«Πρόβα τζενεράλε» για τις βουλευτικές κάλπες του Δεκεμβρίου αποτελούν οι κρίσιμες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της Κυριακής στην Ισπανία, με την κυβέρνηση μειοψηφίας Σοσιαλιστών και Podemos υπό τον Πέδρο Σάντσεθ να έρχεται απέναντι στο μεγαλύτερο «crash test» της τετραετίας της. Εν μέσω ενός κατακερματισμένου πολιτικού σκηνικού, το βλέμμα στρέφεται στις δυναμικές που θα προκύψουν από τις κάλπες της 28ης Μαΐου, οι οποίες και θα αποτελέσουν «βαρόμετρο» για το εάν οι συμμαχίες Αριστεράς ή Δεξιάς έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να ηγηθούν της χώρας από το 2024.
Κάλπες στήνονται την Κυριακή σε 12 αυτόνομες κοινότητες (περιφέρειες) και περισσότερους από 8.000 δήμους της Ισπανίας. Παρόλο που πρόκειται για εκλογές στις οποίες η συμπεριφορά των ψηφοφόρων τείνει να επηρεάζεται από τοπικές παραμέτρους, τα αποτελέσματα εκτιμάται ότι θα προσφέρουν την πιο καθαρή εικόνα μέχρι στιγμής ως προς το εάν το αριστερό κυβερνητικό μπλοκ μπορεί να έχει μέλλον και εάν το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (PP) θα βρεθεί σε τροχιά σχηματισμού κυβέρνησης με το ακροδεξιό Vox, δεδομένου ότι ούτε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE), ούτε το Λαϊκό Κόμμα, φαίνεται ότι μπορούν να συγκεντρώσουν αυτοδυναμία στις εκλογές του Δεκεμβρίου.
Η μεγαλύτερη παράταξη της ισπανικής δεξιάς έχει προσδώσει στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές χαρακτήρα δημοψηφίσματος για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Σάντσεθ, με τον επικεφαλής του Λαϊκού Κόμματος, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, να δηλώνει ότι «μόνο ψηφίζοντας PP μπορούμε να αρχίσουμε να γυρίζουμε τη σελίδα του ‘σαντσισμού’», κατακεραυνώνοντας παράλληλα την κυβέρνηση για τη στήριξη ή ανοχή που της έχουν προσφέρει μικρότερα εθνικιστικά κόμματα Βάσκων και Καταλανών.
Το ζήτημα της συνεργασίας με εθνικιστικούς σχηματισμούς προσέλαβε μείζονες διαστάσεις κατά την προεκλογική περίοδο, όταν το βασκικό κόμμα EH Bildu ενέταξε στα ψηφοδέλτιά του 44 καταδικασθέντα μέλη της ΕΤΑ, επτά εκ των οποίων για φόνο. To κόμμα θεωρείται διάδοχος του Μπατασούνα, το οποίο τέθηκε εκτός νόμου το 2003 ως πολιτικός βραχίονας της τρομοκρατικής οργάνωσης ΕΤΑ, στην οποία αποδίδεται ο θάνατος 853 ανθρώπων σε τέσσερις δεκαετίες ένοπλης βίας για την ανεξαρτησία της Χώρας των Βάσκων.
«Υπάρχουν πράγματα που μπορεί να είναι νόμιμα, αλλά δεν είναι αξιοπρεπή και αυτό είναι ένα από αυτά» ήταν το σχόλιο στο οποίο αρκέστηκε ο Πέδρο Σάντσεθ. Το EH Bildu απέσυρε τις υποψηφιότητες των καταδικασθέντων για φόνο, επέμεινε όμως πως οι υπόλοιποι υποψήφιοι έχουν δικαίωμα να μετάσχουν στη διαδικασία.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή που το Λαϊκό Κόμμα επιτίθεται σε έναν συνασπισμό της Αριστεράς που βασίζεται σε αυτονομιστές, το ίδιο αποφεύγει να λάβει θέση για το εάν θα συγκροτούσε συνασπισμό με το ακροδεξιό Vox για να κατέλθει στις βουλευτικές εκλογές. Σε συνεργασία με το Λαϊκό Κόμμα, η Άκρα Δεξιά εισήλθε τον Απρίλιο του 2022 σε περιφερειακή κυβέρνηση (στην Καστίλη-Λεόν) για πρώτη φορά σε τέσσερις και πλέον δεκαετίες μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Οι δημοσκοπήσεις «προαναγγέλλουν» πολύ καλύτερες επιδόσεις για το Λαϊκό Κόμμα στις τοπικές εκλογές συγκριτικά με προ τετραετίας. Δείχνει να «φλερτάρει» με την αυτοδυναμία στη Μαδρίτη και τη Μούρθια, ενώ θα μπορούσε και να επικρατήσει του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος σε μεγάλες περιφέρειες όπως η Βαλένθια. Άνοδο προβλέπεται να καταγράψει όμως και το Vox, με το οποίο προδιαγράφεται κατά τις μετρήσεις ότι θα «έπρεπε» να συνεργαστεί το Λαϊκό Κόμμα για να επικρατήσει τόσο σε περιφερειακό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, γεγονός που αποτελεί δίκοπο μαχαίρι για τη συντηρητική παράταξη.
