Πόσο εφικτό και ρεαλιστικό είναι το «ολίγον έγκυος» στην πολιτική και τη διπλωματία; Απολύτως, σύμφωνα με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου τον επικεφαλής της και τον υπουργό αρμόδιο για τη Βόρεια Ιρλανδία, Μπράντον Λιούις, ο οποίος παραδέχθηκε χθες ότι το Λονδίνο σχεδιάζει όντως να «παραβιάσει το διεθνές δίκαιο με ένα πολύ συγκεκριμένο και περιορισμένο τρόπο»!
«Δίνουμε στον εαυτό μας τη δυνατότητα να άρουμε την ισχύ του νόμου της ΕΕ (...) όπως προβλέπει το άρθρο 4 (της συμφωνίας αποχώρησης), σε μια συγκεκριμένη και με σαφήνεια ορισμένη περίπτωση», πρόσθεσε ο ίδιος απευθυνόμενος στο κοινοβούλιο, προκαλώντας έκπληξη σε όλους σχεδόν τους παρευρισκόμενους. Ακόμη και στο πρόσωπο του ερωτώντα βουλευτή των Συντηρητικών, Μπομπ Νιλ, ο οποίος έμοιαζε να μην πιστεύει στα αυτιά του, ακούγοντας τη σχετική απάντηση του αρμόδιου υπουργού.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην παραίτηση του επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας της βρετανικής κυβέρνησης, Τζόναθαν Τζόουνς, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την προαναγγελία της παραβίασης της συμφωνίας που έχει υπογραφεί με την ΕΕ. Κυρίως δε όσον αφορά στο πρωτόκολλο που έχει να κάνει με το καθεστώς της Βόρειας Ιρλανδίας, αλλά και με το θέμα της κρατικής βοήθειας προς επιχειρήσεις.
Αντίδραση προήλθε ακόμη και από την πλευρά της πρώην πρωθυπουργού και επικεφαλής των Τόρις, Τερέζα Μέι, η οποία ουσιαστικά εγκάλεσε τον διάδοχό της. «Με αυτό ως δεδομένο, πώς θα είναι σε θέση η κυβέρνηση να διαβεβαιώσει τους μελλοντικούς διεθνείς της εταίρους ότι το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να είναι αξιόπιστο και θα δεσμεύεται από τις νομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες τις οποίες υπογράφει;», αναρωτήθηκε. Ανάλογο ήταν και το επιχείρημα των Εργατικών, ο εκπρόσωπος των οποίων ισχυρίστηκε ότι η συγκεκριμένη στάση «υπονομεύει πολύ σοβαρά τη θέση της χώρας στη διεθνή σκηνή».
Σήμερα... κληρώνει
Έτσι και ενώ σήμερα αναμένεται να φανεί πόσο συγκεκριμένη και περιορισμένη θα είναι η παραβίαση των συμφωνηθέντων, από το περιεχόμενο της Νομοθεσίας για την Εσωτερική Αγορά που θα παρουσιάσουν ο Μπόρις Τζόνσον και οι συνεργάτες του, στις Βρυξέλλες έχει σημάνει ήδη συναγερμός. Όλοι δε αναμένουν με αγωνία την ενημέρωση από τον Μισέλ Μπαρνιέ, τον επικεφαλής Ευρωπαίο διαπραγματευτή ο οποίος βρίσκεται από χθες στη βρετανική πρωτεύουσα, για τον όγδοο κατά σειρά γύο των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Το σίγουρο είναι πως μετά το πρώτο ξάφνιασμα που προκάλεσε το σχετικό δημοσίευμα των Financial Times την Δευτέρα, το οποίο αποκάλυψε τα σχέδια των Βρετανών, όλα δείχνουν πως «ξεσκονίζονται» επειγόντως όλα τα σχέδια που αφορούν το σενάριο του «άτακτου Brexit», δηλαδή της ολοκλήρωσης της διαδικασίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ χωρίς συμφωνία για τη μελλοντική σχέση των δύο πλευρών. Πολύ περισσότερο καθώς μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο ίδιος ο Τζόνσον ανακοίνωσε πως η διορία για την επίτευξη συμφωνίας τελειώνει στις 15 Οκτωβρίου – ενώ στο παρελθόν έχει πολλάκις αποκλείσει το ενδεχόμενο παράτασης.
