Του Γιάννη Μαντζίκου
Η κρίση που συγκλονίζει το Χονγκ Κονγκ εδώ και εβδομάδες εξαιτίας ενός αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου που θα επιτρέπει την έκδοση υπόπτων στην ηπειρωτική Κίνα οξύνθηκε ακόμη περισσότερο ανήμερα της 22ης επετείου από την παράδοση της κυριαρχίας του από την Βρετανία στην Κίνα. Οι διαδηλωτές δεν απαιτούν άλλωστε μόνο την οριστική απόσυρση του νομοσχεδίου, την παραίτηση της κυβερνήτη Κάρι Λάμ αλλά και περισσότερη δημοκρατία.
Στον αντίποδα, η απάντηση του Πεκίνου τόσο στα αιτήματα αυτά όσο και στα επεισόδια ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη, αφού εκτός της βίαιας καταστολής των διαδηλωτών, η αγγλόφωνη έκδοση της εφημερίδας «Global Times» η οποία αποτελεί όργανο του ΚΚ Κίνας έκανε λόγο για «σοβαρές και παράνομες ενέργειες οι οποίες καταπατούν το κράτος δικαίου στο Χονγκ Κονγκ, θέτουν σε κίνδυνο την κοινωνική τάξη και πλήττουν τα θεμελιώδη συμφέροντά του».
Ουσιαστικά το νομοσχέδιο αποτελεί «Δούρειο Ίππο» του Πεκίνου ώστε να τελειώσει «μια και καλή» την αρχή «ένα κράτος, δύο συστήματα». Βάσει της αρχής αυτής, το Χονγκ Κονγκ απολαμβάνει, μεταξύ άλλων, μέχρι το 2047 ελευθερίες που είναι άγνωστες στην ηπειρωτική Κίνα, όπως αυτή του Τύπου, της έκφρασης και γενικότερα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σημειώνεται ότι η αρχή αυτή προέκυψε το 1984, ως συμβιβασμός ανάμεσα ανάμεσα στη βρετανίδα πρωθυπουργό, Μάργκαρετ Θάτσερ, και τον Κινέζο ηγέτη, Ντεν Σιάο Πινγκ.
Η πρώτη φορά που ο Σι έδειξε ότι διαφέρει από τον προκάτοχο του Χού Ζιντάο στο θέμα αυτό ήταν το 2014, όταν η Διαρκής Επιτροπή του Εθνικού Κογκρέσου του Λαού της Κίνας απέρριψε κάθε σκέψη για μεταρρύθμιση του εκλογικού συστήματος, προωθώντας μόνο όσους (θα) εγκρίνονται απευθείας από το Κόμμα. Σε απάντηση οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ απαιτώντας δημοκρατία και ελευθερία βγήκαν στους δρόμους, όποτε και γεννήθηκε το λεγόμενο «Κίνημα της Ομπρέλας». Παρόλα αυτά οι διαδηλωτές δεν κατάφεραν να αποσπάσουν καμία παραχώρηση από την «Ηπειρωτική» Κίνα. Δυο χρόνια αργότερα άλλωστε το 2016, έξι μέλη του τοπικού κοινοβουλίου παύθηκαν εν μια νυκτί καθώς κρίθηκε ότι δεν «ήταν αρκετά πιστοί» στο καθεστώς, ενώ το 2017 θεσπίστηκε νόμος ο οποίος τιμωρεί όσους προσβάλλουν τον εθνικό ύμνο.
Στην επέτειο άλλωστε των είκοσι ετών από την ανεξαρτησία οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ άκουσαν μια σκληροπυρηνική ομιλία του Σι, η οποία ουσιαστικά «ενταφίαζε» τα όνειρα των κατοίκων του Χονγκ Κόνγκ για δημοκρατία, αλληλεγγύη πολλώ δε μάλλον για διατήρηση της παραπάνω αρχής. Τότε ο Σι επέλεξε να μην ξεπεράσει την «κόκκινη γραμμή» της κινεζικής κυριαρχίας, επαναλαμβάνοντας μάλιστα την ανάγκη για «πατριωτική εκπαίδευση» των απανταχού νέων στην επικράτεια που περιλαμβάνει Μακάο, Ταιβάν και ασφαλώς Χόνγκ Κόνγκ.