Στις 21 Μαρτίου 2023 η τριήμερη επίσημη επίσκεψη του προέδρου της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, στη Μόσχα, ήρθε να επισφραγίσει τον κοινό διπλωματικό βηματισμό ανάμεσα στη Μόσχα του Βλαντίμιρ Πούτιν και το Πεκίνο, καθώς το χάσμα της Ρωσίας με τη Δύση διευρύνεται ολοένα και περισσότερο. Μόνο που αυτή η προοπτική, σχεδόν ένα μήνα αργότερα, δείχνει να προβληματίζει έντονα ακόμη και ανώτατα κυβερνητικά στελέχη πέριξ του Κρεμλίνου.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, υψηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι φαίνεται πως έχουν εκφράσει ανησυχίες αναφορικά με τους κινδύνους που εγκυμονεί η υπερβολική εξάρτηση της χώρας τους από τις κινεζικές τεχνολογίες, τη στιγμή που οι κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ έχουν αποκλείσει την πρόσβαση σε εναλλακτικούς προμηθευτές.
Όπως αναφέρεται σε μια μη δημοσιευμένη έκθεση του ρωσικού Υπουργείου Ψηφιακής Ανάπτυξης, Επικοινωνιών και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ορισμένοι αξιωματούχοι ανησυχούν ν ότι κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei Technologies Co. Ltd. θα μπορούσαν να κυριαρχήσουν στη ρωσική αγορά και να αποτελέσουν κίνδυνο για την ασφάλεια των πληροφοριών και τα δίκτυα της χώρας.
Η έκθεση που χρονολογείται από το καλοκαίρι του 2022, επισημαίνει τα μικροτσίπ, τις δικτυακές συσκευές και τα ηλεκτρονικά είδη ως «τομείς ιδιαίτερης ευπάθειας».
Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται, επίσης, ότι η Ρωσία επιδιώκει να προμηθεύεται διάφορες τεχνολογίες από την Κίνα, όπως ραδιοηλεκτρονικά, routers, σταθμούς βάσης, μικροηλεκτρονικά, τσιπ και υλικά που χρησιμοποιούνται σε ημιαγωγούς.
Ενώ οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το έγγραφο δεν κάνει καμία αναφορά σε όπλα, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις σε αρκετές κινεζικές εταιρείες για την προμήθεια εξαρτημάτων και αγαθών που φέρονται να χρησιμοποιούνται για στρατιωτικούς σκοπούς στην Ουκρανία.
Όπως εκτιμούν διεθνείς αναλυτές, το συγκεκριμένο έγγραφο αφήνει να φανεί πως η Μόσχα έχει στριμωχτεί αρκετά από τα αλλεπάλληλα «πακέτα» κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν υπάρχουν ακόμη ενδείξεις άμεσης στρατιωτικής υποστήριξης από την Κίνα προς τη Ρωσία και οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι βέβαιοι ότι θα είναι σε θέση να εντοπίσουν οποιαδήποτε μετακίνηση σημαντικού στρατιωτικού εξοπλισμού από την Κίνα.
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει προειδοποιήσει το Πεκίνο να μην προμηθεύσει τη Μόσχα με όπλα. Η Κίνα έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι δεν έχει προμηθεύσει τη Ρωσία με όπλα και κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι υποδαυλίζουν τη σύγκρουση, παρέχοντας όπλα στην Ουκρανία.
Η παγίδα και ο αγώνας κατά της «δυτικής ηγεμονίας»
Σε κάθε περίπτωση, Βρυξέλλες και Ουάσινγκτον θα πρέπει δείξουν προσοχή, ώστε να μην αποτιμούν τους δεσμούς μεταξύ Κίνας και Ρωσίας ως μια απλή τακτική εταιρική σχέση.
Το Πεκίνο έχει δείξει εμφανώς προθυμία να ενισχύσει τους δεσμούς με τη Μόσχα καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετούς διακυβέρνησης του Σι. Η Μόσχα και το Πεκίνο μοιράζονται πολλές ιδέες για τη φύση του κόσμου. Το πιο θεμελιώδες είναι ότι πιστεύουν ότι η υπό δυτική ηγεσία διεθνής τάξη και οι κανόνες και οι αξίες που τη στηρίζουν, συνιστούν υπαρξιακή απειλή και για τις δύο χώρες.
Υπό το πρίσμα αυτό, η «συγκολλητική ουσία» που φαίνεται να ενώνει τον Σι και τον Πούτιν είναι ο κοινός αγώνας κατά της λεγόμενης «δυτικής ηγεμονίας».
Το γεγονός αυτό, παρέχει γόνιμο έδαφος για συνεργασία σε τομείς τόσο διαφορετικούς όσο η πολιτική, η οικονομία, η ιδεολογία, ο στρατός και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η σχέση είναι ασύμμετρη και το Πεκίνο έχει το πάνω χέρι από οικονομικής άποψης. Αλλά η Ρωσία μπορεί ακόμη να παρέχει υποστήριξη στην Κίνα, για παράδειγμα σε βασικές αεροδιαστημικές τεχνολογίες και πυρηνικά όπλα, εκτός από την άφθονη παροχή φθηνών πηγών ενέργειας. Παρά την απειλή δευτερογενών κυρώσεων, το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών σημείωσε «εκρηκτική» άνοδο πέρυσι. Και πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η Κίνα έχει βρει τρόπους να προμηθεύει τη Ρωσία με κρίσιμα εξαρτήματα, όπως μικροτσίπ. Την ίδια στιγμή, δεν διαφαίνονται εναλλακτικοί εταίροι ή γεγονότα που να αλλάζουν το παιχνίδι.
Συνεπώς, η Μόσχα και το Πεκίνο θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν ο ένας τα βασικά συμφέροντα του άλλου - παρά την πεποίθηση ορισμένων κύκλων ότι η Κίνα έχει απομακρυνθεί από τη Ρωσία τους τελευταίους μήνες.