«Ένα άτακτο Brexit δεν θα είναι καλό για την Ευρώπη, θα είναι όμως μια πραγματική καταστροφή για τη Βρετανία και τους πολίτες της», προειδοποίησε μιλώντας στο Reuters ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, απειλώντας εμμέσως πλην σαφώς την απέναντι πλευρά ότι η ΕΕ θα είναι αμείλικτη στην περίπτωση που η κυβέρνηση Τζόνσον δεν αλλάξει στάση και παραβιάσει τη συμφωνία.
Γόρδιος δεσμός η Β. Ιρλανδία
Η ουσία, ωστόσο, είναι ότι ειδικά για τη Βόρεια Ιρλανδία, οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμβιβασμού έμοιαζαν εξαρχής με προσπάθεια... τετραγωνισμού του κύκλου. Η εξήγηση είναι απλή: Η περιοχή αποτελεί επαρχία του Ηνωμένου Βασιλείου και, κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατό να υπάρχουν σύνορα και τελωνειακοί έλεγχοι στη λωρίδα της θάλασσας που την χωρίζει από αυτό. Την ίδια στιγμή, όμως, όπως προβλέπει και η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής η οποία υπογράφηκε το 1998 και έθεσε (προσωρινά, άραγε;) τέλος στην εμφύλια διαμάχη, έλεγχοι και δασμοί δεν μπορεί να υφίστανται ούτε στα χερσαία σύνορα που την ενώνουν με την Ιρλανδία.
Εάν, όμως, συνεχίσει να ισχύει το καθεστώς που υπογράφεται εδώ, αυτό σημαίνει πως θα υπάρχει μια «κερκόπορτα» που θα επιτρέπει την ανά πάσα στιγμή παραβίαση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ από τα βρετανικά προϊόντα, αλλά και τανάπαλιν. Για τον λόγο αυτό, πριν την αποχώρηση της Βρετανίας στις 31 Ιανουαρίου, οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην επιβολή ειδικών και περιορισμένων ελέγχων σε συγκεκριμένα προϊόντα που διακινούνται ανάμεσα στη Β. Ιρλανδία και το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, έτσι ώστε να μην χρειαστεί η παραβίαση της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής και απειληθεί η ειρήνη.
Τώρα, όμως, το Λονδίνο εμφανίζεται να υπαναχωρεί, επικαλούμενο την εθνική του κυριαρχία. «Έχουμε ανάγκη να δούμε περισσότερο ρεαλισμό από την ΕΕ, όσον αφορά την θέση μας ως ανεξάρτητης και κυρίαρχης χώρας», δήλωσε ο επικεφαλής Βρετανός διαπραγματευτής, Ντέιβιντ Φροστ, λίγο πριν τη συνάντησή του με τον Μπαρνιέ. Όσο για τον Τζόνσον, διεμήνυσε προς τα μέλη και τους βουλευτές του κόμματος: «Δεν θα υποχωρήσω».
Στο μυαλό του Τζόνσον
Τι επιδιώκει, αλήθεια, ο Τζόνσον με τη σκληρή του στάση; Θέλει πράγματι να καταρρεύσουν οι συνομιλίες με την ΕΕ, που είναι ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου; Είναι βέβαιος ότι εάν αυτό συμβεί θα καταφέρει εύκολα να καλύψει το κενό μέσα από συμφωνίες με άλλες χώρες; Εκτιμά, άραγε, ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα συνεχίσει να είναι πρόεδρος των ΗΠΑ και μετά τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και θα υλοποιήσει άμεσα τις υποσχέσεις του για μια νέα «κοινοπραξία» ανάμεσα στους Αγγλοσάξονες, η οποία θα αλλάξει τον χάρτη του παγκόσμιου εμπορίου;
Μήπως, αντί για όλα αυτά, ο Βρετανός πρωθυπουργός μπλοφάρει και εκβιάζει τους Ευρωπαίους, θέλοντας να αποσπάσει ανταλλάγματα σε άλλα μέτωπα που παραμένουν ανοιχτά; Όπως είναι, για παράδειγμα, τα δικαιώματα για τους αλιείς στην Μάγχη ή, ακόμη περισσότερο, η σχεδόν ελεύθερη πρόσβαση των επιχειρήσεων της χώρας του και του City στην ενιαία αγορά;
Σύντομα θα δείξει, μιας και ο χρόνος τελειώνει. Σε κάθε περίπτωση, το Brexit ήρθε ξανά στο προσκήνιο και θα μείνει εκεί για τον επόμενο ένα, τουλάχιστον, μήνα.