Η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν συζητά την ενδεχόμενη άρση της απαγόρευσης που έχει επιβάλει στην πώληση «επιθετικών όπλων» στη Σαουδική Αραβία. Ωστόσο η οριστική απόφαση θα εξαρτηθεί από το εάν το Ριάντ θα σημειώσει πρόοδο στη διαδικασία για τον τερματισμό του πολέμου στην Υεμένη, σύμφωνα με τέσσερις πηγές ενημερωμένες σχετικά που επικαλείται το πρακτορείο ειδήσεων Reuters.
Ανώτεροι Σαουδάραβες αξιωματούχοι πιέζουν Αμερικανούς ομολόγους τους με σκοπό απαγόρευσης κάθε πώλησης όπλων «επιθετικής φύσης» τους τελευταίους μήνες, εξήγησαν οι πηγές αυτές ενόψει της επίσκεψης του προέδρου Μπάιντεν στο σουνιτικό βασίλειο εντός της εβδομάδας.
Οι διαβουλεύσεις στην Ουάσινγκτον είναι ανεπίσημες και σε πολύ πρώιμο στάδιο, χωρίς να αναμένεται η λήψη απόφασης άμεσα, είπαν οι δύο από τις πηγές. Αμερικανός αξιωματούχος διαβεβαίωσε το Reuters ότι δεν γίνεται τέτοια συζήτηση «αυτή τη στιγμή».
Ωστόσο, καθώς ο Μπάιντεν πραγματοποιεί ένα διπλωματικό ταξίδι στην περιοχή αυτή την εβδομάδα, η κυβέρνησή του αφήνει να εννοηθεί πως ίσως υπάρξει επανεκκίνηση της σχέσης με τη Σαουδική Αραβία, καθώς θέλει αύξηση της παραγωγής πετρελαίου από τα κράτη του Κόλπου και στενότερη συνεργασία των αραβικών κρατών με το Ισραήλ για την αντιμετώπιση του Ιράν.
Ωστόσο, οποιαδήποτε απόφαση να αρθούν οι περιορισμοί στις πωλήσεις όπλων επιθετικής φύσης στη Σαουδική Αραβία αναμένεται να συναντήσει αντιστάσεις στο Κογκρέσο, τόσο από Δημοκρατικούς, όσο και από Ρεπουμπλικάνους.
Αφού ανέλαβε την εξουσία, στις αρχές της περασμένης χρονιάς, ο Μπάιντεν υιοθέτησε πιο σκληρή στάση, τόσο εξαιτίας της σαουδαραβικής στρατιωτικής επέμβασης εναντίον των σιιτών ανταρτών Χούθι στην Υεμένη, που έχει προκαλέσει βαρύ απολογισμό θυμάτων μεταξύ των αμάχων, όσο και εξαιτίας των κατάφωρων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά της δολοφονίας του 2018 του αρθρογράφου της Washington Post και όψιμου επικριτή του καθεστώτος Τζαμάλ Κασόγκι. Ο Δημοκρατικός, που υποσχόταν προεκλογικά ότι θα αντιμετώπιζε τη Σαουδική Αραβία σαν «παρία», ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο του 2021 ότι αναστέλλονται οι πωλήσεις όπλων επιθετικής φύσης και η υποστήριξη της Ουάσινγκτον στις σαουδαραβικές επιχειρήσεις στην Υεμένη.
Το Ριάντ -ο μεγαλύτερος πελάτης της αμερικανικής βιομηχανίας όπλων- δεν κρύβει την ενόχλησή του για τους περιορισμούς αυτούς.
Ωστόσο η στάση της κυβέρνησης του Μπάιντεν αμβλύνθηκε θεαματικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου. Η Ουάσινγκτον και άλλοι ζήτησαν από τη Σαουδική Αραβία, τον μεγαλύτερο εξαγωγές αργού στον κόσμο, να αυξήσει την παραγωγή της για να αντισταθμιστεί η απώλεια της ρωσικής προσφοράς.
Η Σαουδική Αραβία εξασφάλισε τον έπαινο του Λευκού Οίκου όταν συμφώνησε στις αρχές Ιουνίου να παραταθεί για δύο μήνες η κατάπαυση του πυρός στην Υεμένη, τη χώρα όπου εκτυλίσσεται η χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο. Οι ΗΠΑ θα ήθελαν ωστόσο να δει την εκεχειρία να εδραιώνεται.
Μπάιντεν: Γιατί θα επισκεφτώ τη Σαουδική Αραβία
Σε εκτενές άρθρο του, εξάλλου, στην εφημερίδα Washington Post, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν διευκρινίζει τους λόγους, οι οποίοι τον οδήγησαν στο να πραγματοποιήσει το ταξίδι, αυτή την εβδομάδα στη Σαουδική Αραβία, απαντώντας με έναν τρόπο στους επικριτές του.
Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι φιλοδοξία του είναι να ενισχύσει μια «στρατηγική συνεργασία» που βασίζεται σε «αμοιβαία συμφέροντα και ευθύνες» παραμένοντας παράλληλα πιστός σε «θεμελιώδεις αμερικανικές αξίες».
Πριν από την εκλογή του, ο Τζο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί πως θα καθιστούσε «παρία» την πλούσια σε πετρέλαιο Σαουδική Αραβία, λόγω της δολοφονίας του αντιφρονούντα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι.