Τα όσα συνέβησαν το Σάββατο 20 Ιουνίου πιθανότατα να αποτελέσουν ένα πολύ σημαντικό σταθμό στην πορεία της περαιτέρω υποχώρησης της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης. Το επεισόδιο αποκάλυψε αυτό που πολλές και πολλοί ξέρουν τη θεσμική αναπηρία της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Ο πανίσχυρος στα μάτια πολλών Βλαδίμηρος Πούτιν συμβιβάστηκε με τους στασιαστές. Αντί να αντιδράσει ταχύτατα, αναδιπλώθηκε και έδωσε την αίσθηση ότι είναι πολύ πιο ευάλωτος από αυτό που πίστευαν οι περισσότεροι, σύμμαχοι και αντίπαλοι.
Το πιθανότερο είναι ότι σε δεύτερο χρόνο θα επιχειρήσει να εξουδετερώσει τον Πριγκόζιν αλλά και όσα στελέχη της Wagner τον ακολούθησαν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι δομικό και αφορά στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, οι παρέμειναν αμήχανες και αδρανείς. Είναι εντυπωσιακό ότι δεν υπήρξε κάποια εμφανής κίνηση αντίδρασης από τις Ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.
Η μία εκδοχή είναι ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν να θεώρησε ότι μια σύγκρουση στις πύλες της Μόσχας θα ήταν η χειρότερη δυνατή εξέλιξη για τον ίδιον, ακόμη και αν επικρατούσε των στασιαστών. Η άλλη είναι ότι υπάρχουν θύλακες μέσα στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίοι επέλεξαν μια τακτική του «περιμένουμε πως θα εξελιχθούν τα πράγματα και αναλόγως πράττουμε».
Ακόμη πάντως και αν η επιλογή να μην παρέμβει ο στρατός ήταν απόφαση του ίδιου του Πούτιν, τελικά βρέθηκε αντιμέτωπος με δραματικά ελάχιστες επιλογές και όλες κακές. Ακόμη και η κινητοποίηση των Τσετσένων, αφενός αναβάθμισε τον Καντίροφ και τους Τσετσένους μαχητές σε «σωτήρες» του καθεστώτος, αφετέρου έστειλε το μήνυμα ότι πρόκειται για μια κατάσταση έξω από τον έλεγχο του, ενώ ανέδειξε και τον Λουκασένκο, πέρα από έναν μικρό σύμμαχο του Πούτιν, σε αποφασιστικής σημασίας πολιτικό παράγοντα.
Το μεγάλο ερώτημα όμως αφορά στην επόμενη ημέρα. Βραχυπρόθεσμα ο πρόεδρος Πούτιν θα προσπαθήσει να αποδείξει σε όλους ότι παραμένει ισχυρός. Είναι σίγουρο ότι είτε σιωπηρά, είτε σε μια επίδειξη πυγμής θα προχωρήσει σε μια ακόμη εκκαθάριση αντιπάλων του στο εσωτερικό. Είναι μια καλή ευκαιρία, ένα εξαιρετικό πρόσχημα και δύσκολα δεν θα το εκμεταλλευτεί.
Μεσοπρόθεσμα, ωστόσο είναι σίγουρο ότι η θέση του είναι περισσότερο επισφαλής από ποτέ. Δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο η οποία να μην αντιδρά απέναντι στους στασιαστές και να συμβιβάζεται μαζί τους προσφέροντας τους ανταλλάγματα και αμνηστία. Δεν υπάρχει καλή ερμηνεία για την Μόσχα ότι και να ισχυριστεί το Κρεμλίνο, ότι αφήγημα και να χτίσει.
Ένα άλλο ζήτημα είναι πώς, με ποιο τρόπο και πόσο γρήγορα, είτε η Wagner θα έρθει στον πλήρη έλεγχο του ρωσικού κράτους, είτε θα αντικατασταθεί σε μέτωπα και σημεία της ευρύτερης περιοχής στα οποία παίζει ρόλο, εκπροσωπώντας, επί της ουσίας το Κρεμλίνο. Στη Λιβύη, στο Σουδάν, στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, στη Σύρια και αλλού στον πλανήτη ο φορέας του ρωσικού στρατηγικού αποτυπώματος ήταν και είναι η Wagner.
Τέλος, η στάση της Δύσης στη διάρκεια της κρίσης ήταν υποδειγματική. Τόσο ο Λευκός Οίκος, όσο και οι υπόλοιποι παράγοντες κρατήθηκαν μακριά, ενώ το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, οι G7 συν την Ινδία και την Αυστραλία βρίσκονταν σε συνεχή επιφυλακή και επικοινωνία. Η δυτική στάση ήταν ένα σαφές μήνυμα προς τον Ζελένσκι να μην επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και απ’ ότι φάνηκε, το Κίεβο ακολούθησε πιστά αυτή τη συμβουλή.