Τη διερεύνηση των αιτιών που εμποδίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση «να μιλήσει με γλώσσα ισχύος στην Τουρκία» και να αποτρέψουν την ολοένα και πιο επιθετική πολιτική της Άγκυρας που μεγαλώνει τον κίνδυνο «στρατιωτικής αντιπαράθεσης», επιχειρεί σε δημοσίευμά της η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.
Αρχικά η εφημερίδα υπενθυμίζει τις πρόσφατες δηλώσεις του ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Ζοζέπ Μπορέλ περί «ιστορικής καμπής» στις ευρωτουρκικές σχέσεις, η έκβαση της οποίας εξαρτάται από τη συμπεριφορά της τουρκικής ηγεσίας, αλλά, όπως σημειώνει, ο Μπορέλ δεν έχει καμία εξουσία στη λήψης αποφάσεων ως προς το θέμα των κυρώσεων, ενώ τονίζει πως απαιτείται ομοφωνία στη λήψη της σχετικής απόφασης.
Ερωτηματικό παραμένει εάν τα κράτη- μέλη της ΕΕ θα επιβάλουν κυρώσεις που θα πονούν πραγματικά την Τουρκία, π.χ. στον οικονομικό τομέα.
«Το μεγάλο δίλημμα είναι ότι η Τουρκία είναι εταίρος, υποψήφιο προς ένταξη μέλος στην ΕΕ, στρατιωτικός σύμμαχος 21 κρατών μελών της και με μεγάλο στρατηγικό ενδιαφέρον, γεωπολιτικά, από την άποψη της πολιτικής ασφάλειας, αλλά και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο» και προσθέτει: «ωστόσο, οι απόψεις αναφορικά με τη σχέση με την Τουρκία είναι διχασμένες εντός της ΕΕ: ενώ π.χ. η Γαλλία και η Αυστρία τηρούν πολύ επικριτική στάση έναντι της Τουρκίας και ειδικά η Βιέννη επαναλαμβάνει συχνά την αξίωση να τερματιστούν επισήμως οι ενταξιακές συνομιλίες με την Άγκυρα, που ούτως ή άλλως έχουν μπει στον πάγο, άλλες χώρες δεν θέλουν να την απομακρύνουν».
Η Γερμανία αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα, σημειώνει και εξηγεί: «Το Βερολίνο, που έχει αυτή την περίοδο την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ως εκ τούτου είναι αρμόδιο για την εξεύρεση συμβιβασμών μεταξύ των κρατών μελών, δεν θέλει να αφήσει να του ασκηθούν πιέσεις για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Διπλωμάτες φοβούνται ότι ο Ερντογάν θα εκμεταλλευτεί πολιτικά αυτή τη στάση στο εσωτερικό της χώρας του για να συνεχίσει την οθωμανική του πολιτική».
Επίσης προσθέτει ότι τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης δεν θέλουν να ορθώσουν ανάστημα στον Ερντογάν, «πράγμα που εξηγείται από το φόβο τους για τη Ρωσία. Γι’ αυτό και προτιμούν ως μέσο για τον περιορισμό της ρωσικής ισχύος αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου που παρακάμπτουν τη Ρωσία και οδηγούν προς την Ευρώπη μέσω της Τουρκίας», ενώ η Γερμανία «δεν θέλει να προκαλέσει μερίδα των τεσσάρων εκατομμυρίων Τούρκων που ζουν στη Γερμανία και να δημιουργηθούν έτσι προβλήματα στην εσωτερική πολιτική σκηνή».
«Το πιθανότερο είναι με τη διαπάλη των αντικρουόμενων εθνικών συμφερόντων να μην επιβληθούν σκληρές κυρώσεις ούτε στην Τουρκία, ούτε στη Λευκορωσία. Κι έτσι θα τη γλιτώσουν και πάλι δύο αυταρχικοί ηγέτες».