Νέο μέτωπο σύγκρουσης στις ήδη θυελλώδεις σχέσεις της Κίνας με τη Δύση ανοίγει η επικήρυξη από τις αρχές του Χονγκ Κονγκ αυτοεξόριστων στο εξωτερικό ακτιβιστών υπέρ της Δημοκρατίας, κατ’ εφαρμογή -για πρώτη φορά, και με αμοιβή 115.000 ευρώ το «κεφάλι»- σχετικής διάταξης του «δρακόντειου» νόμου περί εθνικής ασφάλειας, που επέβαλε προ τριετίας το καθεστώς του Σι Τζινπίνγκ για την καταστολή κάθε φωνής διαφωνίας στη διοικητική επαρχία.
Στο στόχαστρο βρίσκονται οκτώ διαφωνούντες που έχουν καταφύγει στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Αυστραλία, και οι οποίοι θα «διώκονται διά βίου» κατά τις διακηρύξεις του επικεφαλής της κυβέρνησης της ειδικής διοικητικής περιοχής του Χονγκ Κονγκ, Τζον Λι, ο οποίος και τους προτρέπει-προειδοποιεί «να παραδοθούν το συντομότερο δυνατόν για να μη ζήσουν όλη τους τη ζωή μέσα στο φόβο»...
Ανάμεσά στους επικηρυχθέντες βρίσκεται ο πρώην βουλευτής Νέιθαν Λο, σημαντική μορφή του δημοκρατικού κινήματος που διαμένει πλέον στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου και έχει λάβει πολιτικό άσυλο. Περισσότεροι από 100.000 κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ έχουν καταφύγει στη Βρετανία, αφότου η κυβέρνηση άνοιξε έναν «διάδρομο ασφαλείας» με ειδικές διατάξεις για τη χορήγηση βίζας μετά την έγκριση του επίμαχου νόμου σε «απάντηση» των διαδηλώσεων που ζητούσαν Δημοκρατία και έσειαν την ασιατική μητρόπολη.
Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ προσφέρουν αμοιβή ύψους περίπου 115.000 ευρώ σε οποιονδήποτε, περιλαμβανομένων φίλων και συγγενών των καταζητούμενων, παράσχει πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη καθενός εκ των διαφωνούντων. Διώκονται για «εγκλήματα κατά της εθνικής ασφάλειας», περιλαμβανομένων σύμπραξης με ξένες δυνάμεις και υποκίνησης απόσχισης, κατηγορίες που βάσει της επίμαχης νομοθεσίας επισύρουν ποινή ισόβιας κάθειρξης.
«Ο μόνος τρόπος για να μην έχουν τη μοίρα του φυγά που θα τον κυνηγούν διά βίου είναι να παραδοθούν», δηλώνει ο Τζον Λι, απορρίπτοντας με συνοπτικές διαδικασίες το δυτικό «κατηγορώ» ότι η επικήρυξη δημιουργεί εξαιρετικά επικίνδυνο προηγούμενο. Διαμηνύει, αντίθετα, ότι οι αρχές θα συνεχίσουν «να παρακολουθούν» για πάντα τις κινήσεις και τη «συμπεριφορά» τους χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες για το πώς ακριβώς θα το πράξουν σε τρίτα κράτη.
Μετά τη σκληρή καταδίκη και τις οργισμένες αντιδράσεις που ήλθαν από πλευράς Δύσης, ανέλαβε η ίδια η κινεζική κυβέρνηση τη «σκυτάλη», με την εκπρόσωπο του υπουργείου Εξωτερικών, Μάο Νινγκ, να κάνει λόγο περί «κατάφωρης συκοφαντίας» όσον αφορά το νόμο του Χονγκ Κονγκ, και να διαμηνύει ότι «η δικαιοσύνη δεν θα καθυστερεί και δεν θα είναι απούσα».
«Η εφαρμογή εκτός της επικράτειας του νόμου για την εθνική ασφάλεια που επιβλήθηκε από το Πεκίνο δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο, το οποίο απειλεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες πολιτών σε όλο τον κόσμο», προειδοποίησε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μάθιου Μίλερ, ενώ από πλευράς Βρετανίας ο υπουργός Εξωτερικών, Τζέιμς Κλέβερλι, δήλωσε ότι η χώρα «δεν πρόκειται να ανεχθεί καμία απόπειρα της Κίνας να εκφοβίσει και να σιωπήσει πρόσωπα στη Βρετανία και το εξωτερικό».
«Καλούμε το Πεκίνο να καταργήσει το Νόμο για την Εθνική Ασφάλεια του Χονγκ Κονγκ και να σταματήσει να βάζει στο στόχαστρο όσους υπερασπίζονται την ελευθερία και τη Δημοκρατία» ανέφερε σε ανακοίνωσή του για να «εισπράξει» την απάντηση της κινεζικής πρεσβείας στο Λονδίνο ότι οι Βρετανοί προσφέρουν ανοιχτά προστασία σε φυγόδικους και αυτό πρόκειται για «ωμή παρέμβαση στο Κράτος Δικαίου του Χονγκ Κονγκ και τις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας». Βαθιά ανησυχία για τις εξελίξεις έχει εκφράσει ταυτόχρονα η υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας Πένι Γούονγκ.