Οι δυναμικές που θα διαμορφωθούν μεταξύ PP και Vox μετά τις εκλογές της Κυριακής είναι από τους βασικούς «δείκτες» στους οποίους εστιάζουν οι αναλυτές. Η Άκρα Δεξιά επιδιώκει να εκπροσωπηθεί σε όσο περισσότερες περιφερειακές κυβερνήσεις προς ενίσχυση της προβολής της, και το Λαϊκό Κόμμα επιζητά το αντίθετο. Περιορισμό της παρουσίας του Vox προς αποφυγή αντιπαραθέσεων λόγω των ακραίων θέσεων του κόμματος και για να μην στραφούν μακριά οι κεντρώοι ψηφοφόροι. Το ερώτημα, παρ’ όλα αυτά, παραμένει εάν τελικά θα συμμαχήσει με το Vox για να απομακρύνει το συνασπισμό Αριστεράς-ριζοσπαστικής Αριστεράς από την εξουσία.
Για το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, εάν καταφέρει να διατηρήσει την εξουσία στις περισσότερες από τις εννέα περιφέρειες που σήμερα ελέγχει, εκτιμάται ότι θα αποφύγει εσωκομματικούς κλυδωνισμούς εν όψει Δεκεμβρίου. Ωστόσο, πιο σημαντική παράμετρο αποτελεί το «σήμα» που μπορεί να δώσει η κάλπη της Κυριακής ως προς το εάν θα διευκολυνθεί ή θα γίνει πιο δύσβατος ο δρόμος για τη συγκρότηση συνασπισμού από τα κόμματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Η προερχόμενη από τους Podemos αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιολάντα Ντίας τάραξε πρόσφατα τα νερά ιδρύοντας το δικό της συνασπισμό κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς (Sumar), στον οποίο το Podemos αρνείται να προσχωρήσει κυρίως διότι θέλει να διατηρήσει τον πρώτο λόγο στην επιλογή των υποψηφίων του. Εάν το Podemos καταγράψει χειρότερες επιδόσεις από τη συμμαχία Sumar στις 28 Μαΐου, η Γιολάντα Ντίας θα μπορούσε να έλθει σε πλεονεκτική θέση για να διαπραγματευτεί μία συμφωνία. Σε κάθε περίπτωση, όσο περισσότερος χρόνος χαθεί σε διαπραγματεύσεις, τόσο πιο δύσκολο θα είναι για τα κόμματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς να εμφανιστούν ενωμένα, και κατ’ επέκταση τόσο πιο δύσκολο θα είναι συνολικά για την Αριστερά να σχηματίσει κυβέρνηση μετά τις βουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου, κατά τον Αντόνιο Μπαρόζο, αναπληρωτή διευθυντή Ερευνών της Teneo, εκ των πλέον γνωστών εταιρειών εκτίμησης πολιτικού κινδύνου διεθνώς.
Μία δεκαετία αφότου «έσπασαν» το δικομματισμό στην Ισπανία, οι Podemos προσέρχονται στην αναμέτρηση της Κυριακής πιο αδύναμοι από ποτέ μετά την ίδρυσή τους, το 2014. Έχοντας προσελκύσει το κίνημα των Αγανακτισμένων (Indignados), που είχε αναδυθεί τρία χρόνια νωρίτερα εν μέσω της οικονομικής κρίσης, οι Podemos θριάμβευσαν το 2015 στην Ισπανία, ελέγχοντας είτε άμεσα είτε μέσω αριστερών συμμαχιών μεγάλες πόλεις, περιλαμβανομένων Μαδρίτης, Βαρκελώνης, Κορούνια και Σαραγόσα, ενώ έγιναν το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα.
Ωστόσο, η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον Πέδρο Σάντσεθ συνοδεύτηκε με εκλογική καθίζηση, και το μέλλον προδιαγράφεται αβέβαιο. «Αυτές οι εκλογές θα κρίνουν εάν το Podemos θα συνεχίσει να εκπροσωπεί ή όχι έναν σημαντικό πολιτικό χώρο», εκτιμά ο Όριο Μπαρτομέου, ερευνητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών ICPS-UAB στη Βαρκελώνη. «Το Podemos έχει μπει σε κάτι που μοιάζει με ‘λειτουργία επιβίωσης’», αναφέρει.
Διαβάστε επίσης
Ισπανία: Στην τελική ευθεία οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές
Ισπανία: Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της Κυριακής, τεστ για τον Σάντσεθ