Έπειτα από την οπισθοχώρηση βόρεια και νότια της Ουκρανίας, οι ρωσικές δυνάμεις ανασύνταξαν τις δυνάμεις του στη λεκάνη του Ντονμπάς. Οι μισθοφόροι της ομάδας Βάγκνερ φαίνεται να άδραξαν την ευκαιρία για να αποδείξουν τις δυνατότητες τους, στοχεύοντας να είναι εκείνες που θα καταφέρουν να φέρουν μία νίκη στη Ρωσία, μετά τις ήττες του προηγούμενου διαστήματος. Γι’ αυτό άλλωστε, έσπευσαν να ανακοινώσουν την κατάληψη της Σόλενταρ από τα χέρια των Ουκρανών, ακόμα κι αν το Κίεβο διαψεύδει πως ρωσικές δυνάμεις κατέχουν όλη την περιοχή.
Η στρατηγική σημασία μίας τέτοιας εξέλιξης είναι πως μία ρωσική προώθηση προς τη Σόλενταρ θα αναγκάσει τις ουκρανικές δυνάμεις να μεταβάλουν την άμυνα τους στο μέτωπο του Ντονέτσκ. Μέχρι τώρα άλλωστε οι επιθέσεις των ρωσικών δυνάμεων κατά κύματα με επίκεντρο την πόλη του Μπαχμούτ είχε οδηγήσει σε μεγάλες απώλειες, τόσο δυναμικού όσο και οπλισμού. Η Ρωσία θα αποπειραθεί να εκμεταλλευθεί στο έπακρο μία τυχόν συνολική κατάληψη της πόλης μετά από τις πανωλεθρίες και τις προηγούμενες ήττες.
Βέβαια, για να μπορέσουν οι ουκρανικές δυνάμεις να προελαύσουν πλέον θα χρειαστούν την περαιτέρω ενίσχυση της Δύσης. Αντίστοιχα με τη Ρωσία, που αντιμετωπίζει προβλήματα ανεφοδιασμού, το ίδιο πρόβλημα βρίσκεται και στην ουκρανική πλευρά, αν και για διαφορετικούς λόγους.
Ένα σημαντικό μέρος των αρμάτων της είναι σοβιετικού τύπου, καθιστώντας αδύναμη την επανατροφοδότηση του με πολεμόφοδια μόλις εξαντλούνται, καθώς το Κρεμλίνο ελέγχει τη ροή του. Τα ουκρανικά άρματα σοβιετικού τύπου δεν είναι εφικτό καν να επισκευαστούν, καθώς δεν μπορούν να βρεθούν ανταλλακτικά, για τον ίδιο λόγο. Σε αυτή την αδυναμία, ενδεχομένως να στόχευε η Μόσχα, με τις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις στη διαμάχη.
Για να επιτευχθεί οπότε μία ουκρανική αντεπίθεση, η προμήθεια αρμάτων μάχης από τη Δύση αποτελεί βασική προϋπόθεση. Η επικοινωνία του Βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ με τον Ουκρανό Πρόεδρο Ζελένσκι είχε αυτό το νόημα. Η Μεγάλη Βρετανία εγκαινιάζει την προμήθεια της Ουκρανίας με άρματα μάχης, ώστε να αντιμετωπίσει τα στρατεύματα της Ρωσίας. Μετά από εβδομάδες συζητήσεων, άρματα μάχης Challenger 2 του βρετανικού στρατού θα παραδοθούν στην Ουκρανία.
Τα δέκα, ενδεχομένως, άρματα μάχης τέταρτης γενιάς θα σηματοδοτήσουν την πρώτη φορά που μια δυτική χώρα παρέχει στην Ουκρανία σύγχρονο βαρύ εξοπλισμό. Ο στόχος ωστόσο παραμένει να πειστεί η Γερμανία να ενταχθεί σε αυτή την πρωτοβουλία, καθώς μέχρι τώρα το Βερολίνο παραμένει αμφίθυμο σε μία τέτοια ενέργεια. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς τονίζει την ανάγκη συντονισμού των παραδόσεων όπλων στην Ουκρανία με τους συμμάχους, ενώ η Γερμανία βρίσκεται στον κυκλώνα της παραίτησης της Υπουργού Άμυνας, που έχει προκαλέσει αναβρασμό με την αμφιλεγόμενη δημόσια παρουσία της.
Η προμήθεια βρετανικών αρμάτων μάχης θα σημάνει την έναρξη μία γραμμής ανεφοδιασμού προς την ουκρανική πλευρά, βάσει των ιδιαιτεροτήτων των Challenger, αν και βέβαια οι ουκρανικές δυνάμεις θα χρειαστεί να μάθουν τη λειτουργία τους και να τα ενσωματώσουν. Όμως είναι τα γερμανικά Leopard, που βρίσκονται σε αφθονία και μπορούν να προσφέρουν ένα στρατηγικό πλεονέκτημα στην Ουκρανία, καθώς είναι βιώσιμο να εξοπλίζονται στο μέλλον. Ωστόσο, ακόμα και η άδεια σε τρίτες χώρες να προμηθεύουν την Ουκρανία με τα γερμανικής κατασκευής άρματα μάχης βρίσκεται στα χέρια του Βερολίνου.
Η Πολωνία για παράδειγμα εμφανίζεται έτοιμη να αποστείλει άρματα Leopard στην Ουκρανία, αλλά μόνο υπό τον όρο συγκρότησης ενός διεθνούς συνασπισμού. Η δήλωση Στόλτενμπεργκ, γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, ότι η Ουκρανία μπορεί να περιμένει νέες αποστολές βαρέων όπλων από τους δυτικούς της συμμάχους πριν από τη διάσκεψη στο Ραμστάιν της Γερμανία, είναι μία ένδειξη πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί σύντομα. Ωστόσο, μέχρι να φτάσουν στην πραγματικότητα τα Leopard στην Ουκρανία θα χρειαστεί αρκετός περισσότερος χρόνος.