Οι επικηρυγμένοι πολίτες πρόκειται για τους πρώην βουλευτές Νέιθαν Λο, Τεντ Χούι και Ντένις Κοκ, τον δικηγόρο Κέβιν Γαμ, τον συνδικαλιστή Μουνγκ Σιου-Τατ και τους ακτιβιστές Φιν Λάου, Ανα Κουόκ και Έλμερ Ουέν. Βάσει του νόμου περί εθνικής ασφάλειας έχουν συλληφθεί τα τελευταία τρία χρόνια περισσότερα από 260 άτομα στο Χονγκ Κονγκ, ενώ συνολικά στην Κίνα κατά τη δεκαετία διακυβέρνησης του Σι Τζινπίνγκ η εθνική ασφάλεια έχει καταστεί παράμετρος που διαπερνά όλες τις πτυχές της διακυβέρνησης.
Περί εθνικής ασφάλειας και κατασκοπείας
H έννοια της εθνικής ασφάλειας έχει επεκταθεί για να καλύψει τα πάντα -από την πολιτική, την οικονομία, την άμυνα, τον πολιτισμό και την οικολογία μέχρι τον κυβερνοχώρο. Έχουν περάσει «σαρωτικοί» νόμοι που αφορούν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την αντικατασκοπεία, την κυβερνοασφάλεια, τις ξένες μη κυβερνητικές οργανώσεις και ξένων συμφερόντων εταιρείες συμβούλων που δέχονται εφόδους στις εγκαταστάσεις τους, ενώ στο πεδίο της εθνικής ασφάλειας ενέταξε πρόσφατα ο Κινέζος πρόεδρος και την τεχνητή νοημοσύνη
Με τον Σι Τζινπίνγκ να βρίσκεται απέναντι σε σειρά προκλήσεων -από μία προβληματική οικονομία έως αυτό που εκλαμβάνει ως ένα ολοένα και πιο εχθρικό διεθνές περιβάλλον και ενώ επιδιώκει σταθερά να καταστεί ο άξονας γύρω από τον οποίο θα γυρνά ένας κόσμος που θα απομακρύνεται η ηγεμονία των ΗΠΑ-, στην Κίνα τέθηκε επίσης επίσημα σε ισχύ από την 1η Ιουλίου ο άκρως αμφιλεγόμενος αναθεωρημένος νόμος που διευρύνει «θεαματικά» τον ορισμό της κατασκοπείας, δίνοντας στην κυβέρνηση ακόμη μεγαλύτερες εξουσίες να «τιμωρεί» σχεδόν ο,τιδήποτε θεωρεί ότι απειλεί την εθνική ασφάλεια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αναλυτές και νομικοί αναφέρουν ότι ο νόμος εσκεμμένα βρίθει ασαφειών ώστε να έχουν οι Αρχές περισσότερα περιθώρια για την εφαρμογή και επέκταση της ήδη αδιαφανούς νομοθεσίας για την εθνική ασφάλεια. Καίριο ζήτημα που θα αποτελέσει ένα ακόμη πεδίο τριβής μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον είναι το γεγονός ότι, όπως έχει σπεύσει να προειδοποιήσει το Εθνικό Κέντρο Αντικατασκοπείας και Ασφάλειας των ΗΠΑ (NCSC), ο νόμος παρέχει «διευρυμένη νομική βάση για την πρόσβαση και τον έλεγχο σε δεδομένα και στοιχεία που ανήκουν σε αμερικανικές εταιρείες στην Κίνα».
Η αναθεωρημένη νομοθεσία είναι ασαφής ως προς τον ορισμό του τι συνιστά «μυστικό» εθνικής ασφαλείας, όμως κατά το MCSC δύναται να περιλαμβάνει ακόμη και πληροφορίες που χρησιμοποιούν επιχειρήσεις για την καθημερινή τους λειτουργία. Αμερικανικές εταιρείες και ιδιώτες θα μπορούσαν να βρεθούν ενώπιον κυρώσεων για απλές επιχειρηματικές δραστηριότητες εφόσον οι κινεζικές αρχές (αποφασίσουν να) «δουν» πίσω τους κατασκοπευτική δράση. Πρόασφατα η Κίνα καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη για κατασκοπεία 78χρονο Αμερικανό υπήκοο, κάτοικο Χονγκ Κονγκ, χωρίς να δημοσιοποιεί τις ακριβείς κατηγορίες εναντίον του. Είχε άλλωστε «πάτημα» τον ίδιο το νόμο της βάσει του οποίου «απαγορεύεται ο διαμοιρασμός» οποιωνδήποτε στοιχείων θεωρεί ότι σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια...