Το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου στην χώρα συζητούνταν ως ένα πιθανό ενδεχόμενο, λίγο ή περισσότερο. Ο στρατός δεν είχε απωλέσει ποτέ την ειδική θέση στο πολιτικό σύστημα. Ο συνασπισμός της «κυρίας της Ρανγκούν» Αούνγκ Σαν Σου Κι αντιμετώπιζε πραγματικά ζητήματα καθημερινά. Όταν τράβηξε παραπάνω το σχοινί, αυτό κόπηκε.
Οι διεθνείς επικρίσεις στο, συμβολικό για τη χώρα, πρόσωπο της Αούνγκ Σαν Σου Κι, ήταν ενδεικτικές για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στο εσωτερικό. Η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης το 1991, Αούνγκ Σαν Σου Κι, είχε χάσει κάποια από τη λάμψη της από τις παραβλέψεις της στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την απροθυμία της ή μάλλον την αδυναμία της να συγκρουστεί μετωπικά με το στράτευμα για τις πράξεις του. Ωστόσο, η 75χρονη σήμερα, Αούνγκ Σαν Σου Κι, συνέχιζε να γοητεύει με κάθε της φράση.
Η αφορμή για τη χούντα ήταν οι δήθεν παρατυπίες στις εκλογές που οδήγησαν στη νίκη που έδινε στην παράταξη της Αούνγκ Σαν Σου Κι 82% των εδρών. Η αιτία ήταν μάλλον το σχέδιο της να εξασθενήσει τον συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο του στρατού στη χώρα. Σήμερα, οι μαζικές διαδηλώσεις απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς συνεχίζονται. Το ίδιο και η αιματηρή καταστολή τους από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Η περίοδος μετά το πραξικόπημα ήταν μάλλον το διάστημα που ο στρατός επέδειξε τη μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση στην ιστορία του. Μετά από τις πρώτες ημέρες ωστόσο, τα πυρά στράφηκαν προς τους διαδηλωτές. Οι καταγγελίες της Διεθνούς Αμνηστίας για τη βία απέναντι σε άοπλους ανθρώπους είναι σαφείς.
Πλέον οι αναφορές για κατάληψη πόλεων των ανταρτών από τον στρατό, όπου οι δυνάμεις ασφαλείας χρησιμοποιούν τους ανθρώπους ως ασπίδες, σοκάρουν, κι όχι μόνο διότι, συνήθως, για αυτές τις τακτικές κατηγορούνται οργανώσεις αντίστασης, παρά συγκροτημένοι στρατοί. Βέβαια, οι πρακτικές μελών του στρατού απέναντι στη μουσουλμανική κοινότητα των Ροχίνγκια και τη γενοκτονία που συντελείται εναντίον τους έχουν υπάρξει ακόμα πιο απάνθρωπες, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Παγιδευμένοι σε προσφυγικά στρατόπεδα στα σύνορα του Μπαγκλαντές, οι Ροχίνγκια παραμένουν δίχως πατρίδα.
Οι θηριωδίες εναντίον των Ροχίνγκια είναι η κορυφή του παγόβουνου, στην καταπίεση εναντίον εθνοτήτων που έχουν διαπραχτεί με ευθύνη στρατιωτικών στη Μυανμάρ. Όταν ο στρατός ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Μιανμάρ μετά το πραξικόπημα, τις πρώτες δηλώσεις των εκπροσώπων του «κοσμούσε» η δέσμευση να προστατεύουν πολίτες και εθνότητες. Για το νέο στρατιωτικό καθεστώς, είναι σημαντικό να φαίνεται ότι θα προασπίσει τη σταθερότητα στη χώρα.
Τα μάτια όλων στρέφονταν στο Πεκίνο, λόγω της σημαντικής οικονομικής εμπλοκής της Κίνας στη χώρα. Βέβαια, η Ρωσία, αν και πιο μακριά, έχει κι εκείνη το βλέμμα της εκεί. Η Κίνα έδειξε πως δεν διατίθεται να επέμβει, εφόσον δεν απειλούνται Κινέζοι πολίτες και οι επενδύσεις στην χώρα. Οι επιθέσεις από αντάρτες σε κινέζικα εργοστάσια, ως αντίδραση για την έλλειψη κάποιας αντίδρασης από την Κίνα στην εγκαθίδρυση ενός στρατιωτικού καθεστώτος, δεν άλλαξε κάτι.
Η Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας που ανέλαβε να παρέμβει για την επόμενη μέρα στη Μιανμάρ έχει εξίσου απογοητευτικά αποτελέσματα. Η πρόσκληση του στρατιωτικού καθεστώτος της Μιανμάρ ως συνομιλητή, δίχως να έχει απελευθερώσει τους πολιτικούς κρατούμενους, μπορεί να εκληφθεί ως μία νομιμοποίηση της τρέχουσας κατάστασης στη χώρα.
Το δράμα έχει βέβαια συγκεντρώσει την προσοχή της διεθνούς κοινότητας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία, μεταξύ άλλων, έχουν επιβάλει κυρώσεις. Η προσπάθεια ωστόσο, για επιβολή ενός εμπάργκο όπλων στο καθεστώς από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών σε μία συμβολική πρωτοβουλία δεν συγκέντρωσε παραπάνω από 43 υπογραφές και μόλις μία από κράτος της περιοχής, τη Νότια Κορέα. Προφανώς, η σταθεροποίηση της Μιανμάρ ζυγίζει περισσότερο από μία διαδικασία που θα οδηγούσε σε πίεση προς στο στρατιωτικό καθεστώς.
Η πρόθεση βέβαια της χούντας να διαλύσει να παραμείνει επ’ αόριστον στην εξουσία, όπως διαφαίνεται από τα σχέδια διάλυσςη της απαγόρευσης της παράταξης της Αούνγκ Σαν Σου Κι, ίσως αλλάξει τα δεδομένα. Ενώ μέχρι σήμερα η Ιαπωνία δεν είχε προχωρήσει σε κυρώσεις σε συγκεκριμένα πρόσωπα του στρατού της Μιανμάρ, πλέον εμφανίζεται διατεθειμένη να παγώσει τη σημαντική αναπτυξιακή βοήθεια που προσφέρει στη Μιανμάρ.
Η Αούνγκ Σαν Σου Κι, ένα σύμβολο ειρήνης και παθητικής αντίστασης, μοιάζει να έκανε μία στροφή 360 μοιρών. Μετά από 15 χρόνια σε κατ’ οίκον περιορισμό, βρίσκεται πάλι μάλλον στην ίδια θέση. Τώρα φυσικά επιτρέπεται να επικοινωνεί με τους δικηγόρους μέσω βιντεοκλήσης, με τους φύλακες της παρόντες.
Σε κάποια σημεία υπάρχει μία αναλογία με τη χώρα της. Μετά από μία δεκαετή απόπειρα μετάβασης στη δημοκρατία, επιστρέφει εκεί που βρισκόταν πριν. Όπως και τότε βέβαια, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι στη χώρα που συνεχίζουν να αντιστέκονται στην στρατοκρατία.