Του Γιώργου Παυλόπουλου
Αυτή είναι, αναμφίβολα, η πιο σοβαρή κρίση ανάμεσα σε όσες έχει αντιμετωπίσει ο Εμανουέλ Μακρόν στον ενάμιση περίπου χρόνο της προεδρίας του, τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, ώστε ορισμένοι έχουν ήδη σπεύσει να τη χαρακτηρίσουν ως τη «μεγαλύτερη εξέγερση από τον Μάη του ''68», από τον οποίο (τι σύμπτωση...) φέτος συμπληρώθηκε μισός αιώνας.
Αν και κάθε τέτοια εκτίμηση είναι πρόωρη και σε μεγάλο βαθμό αυθαίρετη, δεν χωράει αμφιβολία ότι η πρόκληση είναι πολύ μεγάλη για τον Μακρόν. Όχι μόνο επειδή στις διαδηλώσεις συμμετέχουν δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη χώρα, ούτε κυρίως για τη βίαιη τροπή που λαμβάνουν, όπως φάνηκε και το περασμένο Σάββατο. Αλλά, πάνω από όλα, διότι το αυθόρμητο κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» φάνηκε να αντιπροσωπεύει το διέξοδο ή τη ρωγμή που αναζητούσαν όλοι όσοι αμφισβητούν την πολιτική του και δυσφορούν για τη συνολική κατάσταση που επικρατεί στη Γαλλία σήμερα -η καθεμία και ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Κι ακόμη χειρότερα, καθώς έρχεται έξι μήνες πριν την κρίσιμη αναμέτρηση των ευρωεκλογών, στις οποίες ο Γάλλος πρόεδρος ελπίζει ότι θα δει να επιβραβεύεται το σχέδιο που έχει διατυπώσει για το μέλλον της ενωμένης Ευρώπης και η νέα πολιτική συμμαχία την οποία επιχειρεί να συγκροτήσει.
Πρακτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα «Κίτρινα Γιλέκα» δεν είναι παρά η γαλλική εκδοχή των «αγανακτισμένων», η οποία έκανε την εμφάνισή της με αρκετή καθυστέρηση σε σύγκριση με άλλες χώρες του Νότου. Είναι κάτι δε που έχει λογική εξήγηση, καθώς η δεύτερη σε μέγεθος χώρα και οικονομία της ευρωζώνης είχε καταφέρει επί αρκετά χρόνια να μείνει μακριά από το επίκεντρο της κρίσης -έστω κι αν τα σημάδια της είχαν κάνει απειλητικά την εμφάνισή τους εδώ και καιρό. Σήμερα, όμως, που ο Μακρόν αποφάσισε (ή αναγκάστηκε) να βάλει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, όλα είναι διαφορετικά.
Ποια γραμμή θα κυριαρχήσει;
Υπό αυτό το πρίσμα, τα όσα συνέβησαν τα τελευταία τρία Σάββατα στο Παρίσι και τις άλλες γαλλικές πόλεις είναι μάλλον αναμενόμενα: Και η πανσπερμία και αντιφατικότητα των αιτημάτων, που είναι από σοβαρά και συνολικά, μέχρι και ορισμένα τουλάχιστον αμφισβητούμενα. Και η μη ύπαρξη ενός συγκεκριμένου και ενιαίου μανιφέστου που θα χαρακτηρίζει τα «Κίτρινα Γιλέκα». Και η απουσία (μέχρι στιγμής, τουλάχιστον) μεμονωμένων αναγνωρίσιμων ηγετών του κινήματος. Και ο αρχικός αιφνιδιασμός της κυβέρνησης. Και η αδυναμία των οργανωμένων κομμάτων να το ελέγξουν, παρά την προσπάθεια που καταβάλλουν. Και η απουσία οποιασδήποτε πρόβλεψης για την κατάληξη της «εξέγερσης».
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι σε αυτή τη μάχη ηγεμονίας, η Μαρίν Λεπέν και το ακροδεξιό της κόμμα μοιάζουν να χάνουν διαρκώς έδαφος. Γι'' αυτό και η ίδια ζητά πλέον τη σύγκλιση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών και τάσσεται κατά της συνέχισης των κινητοποιήσεων, τις οποίες δείχνει να έχει αρχίσει να φοβάται. Ωστόσο, τίποτα δεν έχει ακόμη κριθεί -ούτε καν το εάν, για πόσο και με τι ένταση θα συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις του Σαββάτου.
Πώς θα αντιδράσει ο Μακρόν;
Σε κάθε περίπτωση, ο Μακρόν και το επιτελείο του έχουν ανησυχήσει σοβαρά. Και γι'' αυτό, εκτός από την ενίσχυση των δυνάμεων ασφαλείας και των μέτρων καταστολής (που συνοδεύτηκαν ακόμη και από φήμες για κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης), ο ίδιος έδωσε εντολή στον πρωθυπουργό, Εντουάρ Φιλίπ, να έρθει σε απευθείας επαφή τόσο με τους ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης όσο και με εκπροσώπους των «Κίτρινων Γιλέκων». Δεν αποκλείεται, επίσης, τις επόμενες ημέρες να προχωρήσει και σε κάποιες χειρονομίες καλής θέλησης, που ίσως και να αφορούν το ζήτημα του νέου φόρου στα καύσιμα, το οποίο αποτέλεσε την αφορμή για το ξέσπασμα του κινήματος.
Σίγουρα, πάντως, η αιτία είναι πιο βαθιά και οφείλει να προβληματίσει. Το αποδεικνύουν, άλλωστε, τα ποσοστά του Μακρόν στις τάξεις των ψηφοφόρων, που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις υποχωρούν διαρκώς. Όσοι επιχειρούν να ρίξουν την ευθύνη για όσα συμβαίνουν στους περιθωριακούς, τους μπαχαλάκηδες και τα άκρα μάλλον πρέπει να το ξανασκεφθούν. Η ίδια η μεγαλειώδης ιστορία της Γαλλίας και της κοινωνίας της, άλλωστε, δεν επιτρέπει βιασύνες και προχειρότητες.
AP Photo/Thibault Camus