«Αν σκεφτείτε με εικόνες, μπορείτε να σκεφτείτε τη Ρωσία ως ένα είδος τυφώνα στις διεθνείς υποθέσεις, αλλά θα πρέπει να σκεφτείτε την Κίνα ως ένα είδος κλιματικής αλλαγής όσον αφορά την κλίμακα και το μέγεθος της ικανότητας της Κίνας να αλλάξει τη διεθνή τάξη, αν οι δυτικές χώρες και άλλοι σύμμαχοι με κοινή αντίληψη δεν θέσουν κάποια όρια στο τι μπορεί να κάνει η Κίνα.»* (Ben Schreer)
Ενώ στην Ευρώπη οι προβολείς είναι στραμμένοι στον πόλεμο στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ επικεντρώνονται στην Κίνα και προσπαθούν να ευαισθητοποιήσουν ανάλογα και τους εταίρους τους στο ΝΑΤΟ. Μπορεί η Ρωσία να είναι η πιο σημαντική και άμεση απειλή για το ΝΑΤΟ, αλλά σύμφωνα με τον στρατηγικό προσανατολισμό της Συμμαχίας για την επόμενη δεκαετία «οι δεδηλωμένες φιλοδοξίες της Κίνας και οι καταναγκαστικές της πολιτικές αποτελούν πρόκληση για τα συμφέροντα, την ασφάλεια και τις αξίες μας».
Οι σχέσεις μεταξύ Κίνας και Αμερικής βρίσκονται ιστορικά σε πολύ χαμηλό επίπεδο «επειδή έχει γίνει αρκετά προφανές, στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του Ινδο-Ειρηνικού, αλλά και όλο και περισσότερο στην Ευρώπη, ότι η Κίνα προσπαθεί πραγματικά να αλλάξει τη διεθνή τάξη με τρόπους που δεν συνάδουν με τα συμφέροντα των ΗΠΑ και άλλων χωρών», εξηγεί ο κ. Schreer. Οι λόγοι πολλοί – οι χειρισμοί στο Χονγκ Κονγκ, στην Ταϊβάν, οι προβληματικές εμπορικές πρακτικές, η υψηλή κατασκοπεία.
Η ταχεία ενίσχυση του πυρηνικού οπλοστασίου της Κίνας αποτελεί έναν από τους πολλούς λόγους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Πενταγώνου, μέχρι το 2030 οι ΗΠΑ θα έχουν να αντιμετωπίσουν για πρώτη φορά δύο σημαντικές πυρηνικές δυνάμεις.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δίνει τη δυνατότητα στην Αμερική, αλλά και σε χώρες όπως η Ιαπωνία, να πουν στην Ευρώπη «κοιτάξτε, αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία θα μπορούσε στην πραγματικότητα να είναι το μέλλον στον Ινδο-Ειρηνικό». Μπορεί να μας φαίνεται μακριά, αλλά, ο κ. Schreer εξηγεί ότι, υπάρχει ένας αριθμός ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες, οι οποίες έχουν άμεσα συμφέροντα στον Ινδο-Ειρηνικό. Ενδεικτικά, η Γαλλία, στον Ινδικό και στον Ειρηνικό ωκεανό, έχει περιοχές με 1,5 εκατομμύριο Γάλλους πολίτες, 8.000 Γάλλους στρατιώτες, και το 93% της Αποκλειστικής Οικονομικής της Ζώνης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναβαθμισμένο ενδιαφέρον για τον Ινδο-Ειρηνικό, όχι μόνο λόγω των εδαφικών συγκρούσεων, όπως μεταξύ Κίνας – Ταϊβάν, Κίνας-Ιαπωνίας, ή τη σύγκρουση με τη Βόρεια Κορέα ή λόγω των πυρηνικών όπλων, αλλά διότι όποια τέτοια σύγκρουση θα επιφέρει σημαντική διαταραχή στις αλυσίδες ανεφοδιασμού και στην παγκόσμια οικονομία. «Έτσι, αν έχουμε μια σύγκρουση, για παράδειγμα, μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας, της Ταϊβάν και της Κίνας για το μέλλον της Ταϊβάν, οι οικονομικές συνέπειες, μεταξύ άλλων και για την Ευρώπη, η οποία έχει επενδύσει τόσο σημαντικά και στην Κίνα, θα ήταν μιας τάξης μεγέθους με αυτό που βιώνουμε στην Ουκρανία».
Μπορεί η Ευρώπη μετά τις «πολυ-κρίσεις» να υιοθέτησε τη «Βιομηχανική Στρατηγική» για να μειώσει την εξάρτησή της από την Κίνα σε έξι στρατηγικούς τομείς, όπως σε πρώτες ύλες και φαρμακευτικά συστατικά, η εμπορική τους όμως σχέση παραμένει πολύ μεγάλη για να αποτύχει. Η Κίνα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος προορισμός των εξαγωγών της Ε.Ε., αντιπροσωπεύοντας το 10% του συνόλου. Η Γερμανία είναι, με διαφορά, η χώρα με τις μεγαλύτερες άμεσες επενδύσεις στην Κίνα, κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία και στα χημικά.
Παράλληλα η Κίνα «βρίσκεται» στην Ευρώπη. Την τελευταία δεκαετία έχει επενδύσει σημαντικά σε εταιρείες υποδομών, όπως σε λιμάνια και κατασκευαστικές εταιρείες και σε τεχνολογίες των πληροφοριών, καθώς και πρόσφατα σε τεχνολογίες του μέλλοντος. Το 2021 οι άμεσες ξένες επενδύσεις ανήλθαν σε 10.6 δις ευρώ.
Όσο αφορά το στρατιωτικό σκέλος επεξηγεί ο κ. Schreer, οι Ευρωπαίοι μάλλον δεν πρόκειται ποτέ να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε μία σύγκρουση στον Ινδο-Ειρηνικό, όμως μπορούν να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ με άλλους τρόπους. «Για παράδειγμα, μέσω της παροχής ορισμένων λειτουργιών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ που θα επέτρεπαν στη συνέχεια στις Ηνωμένες Πολιτείες να χρησιμοποιήσουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, που είναι σήμερα αναπτυγμένες στην Ευρώπη, στον Ινδο-Ειρηνικό».
Από όποια σκοπιά και να το δει κανείς η Κίνα και οι εξελίξεις στον Ινδο-Ειρηνικό αφορούν άμεσα τη Δύση.
Τον τελευταίο καιρό γίνονται διαμαρτυρίες στην Κίνα, οι οποίες ξεκίνησαν λόγω της πολιτικής μηδενικών κρουσμάτων Covid και των εξαιρετικά αυστηρών περιορισμών που επέβαλε το Κομουνιστικό Κόμμα. Είναι η πιο μεγάλη αμφισβήτηση της εξουσίας του Κομουνιστικού κόμματος από τις διαδηλώσεις στην πλατεία Τιενανμέν του 1989 και μπορεί να σημαίνει το τέλος της εμπιστοσύνης στο κυβερνητικό μοντέλο του Σι Τζινπίνγκ. Σύμφωνα με τον Δρ. Schreer δεν διαφαίνεται το ενδεχόμενο μεγάλης κλιμάκωσης και φαίνεται ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Ο Σι Τζινπίνγκ καλείται να διαχειριστεί την πολιτική κρίση, καθώς και τη δύσκολη μετάβαση από την πολιτική μηδενικών κρουσμάτων και τις αυστηρές καραντίνες στην κανονικότητα, μία μετάβαση που ενέχει τον κίνδυνο να στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερο από ένα εκατομμύριο Κινέζους.
* Ο Βen Schreer είναι Εκτελεστικός Διευθυντής στο Βερολίνο & Επικεφαλής του Προγράμματος Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Άμυνας του International Institute for Strategic Studies (https://www.iiss.org/people/european-security-and-defence/ben-schreer)
** Για να μάθετε όλα όσα είπε ο Ben Schreer μπορείτε να ακούσετε ολόκληρη τη συνέντευξή του στο podcast «Ti kosmos» (διαθέσιμο σε spotify, apple & google podcasts)