Του Γιώργου Παυλόπουλου
Τέρμα τα ψέματα! Και για τους Βρετανούς πολίτες και για τη νέα τους κυβέρνηση και για τον επικεφαλής της, Μπόρις Τζόνσον. Πλέον, οι δικαιολογίες έχουν εκλείψει και οι δυνατότητες εξαπάτησης έχουν περιοριστεί. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, που θα έλεγε και ο σοφός λαός.
Να εξηγηθούμε. Με τον Τζόνσον στην Ντάουνινγκ Στριτ 10, κανείς δεν μπορεί να προβάλλει τη δικαιολογία της αναποφασιστικότητας και του... διχασμένου χαρακτήρα. Με την Τερέζα Μέι, αυτό ήταν δυνατό, μιας και η ίδια ήταν πολιτικά αντίθετη με το Brexit και γι'' αυτό, όταν αναγκάστηκε να το υπηρετήσει αναλαμβάνοντας τα ηνία από τον Ντέιβιντ Κάμερον, προσπάθησε να το κάνει όσο πιο ήπιο και ανώδυνο γίνεται, με αποτέλεσμα να δυσαρεστήσει τους πάντες και να οδηγηθεί στην κατάρρευση.
Ο διάδοχός της, αντιθέτως, έχει ξεκάθαρη θέση ως προς αυτό – τουλάχιστον τα τελευταία τρία χρόνια, δηλαδή από τις παραμονές του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016 μέχρι σήμερα. Έχει ταχθεί υπέρ της καθαρής αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και αν αυτό συμβεί χωρίς να υπάρχει συμφωνία. Και διαβεβαιώνει – το έκανε και χθες, στις πρώτες του δηλώσεις ως πρωθυπουργός – ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί σε κάθε περίπτωση, βρέξει-χιονίσει, στις 31 Οκτωβρίου.
Μας έχει τελειώσει, επίσης, το άλλοθι του διχασμού και των εσωτερικών συγκρούσεων στην κυβέρνηση. Κι αυτο διότι το νέο υπουργικό συμβούλιο που ανακοίνωσε χθες ο Τζόνσον αποτελείται αποκλειστικά από έμπιστους σε αυτόν, οι οποίοι επιπλέον συμμερίζονται τις απόψεις του για το Brexit. Έτσι, τουλάχιστον στις επόμενες 100 ημέρες – όσες απομένουν, δηλαδή, μέχρι την εκπνοή της παράτασης την οποία έχουν δώσει οι Βρυξέλλες – όλα δείχνουν πως το Λονδίνο θα μιλά με μία φωνή.
Η... φωνή του Λονδίνου
Μένει να δούμε, λοιπόν, τι ακριβώς θα λέει αυτή η φωνή. Διότι υπάρχουν πολλά που μας κάνουν να είμαστε τουλάχιστον... καχύποπτοι. Όπως, για παράδειγμα, το γεγονός ότι και η Μέι διαβεβαίωνε ότι το Brexit θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι την αρχικά προβλεπόμενη ημερομηνία, δηλαδή στις 29 Μαρτίου, αλλά μετά παρασύρθηκε σε αλλεπάλληλες κωλοτούμπες. Ή ακόμη, η εμπειρία της πολιτικής διαδρομής του ίδιου του Τζόνσον, που έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει νε ματαβάλει τη θέση του όταν το κρίνει αναγκαίο.
Πάνω από όλα, όμως, υπάρχουν κάποια δεδομένα: Η πλειοψηφία του επιχειρηματικού κόσμου της Βρετανίας, η κεντρική τράπεζα, τα συνδικάτα και, βεβαίως, η αντιπολίτευση (Εργατικοί, Φιλελεύθεροι, οι Σκοτσέζοι του SNP, οι Ουαλοί εθνκικιστές κ.λπ.) τάσσονται κατά του Brexit και, κυρίως, προειδοποιούν για τις τραγικές συνέπειες που θα έχει ένα «άτακτο Brexit».
Ο νέος πρωθυπουργός και το επιτελείο του – που σε χώρες όπως η Βρετανία παίζει καθοριστικό ρόλο, διασφαλίζοντας τη συνέχεια και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα απέναντι στις όποιες «παραξενιές» των ηγετών – οφείλει να τα λάβει όλα αυτά υπόψη του. Να σκεφτεί, ταυτόχρονα, ότι δεν διαθέτει λαϊκή εντολή και έχει εκλεγεί με τις ψήφους μόλις του 0,03% του εκλογικού σώματος,στο οποίο αντιστοιχούν τα 92.000 μέλη των Τόρις που τον επέλεξαν. Και να λάβει υπόψη του, τέλος, ότι σκέψεις όπως η αναστολή λειτουργίας της Βουλής για να μην του μπλοκάρει την πορεία προς μια έξοδο χωρίς συμφωνία μπορεί να είναι ο πυροκροτητής μιας μεγάλης έκρηξης που θα απειλήσει την ακεραιότητα ολόκληρης της χώρας.
Ό,τι και να λέει ο Τζόνσον, λοιπόν, το σενάριο των πρόωρων εκλογών – ή του νέου δημοψηφίσματος – είναι εξαιρετικά ισχυρό. Αφήστε που σύντομα μπορεί να διαπιστώσει ότι δεν διαθέτει την εμπιστοσύνη της Βουλής, εάν δεχθεί πρόταση μομφής.
AP Photo/Frank Augstein