Η είδηση των απευθείας επαφών μεταξύ της Τεχεράνης και του Ριάντ προκάλεσε έναν μίνι διπλωματικό σεισμό. Οι δύο πόλοι του ισλαμικού κόσμου θα γίνουν αισθητές σε όλη τη Μέση Ανατολή κι ευρύτερα. Ωστόσο, τα ζητήματα που τους χωρίζουν παραμένουν αρκετά και ίσως να αυξηθούν στο μέλλον.
Όσο κι αν η διαμάχη μεταξύ Ιράν και Ισραήλ έχει συγκεντρώσει τα φώτα της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, τα κράτη της Αραβικής Χερσονήσου είχαν ταχθεί εξίσου εναντίον της Τεχεράνης. Πολλές φορές μάλιστα, αμερικάνοι αξιωματούχοι περιέγραφαν την τάση των βασιλείων του Κόλπου να τους καλούν για δράση εναντίον των μουλάδων της Τεχεράνης και να προσπαθούν να τους δεσμεύσουν να αναπτύξουν δυνάμεις στην περιοχή. Το Ριάντ πρωτοστατούσε βέβαια, ως στενός σύμμαχος της Ουάσιγκτον.
Αντιστοίχως, το Ιράν θεωρούσε πάντα παράλογες τις απαιτήσεις των βασιλείων, δεδομένης της στρατιωτικής αδυναμίας τους, ενώ διαχρονικά στηλίτευσαν την εξάρτηση τους στις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλεια τους. Οι έντονες θρησκευτικές διαφορές μεγέθυναν τις αντιθέσεις και τις διαφορές τους.
Η μεταστροφή του Ριάντ, ειδικά σε μία περίοδο οικονομικής αδυναμίας της Τεχεράνης, μπορεί να εξηγηθεί από τη νέα αμερικανική διοίκηση. Ο Τζο Μπάιντεν είχε δεσμευθεί για την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, αλλά και την ευρύτερη αποστασιοποίηση από τις διαμάχες της περιοχής.
Η προσπάθεια επανενεργοποίησης της συμφωνίας του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης ήδη δείχνει τις διαθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Άλλωστε, η προσέγγιση των προηγούμενων χρόνων ήταν αντιπαραγωγική, καθώς το Ιράν, παρά τις οικονομικές δυσκολίες, προχωρούσε το πυρηνικό πρόγραμμα με γοργότερους ρυθμούς, ως αντίποινα για τις αλλεπάλληλες αμερικανικές κυρώσεις.
Εάν και δεν είναι σαφές αν επικροτούν τέτοιες εξελίξεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες φροντίζουν να μην εμφανίζονται καν στις συνομιλίες. Γνωρίζουν πως η αναφορά και μόνο του ονόματος Αμερική θα ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά των Ιρανών.
Η κατάληξη των συζητήσεων αφορά πολλούς παίκτες στο περιφερειακό παιχνίδι. Το Ιράκ εμφανίζεται ιδιαίτερα ενεργό στη διαμεσολάβηση μεταξύ τους.
Όλο το προηγούμενο διάστημα Σαουδική Αραβία και Ιράν βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα, διοχετεύοντας εκατομμύρια στη Συρία και τον Λίβανο, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές. Στην Υεμένη αντιστοίχως. Η δέσμευση Μπάιντεν για διακοπή της αμερικανικής υποστήριξης της Σαουδικής Αραβίας είχε ηχηρή επίδραση στο Ριάντ.
Βέβαια, οι διαφορές παραμένουν. Η οικονομική κατάρρευση στο Λίβανο είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Το Ιράν δεν πρόκειται να αναστείλει την υποστήριξη του στους αντάρτες της Υεμένης, ούτε η Σαουδική Αραβία θα αλλάξει την πολιτική της εκεί. Άλλωστε, οι συζητήσεις δεν έχουν οριστικό αποτέλεσμα.
Όμως, τα δεδομένα έχουν αλλάξει πλέον. Όπως δήλωσε χθες, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Σαΐντ Χατιμπζαντέχ, το Ιράν θέλει να φτάσει σε μία συνεννόηση για την περιοχή, σε δηλώσεις που προκάλεσαν το ενδιαφέρον από το Ισραήλ μέχρι την Ευρώπη και την Αμερική.
Η αλλαγή αυτή μπορεί να είναι ενδεικτική και για μία ακόμα μετατόπιση στην περιοχή. Οι εκλογές του Άσαντ στη Συρία με προδιαγραμμένο αποτέλεσμα επικρίθηκαν σφοδρά από τη Δύση.
Ωστόσο, το Ριάντ μπορεί να βρίσκεται πλέον πιο κοντά και σε έναν σύμμαχο της Τεχεράνης, τη Δαμασκό. Αν και μέχρι τώρα χρηματοδοτούσαν πλήθος αντικαθεστωτικών στη Συρία, τώρα στη Σαουδική Αραβία αισθάνονται πως ένα πακέτο χρημάτων ανοικοδόμησης για τη Συρία θα αυξήσει σημαντικά την επιρροή τους.
Στηρίζοντας ωστόσο ένα καθεστώς όπως του Άσαντ, μάλλον θα δυσαρεστήσει τους συμμάχους του στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η Δαμασκός αψηφά ανοιχτά πλέον τη Δύση. Ενδεχομένως, να δείχνει τι επιφυλάσσει πλέον η νέα ισορροπία.