Το εκλογικό αποτέλεσμα στη Γαλλία ενισχύει μία κατάσταση σταθερότητας στην Ευρώπη. Τους τελευταίους δώδεκα μήνες οι εξελίξεις, μεταξύ άλλων, με την επανεκλογή Ρούτε στην Ολλανδία, Κόστα στην Πορτογαλία, η εκλογή Σόλτς στη Γερμανία και η δεύτερη προεδρική θητεία Μακρόν ασφαλώς δημιουργούν καλύτερες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ισχυρής βούλησης σχετικά με πρωτοβουλίες και πολιτικές αιχμής για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Οι περισσότεροι ομολογούν με ανακούφιση ότι ο Μακρόν είναι ένας ακραιφνής ευρωπαϊστής. Ο οποίος δεν μηρυκάζει τις μεταπολεμικές επιτυχίες της Ευρώπης, αλλά διεγείρει το δημόσιο ενδιαφέρον για την αναζωπύρωση της μετεξέλιξης της ΕΕ σε νέα πεδία ενοποίησης. Τα τελευταία δέκα πέντε χρόνια η ΕΕ δοκιμάστηκε με αλλεπάλληλες κρίσεις (Lehman Brothers, κρίση στην Ευρωζώνη, Brexit, μεταναστευτικό, πανδημία, ύφεση, ενεργειακή κρίση, Ουκρανία).
Αλλά, σε αντίθεση με τις εκ του προχείρου αναλύσεις για τη διάλυσή της, επέδειξε ισχυρή ανθεκτικότητα και συνοχή στους σκοπούς τους οποίους προωθεί και την εξοικονόμηση των απαραίτητων μέσων για την επίτευξή τους. Δεν υπάρχει αυτή την στιγμή ένας εναλλακτικός σχηματισμός, ο οποίος να διασφαλίσει καλύτερα τη βιωσιμότητα των κρατών και των οικονομιών στην Ευρώπη έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων. Ακόμη και οι επικριτές της, κατανοούν αυτή την πραγματικότητα, και επικεντρώνουν τα πυρά τους μόνο στις αδυναμίες της, και όχι σε μία απόπειρα αποδιοργάνωσής της. Το μάθημα αυτό το έλαβε η ίδια η Λεπέν από το 2017, έπειτα από τις παραφωνίες της για το ευρώ.
Η δεύτερη προεδρική θητεία Μακρόν δημιουργεί, όμως, και μία λανθάνουσα ανησυχία για τις ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ. Ένας άνθρωπος, ο οποίος προ δεκαετίας δεν είχε καν διεκδικήσει οποιοδήποτε αιρετό αξίωμα, λειτούργησε ως ένας ισχυρός συγκολλητικός μηχανισμός ενσωμάτωσης ψηφοφόρων των άλλοτε κραταιών κομμάτων της παραδοσιακής γκωλικής παράταξης και της σοσιαλδημοκρατίας. Ούτε το δυσμενέστερο σενάριο δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει τη δραματική εκλογική υποχώρηση αυτών των δύο κομμάτων, τα οποία με αξιόλογες υποψηφιότητες (επικεφαλής μητροπολιτικής περιφέρειας και δήμαρχος Παρισιού αντιστοίχως) δεν κατόρθωσαν να υπερβούν αθροιστικά το 7%.
Αποτελεί, άραγε, ο Μακρόν μια προεικόνιση των κομματικών συστημάτων σε συνθήκες από-ευθυγράμμισης των ψηφοφόρων από τα παραδοσιακά κόμματα, της απαγκίστρωσης από αυστηρές ιδεολογικές τοποθετήσεις, της αναζήτησης προσώπων απαλλαγμένων από τα βάρη του κατ’ επάγγελμα πολιτικού; Παραδοσιακά κόμματα εξουσίας σε Γερμανία, Ολλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ελλάδα και αλλού έχουν υποστεί όλα ανεξαιρέτως σοβαρή εκλογική φθορά, αλλά εξακολουθούν να διατηρούν ένα πολιτικό brand name.
