Ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει «να μοιραστεί τον πόνο» μιας κοινότητας που βυθίστηκε στο πένθος έπειτα από ένα μακελειό με ρατσιστικά κίνητρα: ο Τζο Μπάιντεν, που είναι εκ νέου αντιμέτωπος με τον διχασμό της Αμερικής και την ανικανότητά του να τον αντιμετωπίσει, μεταβαίνει σήμερα στο Μπάφαλο στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Εκεί δέκα Αφροαμερικανοί σκοτώθηκαν το Σάββατο σε σούπερ μάρκετ όταν άνοιξε πυρ ένας λευκός άνδρας οπλισμένος με ημιαυτόματο όπλο, «ένα ρατσιστικό έγκλημα με κίνητρο το μίσος», σύμφωνα με τις αρχές.
Ο 79χρονος Δημοκρατικός, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του Τζιλ Μπάιντεν, θα αναλάβει να παρηγορήσει την κοινότητα του Μπάφαλο.
«Θέλει να μοιραστεί το πένθος» των οικογενειών και «να τους προσφέρει παρηγοριά», δήλωσε η εκπρόσωπός του Καρίν Ζαν- Πιέρ χθες Δευτέρα.
Όμως ο πρόεδρος θα έρθει για μία ακόμη φορά αντιμέτωπος με την ανικανότητά του μπροστά σε μια χώρα που σπαράσσεται από το ρατσιστικό μίσος και τη βία των πυροβόλων όπλων.
«Πρέπει να εργαστούμε από κοινού για να αντιμετωπίσουμε το μίσος που παραμένει μια κηλίδα στην ψυχή της Αμερικής», είχε δηλώσει ο Μπάιντεν την Κυριακή.
«Η ψυχή της Αμερικής»
Ο Μπάιντεν δεν έχει σταματήσει μετά την εκλογή του να αναφέρεται στην «ψυχή» μιας Αμερικής η οποία θα έπρεπε να είναι ενωμένη.
Όμως όταν έρχεται η ώρα να περάσει στις πράξεις, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει μεγάλη ευχέρεια κινήσεων.
Στα χαρτιά το Δημοκρατικό κόμμα ελέγχει, τουλάχιστον μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, το Κογκρέσο, όμως η πλειοψηφία του είναι οριακή για να μπορεί να υιοθετεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις.
Ο Μπάιντεν ζητεί τακτικά, μάταια μέχρι στιγμής, από το Κογκρέσο να νομοθετήσει για να περιορίσει τη χρήση των πυροβόλων όπλων, όπως έκανε η Νέα Ζηλανδία η οποία απαγόρευσε τα ημιαυτόματα όπλα μετά τη σφαγή 51 μουσουλμάνων στο Κράιστσερτς το 2019.
Τα στατιστικά στοιχεία για τους θανάτους από πυροβόλα όπλα στις ΗΠΑ, μια χώρα 330 εκατομμυρίων κατοίκων, προκαλούν ανατριχίλα: σχεδόν 45.000 νεκροί το 2021, εκ των οποίων περίπου 24.000 αυτοκτονίες, σύμφωνα με την οργάνωση Gun Violence Archive.
Το 2019 είχαν καταγραφεί 39.389 θάνατοι από πυροβόλα όπλα, εκ των οποίων 23.941 αυτοκτονίες.
Ως τις 16 Μαΐου 2022, 16.069 άνθρωποι έχουν ήδη σκοτωθεί από πυροβόλα όπλα, από τους οποίους οι 8.976 αυτοκτόνησαν. Φέτος καταγράφονται 118 θάνατοι καθημερινά.
Εξάλλου ο Μπάιντεν δυσκολεύεται να υπερασπιστεί, όπως είχε δεσμευθεί προεκλογικά, την κοινότητα των Αφροαμερικανών και άλλες μειονότητες, σε μια χώρα όπου έχουν καταγραφεί πολλά περιστατικά πυροβολισμών με ρατσιστικό κίνητρο: στο Ελ Πάσο το 2019 (23 νεκροί, κυρίως ισπανόφωνοι), στο Τσάρλεστον το 2015 (εννέα Αφροαμερικανοί σε εκκλησία), στο Πίτσμπεργκ το 2018 (11 νεκροί σε συναγωγή) ή στην Ατλάντα όπου φέτος σκοτώθηκαν οκτώ άνθρωποι ασιατικής καταγωγής.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ορίσει μια κυβερνητική ομάδα που εκπροσωπεί όλες τις μειονότητες και επέλεξε να διορίσει στο Ανώτατο Δικαστήριο την Κετάντζι Μπράουν- Τζάκσον, την πρώτη μαύρη γυναίκα στον θεσμό.
Επίσης, υπέγραψε στα τέλη Μαρτίου νομοσχέδιο που καθιστά το λιντσάρισμα ομοσπονδιακό έγκλημα, το οποίο υιοθετήθηκε έπειτα από έναν αιώνα μάταιων προσπαθειών.
Το ρατσιστικό μακελειό στο Μπάφαλο σημειώθηκε στη διάρκεια ενός ιδιαίτερα αιματηρού Σαββατοκύριακού για τις ΗΠΑ.
Ο κυβερνήτης του Νιου Τζέρσι, ο Φιλ Μέρφι, περιέγραψε σε ανάρτησή του στο Twitter «ένα Σαββατοκύριακο στην Αμερική»: ένας άνθρωπος ασιατικής καταγωγής σκοτώθηκε και τέσσερις άλλοι τραυματίστηκαν από έναν άνδρα που πυροβόλησε εναντίον τους σε εκκλησία στην Καλιφόρνια, δύο νεκροί και τρεις τραυματίες στο Χιούστον, πέντε νεκροί στο Σεν Λούις και άλλοι πέντε στο Σικάγο, 21 τραυματίες στο Μιλγουόκι στη διάρκεια ανταλλαγής πυρών έπειτα από αγώνα μπάσκετ. Οι αρχές στην πόλη αυτή αναγκάστηκαν να επιβάλουν απαγόρευση κυκλοφορίας.
Οι πυροβολισμοί σε δημόσιους χώρους είναι καθημερινό φαινόμενο στις ΗΠΑ και η εγκληματικότητα που οφείλεται στα πυροβόλα όπλα σημειώνει άνοδο στις μεγάλες πόλεις, κυρίως μετά την πανδημία και λόγω των κοινωνικοοικονομικών και ψυχολογικών εντάσεων που δημιούργησε.
Σκληροπυρηνικοί Ρεπουμπλικάνοι
Ο Μπάιντεν απέτυχε να υιοθετηθεί ομοσπονδιακή νομοθεσία που θα προστάτευε τα εκλογικά δικαιώματα των μειονοτήτων, που απειλούνται κυρίως στις νότιες πολιτείες.
Πρόσφατα ο Δημοκρατικός υιοθέτησε πιο σκληρή ρητορική απέναντι στους Ρεπουμπλικάνους που έχουν υιοθετήσει την ιδεολογία του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Θα εκμεταλλευθεί την επίσκεψή του στο Μπάφαλο για να επιρρίψει δημοσίως την ευθύνη για το τραγικό συμβάν στους σκληροπυρηνικούς Ρεπουμπλικάνους; Θα ενώσει τη φωνή του με όσους καταγγέλλουν την επιρροή που ασκεί ο Τάκερ Κάρλσον, ο διάσημος παρουσιαστής του Fox News και προσωπικότητα της ριζοσπαστικής δεξιάς;
Η Λιζ Τσένι, Ρεπουμπλικάνα βουλευτής αλλά αντίπαλος του Τραμπ, κατήγγειλε μέσω του Twitter την κατεύθυνση που ακολουθεί το κόμμα της, η οποία «επέτρεψε να εκφραστεί ο λευκός εθνικισμός, να προωθηθεί η ιδεολογία της υπεροχής της λευκής φυλής και ο αντισημιτισμός».
Ο Τσακ Σούμερ, επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, εκτίμησε ότι «γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να αγνοήσουμε ότι η ‘θεωρία της μεγάλης αντικατάστασης’ και τις άλλες ρατσιστικής έμπνευσης απόψεις (…) νομιμοποιούνται από κάποιους Ρεπουμπλικάνους (…) και προσωπικότητες της τηλεόρασης».
«Πρέπει να καταδικάσουμε με τον πιο έντονο τρόπο τους πολιτικούς και τις προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι, για να κερδίσουν ψήφους ή να ντοπάρουν το κοινό τους, χρησιμοποίησαν τις πλατφόρμες τους για να προωθήσουν και να κανονικοποιήσουν τη θεωρία της ‘μεγάλης αντικατάστασης’ και άλλες ρατσιστικές, αντισημιτικές θεωρίες», σημείωσε από την πλευρά του ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.