Νέα προειδοποίηση για το τι μέλλει γενέσθαι σε λίγους μήνες, εάν δεν αυξηθούν οι εμβολιασμοί κατά του κορονοϊού απηύθυνε ο υπουργός Υγείας της Γερμανίας Γενς Σπαν, επισημαίνοντας πως οι περισσότεροι Γερμανοί «έως το τέλος του φετινού χειμώνα θα είναι εμβολιασμένοι, αναρρώσαντες ή νεκροί», κάνοντας ξανά έκκληση για τη χορήγηση της 1ης, αλλά και της 3ης δόσης του εμβολίου.
Σύμφωνα με την Telegraph και το ndtv o Υπουργός Υγείας τόνισε πως λόγω της πολύ μεγάλης μεταδοτικότητας της παραλλαγής Δέλτα θα υπάρξουν εκτεταμένα κρούσματα συνιστώντας στους ανεμβολίαστους πολίτες «επειγόντως να εμβολιαστούν».
Όπως είπε, η χώρα διαθέτει επάρκεια εμβολίων, σημειώνοντας ότι έχει εξασφαλίσει 16 εκατ. δόσεις του εμβολίου της Moderna που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ενισχυτικές δόσεις.
Τόνισε ότι το αποτέλεσμα της τρίτης δόσης θα φανεί μόλις εντός δύο εβδομάδων, ενώ πρόσθεσε πως οι απαιτούμενες δόσεις του εμβολίου της Pfizer που προορίζονται για μικρά παιδιά θα είναι διαθέσιμα ευρέως εντός της Ε.Ε. περίπου στις 20 Δεκεμβρίου.
Η Γερμανία αναμένει από την Ευρωπαϊκή Ένωση να εγκρίνει εμβόλια κατά του COVID-19 για παιδιά ηλικίας 5-11 ετών στο τέλος της εβδομάδας, είπε ο Γερμανός Υπουργός, προσθέτοντας ότι τα παιδιά σχολικής ηλικίας έχουν από τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης στη χώρα. Η ΕΕ θα αρχίσει να στέλνει εμβόλια προσαρμοσμένα για μικρότερα παιδιά στις 20 Δεκεμβρίου, με τη Γερμανία να λαμβάνει αρχικά 2,4 εκατομμύρια δόσεις, συμπλήρωσε
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία περισσότερα από 30.000 πρόσφατα επιβεβαιωμένα κρούσματα στη Γερμανία τις τελευταίες 24 ώρες αποτελεί μια αύξηση περίπου 50% σε σύγκριση με πριν από μία εβδομάδα. Τα νοσοκομεία έχουν προειδοποιήσει ότι οι δυνατότητες της ΜΕΘ έχουν σχεδόν εξαντληθεί, με ορισμένους ασθενείς να πρέπει να μεταφερθούν σε άλλες κλινικές.
Κλιμακώνεται η συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό
Στο μεταξύ, υπέρ ενός γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού ως μοναδική διέξοδο από την υγειονομική κρίση τάσσονται ιατρικές ενώσεις, επιστημονικά ινστιτούτα και πολιτικοί στη Γερμανία, με τη συζήτηση για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού να κλιμακώνεται.
Η Ένωση Ιατρών Παιδιών και Εφήβων (BVKJ) ζητά επισήμως την καθιέρωση του γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού, επισημαίνοντας ότι «είναι απαράδεκτο, λόγω ελλιπούς εμβολιασμού μιας μειοψηφίας, να περιορίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των πολιτών, αλλά ιδιαίτερα των παιδιών και των εφήβων», αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η Ένωση αναγνωρίζει ότι με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό περιορίζεται τυπικά το δικαίωμα στη σωματική ακεραιότητα, τονίζει ωστόσο ότι κάτι τέτοιο είναι αποδεκτό, διότι, διαφορετικά, θα θίγονταν ή θα περιορίζονταν τα δικαιώματα των άλλων. «Τα δικαιώματα των παιδιών δεν πρέπει να σταθμίζονται έναντι των δικαιωμάτων μιας μειοψηφίας πολιτών, αλλά να κατοχυρώνονται άνευ όρων και επιτακτικά από το κράτος.
Τα παιδιά μας άξιζαν την επιστροφή στην κανονικότητα, μετά τους τεράστιους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στην πανδημία», αναφέρεται στην ανακοίνωση της BVKJ, η οποία σημειώνει ακόμη ότι «τα βασικά δικαιώματα των παιδιών, για απεριόριστη και δωρεάν εκπαίδευση και ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, τίθενται σε κίνδυνο εάν δεν καταστεί δυνατός ο έγκαιρος εμβολιασμός όλων των ενηλίκων».
Όπως επισημαίνουν οι παιδίατροι, με 15 εκατομμύρια ανεμβολίαστους αυτή τη στιγμή, θα μπορούσαμε να έχουμε 15 εκατομμύρια νέα κρούσματα και επομένως έναν αριθμό θανάτων ο οποίος θα μπορούσε να υπερβεί τις 100.000. «Αυτός ο αριθμός και μόνο μας υπενθυμίζει να επανεξετάσουμε εάν το κράτος πρέπει να εκθέτει τους ανθρώπους σε αυτόν τον κίνδυνο, παρά τις σχεδόν ομόφωνες περί του αντιθέτου συμβουλές της ιατρικής επιστήμης.
Επιπλέον, η άρνηση του εμβολιασμού συνεπάγεται έναν επιπλέον αριθμό κρουσμάτων και μεταξύ όσων έχουν ήδη εμβολιαστεί. Τα μη εμβολιασμένα άτομα περιορίζουν λοιπόν το δικαίωμα των άλλων στη σωματική ακεραιότητα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση της BVKJ.
Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ παρέπεμψε για το ίδιο θέμα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος συνιστά, «αν έχετε δοκιμάσει όλα τα άλλα, πρέπει να σκεφτείτε και τον υποχρεωτικό εμβολιασμό». Μιλώντας χθες, Κυριακή, το βράδυ στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, ο κ. Βίλερ τόνισε ότι «πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι και ότι όσοι έχουν ήδη εμβολιαστεί θα προσέλθουν για τον ενισχυτικό εμβολιασμό τους», αλλά, τόνισε, «ως έσχατη λύση, είμαι με τον ΠΟΥ».
Δεν υπάρχει κανείς που θα ήθελε να επιβάλει τον εμβολιασμό, συνέχισε, αλλά πλέον γνωρίζουμε καλά τι πρέπει να κάνουμε και πρέπει αυτή τη γνώση να την αξιοποιήσουμε. «Πολλοί έχουν αντιληφθεί ότι αντιμετωπίζουμε μια ιατρικά κατεπείγουσα κατάσταση και θα έπρεπε να είχαν γίνει ήδη πολλά περισσότερα. Τώρα όμως πρέπει να βάλουμε ένα τέλος στο "laissez faire"», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βίλερ.
Στο ίδιο πνεύμα, ο εκπρόσωπος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) για θέματα Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ τόνισε σήμερα μιλώντας στην τηλεόραση της BILD ότι «χωρίς υποχρέωση εμβολιασμού, δεν πρόκειται να αυξηθεί το ποσοστό εμβολιασμένων τόσο όσο χρειάζεται προκειμένου να θέσουμε υπό έλεγχο την πανδημία» και σημείωσε ότι ο αριθμός εκείνων που τάσσονται υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού αυξάνεται μέρα με την ημέρα. Ο ίδιος πάντως, ο οποίος είναι και καθηγητής επιδημιολογίας, εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ενισχυτική δόση εμβολίου θα προστατεύει για μεγαλύτερο διάστημα απ' ό,τι οι δύο προηγούμενες.
Στην ίδια συζήτηση, ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Φιλελευθέρων (FDP) Μίχαελ Τόιρερ, ο οποίος θεωρείται υποψήφιος για το υπουργείο Υγείας στην επόμενη κυβέρνηση, δεν θέλησε να αποκλείσει το ενδεχόμενο υποχρεωτικού εμβολιασμού, επισήμανε ωστόσο ότι το κόμμα του θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντισυνταγματικό.