Καναδάς: Ανεβάζει τον τόνο έναντι της Κίνας
Shutterstock
Shutterstock

Καναδάς: Ανεβάζει τον τόνο έναντι της Κίνας

Η κυβέρνηση του Καναδά ανακοίνωσε χθες Δευτέρα την απέλαση κινέζου διπλωμάτη τον οποίο κατηγόρησε πως προσπαθούσε να εκφοβίσει καναδό βουλευτή, επικριτή της Κίνας, βυθίζοντας τις δυο χώρες σε νέα, οξεία διπλωματική κρίση, για την οποία το Πεκίνο προσάπτει την ευθύνη στην Οτάβα.

«Δεν θα ανεχθούμε καμία μορφή ξένης ανάμιξης στις εσωτερικές μας υποθέσεις», τόνισε η Καναδή υπουργός Εξωτερικών Μέλανι Ζολί στο δελτίο Τύπου με το οποίο ανακοινώθηκε η απέλαση του διπλωμάτη, του Τζάο Γουέι, που κηρύχθηκε persona non grata στον Καναδά.

Απόφαση που καταδίκασε η Κίνα –ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Καναδά–, κατηγορώντας την Οτάβα για «δολιοφθορά» στις, ήδη εξαιρετικά τεταμένες, διμερείς σχέσεις.

«Η Κίνα θα λάβει αυστηρά αντίμετρα και όλες τις συνέπειες που θα προκύψουν θα τις επωμιστεί ο Καναδάς», διεμήνυσε χθες η κινεζική πρεσβεία στον Καναδά σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.

Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό, συνεχίζει η ανακοίνωση, «παραβιάζει κατάφωρα όχι μόνο το διεθνές δίκαιο αλλά επίσης και τους θεμελιώδεις κανόνες των διμερών σχέσεων».

«Η απόφαση ελήφθη με προσεκτικό υπολογισμό όλων των παραγόντων», ανέφερε η καναδή ΥΠΕΞ, προτάσσοντας την «υπεράσπιση της δημοκρατίας» στον Καναδά.

«Εκφοβισμός»

Στην υπόθεση αυτή η Κίνα είχε ήδη χρησιμοποιήσει σκληρές εκφράσεις αφού την περασμένη εβδομάδα ο πρεσβευτής της χώρας κλήθηκε στο καναδικό υπουργείο Εξωτερικών, κάνοντας λόγο για «συκοφαντίες» και «δυσφήμιση» από καναδικής πλευράς.

Σύμφωνα με πηγή ενήμερη για την υπόθεση ο Τζάο Γουέι, ο οποίος υπηρετούσε στο κινεζικό προξενείο στο Τορόντο, θα απελαθεί εντός των προσεχών πέντε ημερών.

Η Οτάβα τον κατηγορεί πως βρισκόταν στην καρδιά των προσπαθειών εκφοβισμού καναδού δεξιού βουλευτή. Ο Μάικλ Τσονγκ και η οικογένειά του είχαν υποστεί κινεζικές πιέσεις λόγω των επικρίσεων του αντιπολιτευόμενου πολιτικού στο Πεκίνο, ειδικά για το ζήτημα των Ουιγούρων.

Εδώ και εβδομάδες η κυβέρνηση του κ. Τριντό δεχόταν εντεινόμενες πιέσεις να ανεβάσει τον τόνο έναντι της Κίνας, που κατηγορείται για ανάμιξη στις καναδικές υποθέσεις. Αποκαλύψεις του Τύπου ανέβασαν ακόμα μια κλίμακα την πίεση.

«Υπήρχε (...) αληθινός πολιτικός κίνδυνος για την κυβέρνηση Τριντό. Αποφάσισε έτσι να πάρει το ρίσκο να δείξει τους μύες της», αναλύει η Ζενεβιέβ Τελιέ, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Οτάβας.

«Οικονομικά αντίποινα»;

Οι σχέσεις ανάμεσα στο Πεκίνο και στην Οτάβα είχαν ήδη επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά τη σύλληψη το 2018 της κόρης του ιδρυτή και οικονομικής διευθύντριας της εταιρείας Huawei, κινεζικού κολοσσού των τηλεπικοινωνιών, και τη φυλάκιση δυο Καναδών από την Κίνα σε αντίποινα.

Αν και οι τρεις τους εντέλει αφέθηκαν ελεύθεροι, οι εντάσεις δεν έχουν κοπάσει, με το Πεκίνο να επικρίνει την Οτάβα για την απόλυτη ευθυγράμμιση της πολιτικής της έναντι της Κίνας με αυτή της Ουάσιγκτον και τις καναδικές αρχές να καταγγέλλουν συχνά κινεζική ανάμιξη σε καναδικές υποθέσεις.

Προσάπτεται ιδίως στην Κίνα πως αποπειράθηκε να αναμιχθεί στις εκλογές που διεξήχθησαν στον Καναδά το 2019 και το 2021. Σε σειρά άρθρων που δημοσιεύθηκαν σε καναδικά ΜΜΕ, γινόταν λόγος για μυστικές χρηματοδοτήσεις και εμπλοκή στην εκστρατεία κάποιων υποψήφιων.

Κατηγορίες που διέψευσε «σθεναρά» το Πεκίνο.

Τους τελευταίους μήνες, ο Καναδάς σταδιακά σκληραίνει τις θέσεις του, εκδιώκοντας κινεζικές εταιρείες του τομέα της βιομηχανίας σπανίων γαιών εν ονόματι της «εθνικής ασφάλειας», καταγγέλλοντας δημόσια τη μεταχείριση της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων από το Πεκίνο, αποκαλύπτοντας τη στρατηγική του για την περιφέρεια Ασίας-Ειρηνικού, με κεντρικό σκοπό να αντικρουστεί η επιρροή της Κίνας...

«Πρέπει τώρα να αναμένεται κατ’ ελάχιστο η απέλαση ενός καναδού διπλωμάτη, αν όχι περισσότερων», προεξόφλησε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ρορόμ Σαντάλ, καθηγητής στη σχολή ανώτερων δημόσιων σπουδών του Μονκτόν (ανατολικός Καναδάς), ειδικός για την Κίνα.

«Το Πεκίνο μπορεί επίσης να λάβει μέτρα οικονομικών αντιποίνων», πρόσθεσε ο καθηγητής. «Ακόμη περισσότερο επειδή θα πρόκειται επίσης για τρόπο να σταλεί μήνυμα σε άλλες χώρες που κάνουν λόγο για κινεζική ανάμιξη στις εσωτερικές τους υποθέσεις».