Πάντως, οι τάσεις στο εκλογικό σώμα είναι συνάρτηση της ικανότητας του πολιτικού συστήματος να μετασχηματίζει τις εισροές σε αιτήματα και στήριξη σε εκροές ισχυρών αποτελεσμάτων. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι τα κόμματα έχουν πλέον περιορισμένη επιρροή στην συνάρθρωση των αιτημάτων των πολιτών, όσο και στην αντιπροσώπευσή τους.
Υφίστανται συγκεχυμένες προσδοκίες ευημερίας, οι οποίες δεν αφορούν αποκλειστικά εισοδηματικά ζητήματα, αλλά και ζητήματα περιβάλλοντος, αναγνώρισης της διαφορετικότητας, νέων δεξιοτήτων, ασφάλειας, υγείας, ταυτότητας και κοινωνικής συνοχής. Η σχέση κράτους και κοινωνίας έχει υποστεί ραγδαίες μεταβολές λόγω των ταχύτατων αλλαγών στην οργάνωση της οικονομίας, την τεχνολογία, τη διαφορετικότητα, το χάσμα μεταξύ γενεών κά.
Η πρώτη θητεία Μακρόν δεν επέφερε την προσδοκώμενη μεταβολή παραδείγματος στο γαλλικό κράτος. Το δημόσιο χρέος, τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, και η αναπόφευκτη συγκριτική αξιολόγηση έναντι των ισχυρότερων οικονομιών και η διαπίστωση της υστέρησης σε δείκτες απασχόλησης, αγοραστικής δύναμης, ποιότητας των δημοσίων υπηρεσιών, αλλά και του υψηλού δείκτη εσόδων και δαπανών του κράτους ως προς το ΑΕΠ. Οι αντικειμενικές εξωγενείς δυσκολίες της πανδημίας, της ύφεσης και της ενεργειακής κρίσης αποτελούν βάσιμες εξηγήσεις για τα περιορισμένα αποτελέσματα στην αναδιάρθρωση του κράτους.
Ωστόσο, η διεύρυνση της επιρροής του ετερόκλητου αντι-Μακρόν στρατοπέδου, όπως διαπιστώνεται από την πλέον του 50% επιρροή των Λεπέν, Μελανσόν, Ζεμούρ, καταδεικνύει ότι η αμφισβήτηση των πραγματιστικών μεταρρυθμίσεων εξακολουθεί να είναι προ των πυλών, ενώ υποχωρούν τα προσχήματα τα οποία απομάκρυναν τους ψηφοφόρους από την ακραία δημαγωγία.
Αυτό το οποίο δοκιμάζεται στη Γαλλία μας αφορά όλους. Η νίκη Μακρόν είναι η απαρχή μίας πενταετίας κατά την οποία θα δοκιμαστούν ορισμένες από τις ισχυρότερες παραδοχές για κόμματα, κυβερνήσεις και πολιτικούς. Μία επιτυχής δεύτερη θητεία Μακρόν θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά θα δημιουργήσει ερωτήματα στις κομματικές ελίτ. Μία αποτυχία Μακρόν θα επιτείνει την αμφισβήτηση, και θα πρέπει να θέσει σε εγρήγορση θεσμικά αντίβαρα, προκειμένου να αποφευχθούν απόπειρες διασάλευσης του δημοκρατικού συστήματος και των θεμελιωδών για τη βιωσιμότητα του κράτους από συγκυριακές πλειοψηφίες.
Σε κάθε περίπτωση η διάκριση της επιτυχίας από την αποτυχία είναι συνάρτηση πολύπλοκων μεταβλητών. Η πολυνίκης και κατά τεκμήριο επιτυχημένη καγκελάριος Μέρκελ πλέον ελέγχεται για την προνοητικότητά της σχετικά με την υψηλή ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσία, αλλά και τη διάγνωση των προβλημάτων ασφαλείας τα οποία ανακύπτουν εξ αυτού του λόγου. Κατά συνέπεια, εισερχόμαστε σε μία ενδιαφέρουσα περίοδο κατά την οποία θα κριθεί η ισορροπία των κομματικών συστημάτων, αλλά και η ικανότητα των κυβερνητικών ηγεσιών να διαχειριστούν χρόνιες αδυναμίες του κράτους και της δημοκρατίας.
*Ο Μάνος Παπάζογλου είναι Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Συστημάτωνσ το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου