Του Γιώργου Παυλόπουλου
Με φρούριο θα μοιάζει κυριολεκτικά το ερχόμενο Σάββατο το Παρίσι και οι άλλες γαλλικές πόλεις στις οποίες αναμένεται να πραγματοποιηθεί ο τέταρτος γύρος διαδηλώσεων των «Κίτρινων Γιλέκων» και των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων που διαμαρτύρονται κατά της πολιτικής του Εμανουέλ Μακρόν και της κυβέρνησής του. «Θα κινητοποιήσουμε επιπλέον δυνάμεις από τις 65.000 που είχαν διατεθεί την 1η Δεκεμβρίου», δήλωσε ο υπουργός Εσωτερικών, Κριστόφ Καστανέρ, διαβεβαιώνοντας ότι αυτή τη φορά θα υπάρξει μηδενική ανοχή απέναντι σε φαινόμενα βίας.
Ο ίδιος κάλεσε τα «Κίτρινα Γιλέκα που έχουν λογική» να μην κατέβουν στις νέες κινητοποιήσεις που έχουν ήδη εξαγγελθεί, παρά την απόφαση της κυβέρνησης να κάνει ένα βήμα πίσω, αναβάλλοντας για έξι μήνες την αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα, αλλά και το ηλεκτρικό ρεύμα και το φυσικό αέριο, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, Εντουάρ Φιλίπ. Την ίδια δε στιγμή, άλλα στελέχη της κυβέρνησης και πολλά ΜΜΕ σπεύδουν να προειδοποιήσουν τους επίδοξους διαδηλωτές ότι κινδυνεύουν να παρασυρθούν από ακραία στοιχεία -και να βφρεθούν, έτσι, στη θέση των συλληφθέντων από τις προηγούμενες κινητοποιήσεις που τώρα θα καθίσουν στο εδώλιο, έστω κι αν είχαν ένα απολύτως λευκό ποινικό μητρώο μέχρι σήμερα.
Οι κινήσεις αυτές εντάσσονται στη συνολική στρατηγική της κυβέρνησης, που έχει στόχο να διασπάσει το ετερόκλητο μέτωπο των διαδηλωτών, εντείνοντας τις διαφορές και διαφωνίες που ούτως ή άλλως υπάρχουν στο εσωτερικό του. Δίνοντας, παράλληλα, την εντύπωση στην κοινωνία -η οποία εξακολουθεί να στηρίζει τα αιτήματα των «Κίτρινων Γιλέκων» κατά τα δύο τρίτα, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις- ότι αδιάλλακτη δεν είναι η ίδια αλλά όλοι εκείνοι που έχει σήμερα απέναντί της.
Το κρίσιμο δίλημμα
Με άλλα λόγια, Μακρόν και Φιλίπ επέλεξαν να δώσουν μια μικρή νίκη στους διαδηλωτές και όσους τους υποστηρίζουν, επιδιώκοντας να κερδίσουν τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει, προτού αυτός γίνει ολοκληρωτικός και τους απειλήσει. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι εάν και κατά πόσο ο ελιγμός θα πιάσει ή εάν, αντιθέτως, θα πέσει στο κενό.
Στην πρώτη περίπτωση, αναμφίβολα ο Μακρόν -του οποίου η δημοτικότητα υποχωρεί με αμείωτο ρυθμό- θα έχει καταφέρει να ξεπεράσει το σημαντικότερο και πιο επικίνδυνο εμπόδιο που έχει βρει μπροστά του στον ενάμιση χρόνο της θητείας του. Κερδίζοντας, έτσι, πολύτιμο πολιτικό χρόνο για να ανασχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις του, χωρίς να αισθάνεται διαρκώς την πίεση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που θα βρίσκονται στους δρόμους και τα κατειλημμένα κτίρια. Στο δεύτερο σενάριο, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα για το παιδί-θαύμα της Γαλλίας, που θα έχει συντρίψει εκλογικά τη Λεπέν και θα έχει προκαλέσει εντύπωση με τις ιδέες του για την ΕΕ και το μέλλον της, αλλά θα έχει κολήσσει στον ίδιο βάλτο με τους προκατόχους του: Την αντίσταση -ή αντίδραση, αν ορισμένοι το προτιμούν- της γαλλικής κοινωνίας.
Αντιφατικά μηνύματα
Ήδη, πάντως, είναι γεγονός ότι από την απέναντι πλευρά έρχονται αντιφατικά μηνύματα. Για παράδειγμα, ορισμένοι αποκλεισμοί διυλιστηρίων θα σταματήσουν τη στιγμή που άλλοι θα συνεχιστούν, ενώ σε πολιτικό επίπεδο, τη στιγμή που οι Σοσιαλιστές και η Αριστερά (ΚΚ Γαλλίας και Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν) ετοιμάζονται να καταθέσουν πρόταση μομφής, οι Ρεπουμπλικάνοι και η Λεπέν φαίνεται πως υποστηρίζουν την προσωρινή ανακωχή, την αποκατάσταση της τάξης και τις διαπραγματεύσεις. Διχασμένα μοιάζουν και τα συνδικάτα, τόσο μεταξύ τους όσο και στο εσωτερικό τους, κάτι που ισχύει και για το ισχυρότερο από αυτά, την παραδοσιακά ελεγχόμενη από το ΚΚ CGT.
Το σίγουρο είναι ότι το στοίχημα δεν έχει ακόμη κριθεί. Αλλά αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα γίνει τις επόμενες ημέρες, καθώς ο χρόνος των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων πυκνώνει δραματικά.
Ian Langsdon, Pool via AP