η συγκεκριμένη ανακοίνωση δείχνει μια αχρείαστη κλιμάκωση η οποία ενέχει σοβαρούς κινδύνους και αντανακλά τη δύσκολη θέση που έχει περιέλθει ο Ρώσος Πρόεδρος.
Η συνακόλουθη ανακοίνωση από την ΕΕ απαγόρευσης χρήσης του Ευρωπαϊκού εναερίου χώρου από Ρωσικά αεροσκάφη, η διακοπή λειτουργίας των δυο μεγάλων ρωσικών ειδησεογραφικών πρακτορείων Russia Today και Sputnik στην επικράτεια της ΕΕ και η χρηματοδότηση από την ΕΕ στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία ήταν μια ευρωπαϊκή απάντηση στην «πυρηνική ρητορική» του Ρώσου Προέδρου η οποία μάλλον θα σφίξει περισσότερο τον κλοιό γύρω από την αλαζονεία του.
Η επιμονή του Ρώσου Προέδρου, όπως και το 2014, να δείχνει την πυρηνική κάρτα, ως ενδεχόμενο μιας Ρωσικής ανταπόκρισης σε μια θεωρούμενη επιθετική κίνηση ενός αντιπάλου, στοχεύει στην εξασφάλιση της αξιοπιστίας του αποτρεπτικού χαρακτήρα της απειλής. Ωστόσο, το δόγμα της πυρηνικής αποτροπής, το οποίο επικαιροποίησε η ρωσική κυβέρνηση τον Ιούνιο 2020, είναι τόσο διευρυμένο ερμηνευτικά που μάλλον κινδυνεύει να καταλήξει αναξιόπιστο εξαιτίας της μεγάλης επικινδυνότητας που μεταφέρει. Παράλληλα, δεν θα πρέπει να λησμονείται το πολιτικό κόστος που επιφέρει μια πυρηνική απειλή, έστω και αν αναφέρεται (κυρίως) στα τακτικά πυρηνικά όπλα. Άλλωστε η δημοφιλία του Ρώσου Προέδρου έχει αρχίσει να κλονίζεται στο εσωτερικό της χώρας του.
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα πληγεί περαιτέρω εν όψει των συνεπειών από τις διεθνείς οικονομικές κυρώσεις που πρόκειται να βιώνουν οι υποστηρικτές του. Επομένως, η Ρωσία έχει ένα συμφέρον να διαπραγματευτεί τις επόμενες ημέρες με την Ουκρανία αναγνωρίζοντας τις θεμελιώδεις αρχές κυριαρχίας των κρατών δεδομένου ότι μάλλον οι παράμετροι τις οποίες η Μόσχα θεωρούσε δεδομένες μάλλον αλλάζουν πολύ γρήγορα, συμπεριλαμβανομένης της αποφασιστικότητας των κρατών μελών της ΕΕ να θέσουν σε πιο αξιόπιστες βάσεις τις παραμέτρους της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας και τους αντιστοίχους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους.