Κάθε χρόνο την 4η Ιουλίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής γιορτάζουν την γέννησή τους ως κράτους, το 1776. Η φετινή Ημέρα της Ανεξαρτησίας, όμως, θα είναι πολύ διαφορετική από οποιαδήποτε προηγούμενη – και σίγουρα χειρότερη, από πολλές απόψεις.
Η συγκυρία, άλλωστε, μπορεί δικαίως να χαρακτηριστεί ως πρωτόγνωρη. Η επέλαση της πανδημίας (το δεύτερο κύμα της οποίας έχει ήδη ξεσπάσει και σαρώνει τη χώρα), η οικονομική κρίση και οι στρατιές των ανέργων που αυτή προκάλεσε, η έξαρση του φυλετικού ζητήματος και η αδύναμη πολιτική ηγεσία σε όλα τα επίπεδα – στον Λευκό Οίκο και το Κογκρέσο, στους Ρεπουμπλικάνους και τους Δημοκρατικούς – συνθέτουν, ασφαλώς, ένα ιδιαίτερο και δύσκολο σκηνικό και μάλιστα σε μια εκλογική χρονιά.
Όσο κι αν φαντάζει παράδοξο, όμως, δεν φαίνεται να είναι αυτό το βασικό πρόβλημα, όπως δεν είναι ούτε η ακύρωση των συνηθισμένων παρελάσεων, τω εντυπωσιακών πυροτεχνημάτων και των λοιπών πανηγυρικών εκδηλώσεων σε πολλές πολιτείες και πόλεις, υπό τον φόβο του Covid-19. Κι αυτό διότι υπάρχει κάτι ακόμη πιο βαθύ, κάτι που αγγίζει την ίδια την «ψυχή» των Αμερικανών και της πατρίδας τους, το οποίο αποτυπώνεται στα συγκλονιστικά ευρήματα της τελευταίας δημοσκόπησης του ινστιτούτου Pew.
Πανδημία... απαισιοδοξίας
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη δημοσκόπηση, η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών (83%) δεν αισθάνεται περήφανη για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, σχεδόν οι μισοί (48%) θεωρούν πως η ζωή θα είναι χειρότερη για τις μελλοντικές γενιές σε σύγκριση με τις σημερινές, έναντι μόλις 25% που πιστεύουν το αντίθετο – μάλιστα, η απαισιοδοξία είναι πολύ πιο έντονη στις ηλικίες άνω των 50 ετών, που διαθέτουν μεγαλύτερη εμπειρία και έχουν δει σαφώς πιο πολλά.
Σαν να μην έφτανε αυτό, οι περισσότεροι δεν τρέφουν εμπιστοσύνη ούτε στον νυν πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ούτε όμως στον αντίπαλό του – και φαβορί, σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις και ενδείξεις – Τζο Μπάιντεν. Για του λόγου το αληθές, το 53% των ερωτηθέντων δηλώνει πως ο Τραμπ, εφόσον επανεκλεγεί, θα είναι ένας κακός ή φριχτός πρόεδρος, ενώ το 37% τον θεωρεί καλό ή ακόμη και υπέροχο. Από την άλλη πλευρά, τα ποσοστά για τον εκλεκτό των Δημοκρατικών φτάνουν στο 43% και 28% αντιστοίχως, αποδεικνύοντας πως δεν πείθει ότι πρόκειται για μια καλή εναλλακτική.
Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα ούτε εκτός συνόρων. Διότι εάν στο εσωτερικό καταγράφεται απαισιοδοξία για το μέλλον και το «αμερικανικό όνειρο» μοιάζει να έχει ξεθωριάσει, είναι σαφές πως οι ΗΠΑ δεν εμπνέουν σήμερα ούτε σεβασμό στους συμμάχους τους ούτε φόβο στους αντιπάλους τους. Σε αυτό δε το επίπεδο, είναι αποκαλυπτικά τα ευρήματα μιας άλλης έρευνας, των Datapraxis και YouGov για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (ECFR), που έχει έδρα το Βερολίνο.
Σύμφωνα με αυτά, τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων στις δύο ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης – 65% στη Γερμανία και 68% στη Γαλλία – δηλώνουν ότι έχουν απωλέσει την εμπιστοσύνη τους προς τον υπερατλαντικό «μεγάλο αδελφό» – με τους μισούς σχεδόν να απαντούν πως η γνώμη τους επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μάλιστα, τα ποσοστά απόρριψης είναι ακόμη μεγαλύτερα σε δύο άλλες χώρες, την Δανία (71%) και την Πορτογαλία (70%), αποτυπώνοντας μια εικόνα που αγγίζει ολόκληρη πλέον την Ευρώπη.
Τέλος εποχής;
«Οι Ευρωπαίοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ δεν αποτελούν πλέον απαραιτήτως ένα φίλο για την Ευρώπη σε περιόδους έκτακτης ανάγκης», σημειώνουν οι αναλυτές του ινστιτούτου, Σούζι Ντένισον και Πάβελ Ζέρκα. Αυτή δε η εξέλιξη «μπορεί να επιφέρει σοβαρότατες συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη οικοδομεί τους δεσμούς της με τον υπόλοιπο κόσμο», αναφέρει επίσης η έκθεση – κάτι που, με τον τρόπο τους, έχουν διαπιστώσει και αρκετοί πολιτικοί ηγέτες των «27» της Ε.Ε., όπως η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν.